Η Τουρκία επιχειρεί τετελεσμένα και η απάντηση είναι η ναυτική ισχύς – Η διπλωματία των κανονιοφόρων επέστρεψε

*Του Κώστα Σαρικά

Η Τουρκία αποφάσισε να στρατικοποιήσει για πρώτη φορά, έπειτα από τέσσερα χρόνια, τις διεκδικήσεις της στη «Γαλάζια Πατρίδα» με την αποστολή πολεμικών πλοίων στο Καρπάθιο Πέλαγος, για να υπερασπιστεί το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο.

Διπλωματικές και στρατιωτικές πηγές μετέφρασαν την κίνηση αυτή ως «αλλαγή σελίδας» είτε για την σταδιακή είτε για την απότομη δημιουργία συνθηκών που θα ευνοούν ανά πάσα στιγμή την ένταση επί του πεδίου και όχι σε επίπεδο «εμπρηστικής» ρητορικής.

Την ίδια στιγμή έγινε ξεκάθαρη η διάθεση των γειτόνων να επανέλθουν στην «διπλωματία των κανονιοφόρων» και να προβάλλουν την ισχύ τους στη θάλασσα αλλά και την αποφασιστικότητα τους να παραμείνουν προσηλωμένοι μέχρι τελείας στις αξιώσεις τους έναντι των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.

Το γεγονός ότι η Τουρκία επέλεξε να στήσει σκηνικό έντασης όχι στην ανοιχτή θάλασσα μεταξύ Ρόδου και Καστελόριζου αλλά μια «ανάσα» από τις ακτές της Κάσου και της Καρπάθου στα όρια των εθνικών χωρικών υδάτων μόνο τυχαίο δεν ήταν και δείχνει την μαξιμαλιστική της πρόθεση να διεκδικήσει όχι μέρος αλλά το σύνολο της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ που θεωρεί ότι της ανήκει.

Έστειλε τα πλοία της στα όρια των εθνικών χωρικών υδάτων δύο μεγάλων κατοικημένων νησιών του Αιγαίου με στόχο να διαμηνύσει στην Αθήνα ότι θα πρέπει να ξεχάσει κάθε σκέψη περί υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στην ανατολική Μεσόγειο και να ακυρώσει στην πράξη το Σύμφωνο Ελλάδας και Αιγύπτου. Στην πραγματικότητα,  το μεγάλο εμπόδιο στα αναθεωρητικά σχέδια της Τουρκίας, με πρωταρχικό σκοπό τον πλήρη έλεγχο στη θάλασσα, αποτελούν τα ελληνικά νησιά και κυρίως αυτά στο νοτιοανατολικό Αιγαίο, από την Κρήτη έως και το Καστελόριζο.

Η ενίσχυση του τουρκικού Στόλου

Η Τουρκία έχει δείξει εδώ και αρκετά χρόνια ότι ποντάρει και επενδύει στη ναυτική ισχύ με τη ναυπήγηση μεγάλων μονάδων επιφανείας αλλά και την εγχώρια κατασκευή ναυτικών όπλων. Το ελικοπτεροφόρο αμφίβιων επιχειρήσεων TCG Anadolu ήδη λαμβάνει μέρος σε ασκήσεις και γυμνάσια ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται το πρόγραμμα ναυπήγησης καινούργιων φρεγατών και κορβετών εγχώριας κατασκευής.

Ταυτόχρονα, με τα έξι υποβρύχια τύπου «214» επιδιώκει να εξασφαλίσει την κυριαρχία κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας εκεί όπου τα τελευταία χρόνια το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό έχει ξεκάθαρο πλεονέκτημα με τα υποβρύχια κλάσης «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» και το εκσυγχρονισμένο «ΩΚΕΑΝΟΣ».

Επίσης, δείχνει διάθεση σε κάθε ευκαιρία να προβάλλει το αριθμητικό της πλεονέκτημα έναντι του ελληνικού Στόλου, καθώς η μόνη ενίσχυση σε Μονάδες κρούσης για το Πολεμικό μας Ναυτικό ήταν τα τελευταία χρόνια η παραλαβή των πυραυλακάτων «ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗΣ» και «ΒΛΑΧΑΚΟΣ» το 2020 και 2022 αντίστοιχα, τα οποία θα έπρεπε να είχαν προστεθεί στο οπλοστάσιο του Στόλου αρκετά χρόνια νωρίτερα.

Η ναυτική ισχύς είναι η απάντηση

Όλες οι κύριες Μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού είναι ήδη φορτωμένες με χιλιάδες μίλια στη θάλασσα και δεκάδες χρόνια επιχειρησιακής λειτουργίας στην «πλάτη» τους, ενώ η έως τώρα συμμετοχή στην ευρωπαϊκή επιχείρηση «ΑΣΠΙΔΕΣ» και στην εμπόλεμη ζώνη του Κόλπου του Άντεν, έδειξε ότι τα πιο ισχυρά πλοία του Στόλου, οι φρεγάτες ΜΕΚΟ, υπολείπονται μακράν σε ηλεκτρονικά συστήματα και αισθητήρες σε σχέση με τα σύγχρονα πλοία, την ώρα μάλιστα που το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού τους παραμένει ακόμα υπό συζήτηση.

Όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά, το Πολεμικό Ναυτικό θα μπορούσε να διαχειριστεί με πολύ καλύτερους όρους κάθε προσπάθεια από την Τουρκία να στήσει σκηνικό έντασης στο Αιγαίο εάν διέθετε ήδη τέσσερις εκσυγχρονισμένες φρεγάτες ΜΕΚΟ και εάν περίμενε να παραλάβει όχι τρεις αλλά τέσσερις φρεγάτες Belharra μαζί με τέσσερις καινούργιες κορβέτες, σύμφωνα με τον σχεδιασμό που είχε γίνει τα προηγούμενα χρόνια, αλλά εν τέλει δεν προχώρησε για μια σειρά από αιτίες.

Φωτογραφία ΓΕΝ