Στη φωτογραφία ο Α/ΓΕΝ με τον κυβερνήτη ενός από τα πιο σύγχρονα πολεμικά πλοία στο κόσμο,αυτή τη στιγμή.Στο HMS DARING (Type 45 Destroyer),το οποίο βρέθηκε στη Σούδα για να περάσει από FORACS,σ΄ έναν από τους τρεις σταθμούς που διατηρεί το ΝΑΤΟ.
Από τον Ιανουάριο του 1974 η Ελλάδα συνυπέγραψε μαζί με άλλα 7 κράτη (ΗΠΑ, Καναδά, Γερμανία, Νορβηγία, Δανία, Ιταλία, Μ. Βρετανία) συμφωνία συμμετοχής (μέσω MOU) στη λειτουργία του NATO Naval Forces Sensor and Weapon Accuracy Check Sites (NATO FORACS). Η ανωτέρω σύμπραξη των 8 χωρών χρηστών-μελών του ΝΑΤΟ συντηρεί 3 σταθμούς FORACS που βρίσκονται στο Stavanger Νορβηγίας (NFN) από το 1978, στη Σούδα (NFG) από το 1984 και στο West Palm Beach-Andros Island στις ΗΠΑ (NFA) από το 1994.
Σκοπός του NATO FORACS είναι η παροχή στις Ναυτικές Μονάδες του ΝΑΤΟ της δυνατότητας εκτέλεσης ελέγχων ακριβείας των αισθητήρων Η/Ν, οπλισμού και ναυτιλίας, καθώς και ο καθορισμός κριτηρίων ακριβείας αυτών.
Στο σταθμό FORACS της Κρήτης, εκτελούνται κατά μέσο όρο 20 έλεγχοι ανά έτος πλοίων, Ε/Π, Υ/Β, κυρίως του Ελληνικού ΠΝ και του ναυτικού Μ. Βρετανίας, καθώς και άλλων χωρών της σύμπραξης. Επιπλέον ετησίως εκτελούνται φορητοί έλεγχοι σε πλοία του Ιταλικού ΠΝ σε ναυτικές βάσεις Ιταλίας.
Από το 2006 και μέχρι σήμερα, εκτελούνται επιπρόσθετα έλεγχοι επιχειρησιακής ικανότητας OCCC (Operational Capability Confidence Checks) μονάδων του Βρετανικού ναυτικού πριν την εκτέλεση αποστολή τους σε περιοχή της Μέσης Ανατολής και της ανατολικής Αφρικής.
Ο σταθμός FORACS στη Σούδα Κρήτης (NFG) στελεχώνεται από ελληνικό προσωπικό και συγκεκριμένα από 20 μόνιμους πολιτικούς υπαλλήλους με επικεφαλής ανώτερο αξιωματικό του ΠΝ. Η συνεχής εκπαίδευση του προσωπικού στα νέα συστήματα έχει ως αποτέλεσμα την παροχή υπηρεσιών υψηλού επιπέδου, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την παρουσία σύγχρονων μονάδων του ναυτικού Μ. Βρετανίας.
Η λειτουργία του σταθμού FORACS στην Κρήτη αποτελεί ένα υψηλής στρατηγικής σημασίας πλεονέκτημα για την Ελλάδα, ιδιαίτερα λόγω της υπάρχουσας κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή.