Η ευτυχής κατάληξη με την πτώση του μαχητικού αεροσκάφους F-16 και τη διάσωση του κυβερνήτη, του 29χρονου υποσμηναγού, στην περιοχή της Ψαθούρας, «ξυπνά μνήμες» από την πτώση ενός F-4 Phantom και την διάσωση των δύο πιλότων του στο Ιόνιο Πέλαγος.
Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και το καλοκαίρι του 1984, όταν ο Αντιπτέραρχος ε.α σήμερα Κωνσταντίνος Ιατρίδης μαζί με τον συγκυβερνήτη του κατάφεραν να βγουν ζωντανοί από το μαχητικό αεροσκάφος, με το οποίο πετούσαν στην θαλάσσια περιοχή της Κεφαλονιάς.
Έχουν περάσει σχεδόν 40 χρόνια από τη νύχτα που το αεροσκάφος, στο οποίο ο κυβερνήτης τότε Σμηναγός Ιατρίδης παραδόθηκε στις φλόγες και κατέπεσε στη θάλασσα του Ιονίου. Ο ανώτατος αξιωματικός μαζί με τον συγκυβερνήτη του κατάφεραν να «αποδράσουν» από το F-4 Phantom και πάλεψαν περίπου έξι ώρες με τα μανιασμένα κύματα, έως ότου τους περισυνελλέξει πλοίο που έσπευσε για τη διάσωση τους.
Το χρονικό της πτώσης του F-4 Phantom
«Ήταν βράδυ 19 Ιουλίου του 1984 όταν απογειωθήκαμε (ζευγάρι αεροσκαφών, εγώ ως Νο 2) από το αεροδρόμιο της Ανδραβίδας και κατευθυνθήκαμε στην περιοχή χαμηλών αναχαιτήσεων δυτικά της Κεφαλονιάς, με σκοπό να εκπαιδευτούμε σε χαμηλές αναχαιτίσεις νυκτός. Μετά από 15 λεπτά πτήση και μπαίνοντας στην περιοχή διαχωριστήκαμε και αρχίσαμε να κατεβαίνουμε», περιγράφει ο απόστρατος.
«Γύρω στα 2000 πόδια κατερχόμενος για να πάρω το ύψος της άσκησης (1000 πόδια) , άκουσα ένα »γκάπ» στο αεροπλάνο, συνοδευόμενο με ένα μικρό τράνταγμα. Διερωτήθηκα τι να ήταν αυτό, διότι έμοιαζε κάτι σαν να χτύπησε το αεροπλάνο μου. Κοίταξα ασυναίσθητα τα όργανα, αλλά δεν είχα καμία παράξενη ένδειξη. Δεν πρόλαβα όμως να βγάλω το κεφάλι μου έξω και ανάβει το έντονο κόκκινο φως του δεξιού κινητήρα με την ένδειξη “FIRE”».
Ο σμηναγός τότε της Πολεμικής Αεροπορίας, που είχε για συγκυβερνήτη στο Phantom F- 4 τον τότε υποσμήναγο Γ. Γερούλη, δεν τα έχασε ούτε για μια στιγμή. «Αμέσως τραβάω το χειριστήριο πίσω για να κερδίσω ύψος, ενώ ταυτόχρονα στρέφω προς το Αεροδρόμιο. Φέρνω τη μανέτα του δεξιού κινητήρα πίσω αναμένοντας πως θα έσβηνε το λαμπάκι, αλλά δυστυχώς αυτό δεν έσβησε. Κοιτάω το δεξί φτερό και στη συνέχεια το καθρεφτάκι για να δω την άτρακτο του αεροσκάφους. Μια μπλε φλόγα τύλιγε τη βάση της πτέρυγας και την άτρακτο του αεροσκάφους», συνεχίζει.
«Σβήνω αμέσως τον δεξιό κινητήρα, ενώ ταυτόχρονα προώθησα την μανέτα του αριστερού κινητήρα για να μην μειωθεί η ταχύτητα. Για κακή μου τύχη άναψε και το αριστερό έντονο κόκκινο λαμπάκι με την ένδειξη “FIRE”!! Υπήρχε φωτιά και στον αριστερό κινητήρα. Ανέφερα το πρόβλημα στον Νο 1 (στο άλλο αεροσκάφος) ότι έχω φωτιά και στους δύο κινητήρες. Το αεροπλάνο βούλιαζε επικίνδυνα και ενημέρωσα τον συγκυβερνήτη μου ότι εγκαταλείπουμε».
Η απότομη πτώση από το αεροσκάφος
Στη συνέχεια ο ανώτατος αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας, αφηγείται τις στιγμές αγωνίας που ακολούθησαν από τη στιγμή της εκτίναξης από το αεροσκάφος έως την πτώση του στη θάλασσα.
«Τράβηξα τότε την χειρολαβή εγκατάλειψης με δύναμη, αισθάνθηκα να σηκώνομαι μαζί με το κάθισμα και μετά τίποτε, αναίσθητος, δεν θυμάμαι τίποτε. Είχα χάσει τις αισθήσεις μου από τα πολλά G’s! (22 G’s κατά την εγκατάλειψη που σημαίνει 22 φορές το βάρος μου). Ξαφνικά άρχισα να ανακτώ τις αισθήσεις μου. Αισθάνθηκα ότι με κλωτσάνε στο πρόσωπο πολύ δυνατά και να στροβιλίζομαι από τον αέρα. Δεν έβλεπα, δεν καταλάβαινα τίποτε άλλο πέρα από το κτύπημα και μια βοή. Δεν καταλάβαινα αν ζούσα ή αν ονειρευόμουν! Ξαφνικά όλα αυτά εξαφανίστηκαν», αναφέρει ο Αντιπτέραρχος και συμπληρώνει:
«Έπεφτα πολύ γρήγορα. Κάτι γινόταν και η θάλασσα πλησίαζε. Εγώ περιστρεφόμουν και ταλαντευόμουν, κάτι δεν πήγαινε καλά! Δίπλα μου σχεδόν σε μικρή απόσταση είδα πολύ αφρό και άσπρους κύκλους. Ήταν το σημείο που έπεσε το αεροπλάνο μου. Ευτυχώς το αλεξίπτωτο άνοιξε».
Η περιπέτεια όμως του σμηναγού και του συγκυβερνήτη του δεν τέλειωσε εκεί. Καθώς θα έπρεπε να παλέψουν με τη μανιασμένη θάλασσα του Ιονίου Πελάγους και να κρατηθούν στην επιφάνεια μέχρι τη στιγμή που θα έρχονταν τα σωστικά μέσα.
«Ενεργοποίησα αμέσως τα σωσίβια που φορούσα. Ευτυχώς δούλεψαν και φούσκωσαν αμέσως. Η βάρκα που υπήρχε κάτω από το κάθισμα ενεργοποιήθηκε αυτόματα με την εγκατάλειψη. Τώρα έπρεπε να κοιτάξω τι γίνεται με την πτώση μου στην φουρτουνιασμένη θάλασσα (δυνατός άνεμος εντάσεως 8 μποφόρ), φέρνοντας στο μυαλό μου όλα όσα έμαθα στην εκπαίδευση μόλις έρθω σε επαφή με το νερό». λέει ο κ. Κωνσταντίνος Ιατρίδης.
Έξι ώρες «μάχη» με τα κύματα
Στη συνέχεια, περιγράφει πώς κατάφερε να ανέβει στη βάρκα, να ανοίξει το κιτ επιβίωσης και να μιλήσει στον ασύρματο με τον κυβερνήτη του άλλου αεροσκάφους. Ήξερε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να περισυνελλέγει πριν το ξημέρωμα, καθώς η Πολεμική Αεροπορία δεν διέθετε τότε ελικόπτερο νυχτερινής διάσωσης.
«Προσπάθησα να ξεπεράσω τις σκέψεις μου και τους φόβους μου. Τα κύματα ήταν πολύ μεγάλα, το αλεξίπτωτο μπερδεύτηκε στην άγκυρα της βάρκας και παρέμεινε ανοιχτό μέσα στο νερό με αποτέλεσμα να δέχομαι πιο έντονα τον κυματισμό και τις ταλαντώσεις και άρχισα σιγά- σιγά να ζαλίζομαι και να αισθάνομαι ναυτία. Οι πρώτες ώρες πέρασαν σχετικά καλά. Όσο όμως περνούσε ο χρόνος, τόσο δυσκόλευαν τα πράγματα. Ο δυνατός αέρας με πάγωνε όταν ήμουν στις κορυφές των κυμάτων». Τελικά μετά από περίπου έξι ώρες μάχης με τα κύματα, ένα πλοίο προσέγγισε τον κυβερνήτη του μαχητικού αεροσκάφους.
«Μετά από αρκετές προσπάθειες λόγω των μεγάλων κυμάτων, με περισυνέλλεξε και βρέθηκα στη ζεστή καμπίνα του Κυβερνήτη, ο οποίος μου έδωσε ζεστές κουβέρτες και τσάι για να συνέλθω και να ζεσταθώ. Εκεί είδα με μεγάλη ανακούφιση και χαρά και τον συγκυβερνήτη μου, τον οποίο είχε περισυλλέξει προηγουμένως. Ήταν ευτυχώς και αυτός σώος», καταλήγει.
Με πληροφορίες από: Inkefalonia / Φωτογραφίες αρχείου