Το βασικό συμπέρασμα της μελέτης του καθηγητή είναι ο ορισμός ως κράτος- «αποικία χρέους» μια χώρας η οποία βρίσκεται στο κάτω μέρος της αλυσίδας κρίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης , στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, με δραστικό περιορισμό της κυριαρχίας , που υπόκειται στην άμεση εποπτεία τρίτων δυνάμεων, με εσωτερικούς θεσμούς οι οποίοι καλούνται να επικυρώνουν αποφάσεις από τρίτα μέρη τα οποία δρουν διεθνώς και χαρακτηρίζονται από αυταρχισμό και οικονομικό εθνικισμό.
«Σε μια εποχή που η Ευρώπη άλλαζε, η Ελλάδα βρέθηκε με ηγεσίες που δεν είχαν αντιληφθεί αυτές τις αλλαγές» τονίζει στην εισαγωγή, επισημαίνοντας ότι «η Ελλάδα, μια σχετικά μικρή χώρα της Ευρώπης, χρησιμοποιήθηκε ως πειραματόζωο των νέων πολιτικών της Γερμανίας». Και συνεχίζει: «Η ίδια η Γερμανία, αρχικά αντιμετώπισε την κρίση με την πρόθεση να μην έχει απώλειες από τυχόν ελληνική χρεοκοπία και να την ξεφορτωθεί από πάνω της, αλλά μετά άρχισε να ανακαλύπτει τις νέες αυτοκρατορικές δυνατότητές της. Το πράγμα… ήρθε κι έδεσε με τις επιλογές των κυριάρχων ομάδων της Ελλάδας».
Στο πρώτο μέρος διερευνά πως ορίζεται μέσα στην ιστορία μια αυτοκρατορία και πως εξελίσσεται στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Μετά εξετάζει τις αυτοκρατορίες την εποχή της γέννησης του καπιταλισμού, την εποχή του ελεύθερου ανταγωνισμού και τώρα της διεθνοποίησης. Αναλύει τις αποικιοκρατικές αυτοκρατορίες της Πορτογαλίας, της Ολλανδίας και της Μεγάλης Βρετανίας, τις νομαδικές αυτοκρατορίες με επίκεντρο αυτή των Μογγόλων και τη γερμανική αυτοκρατορία μεταξύ του 19ου και 20ου αιώνα. Εξετάζει τον γερμανικό αποικιοκρατικό ρατσισμό και το σύγχρονο οικονομικό εθνικισμό, για να καταλήξει στη θεωρία του Αυτοκρατορικού Τριγώνου.
Στο δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αναλύει τα δύο χαρακτηριστικά της αυτοκρατορίας που είναι η οι διαβαθμίσεις και η επέμβαση στο εσωτερικό τρίτων χωρών. Και υπογραμμίζει τη θεσμική εμβάθυνση και τη γεωγραφική διεύρυνση, την διαφοροποίηση στην κοινή αλυσίδα των κρατών- μελών και την ανισοτιμία των κρίκων.
Στο τρίτο κεφάλαιο μελετά τη διεθνή θέση της Γερμανίας. Εξηγεί την άποψή του ότι η χώρα αυτή κατέχει τη υψηλότερη βαθμίδα στην αλυσίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαθέτοντας την πρωτοκαθεδρία στο Αυτοκρατορικό Τρίγωνο και παίζει το ρόλο της ισχυρής χώρας- τιμωρού. Παραθέτει τα ιστορικά αίτια της σημερινής της συμπεριφοράς, τα όρια επιβολής της, την συμπεριφορά των κυρίαρχων ομάδων στη Γερμανία, την εγκατάλειψη του παλιού γερμανικού φιλελληνισμού και την μετεξέλιξη του παραδοσιακού επιθετικού εθνικισμού σε οικονομικό εθνικισμό.
Στο τέταρτο κεφάλαιο ερμηνεύει την θεωρητική αναγωγή του όρου «αποικία χρέους», προτείνοντάς τον ως το όρο που προσιδιάζει στην ελληνική περίπτωση. Αναλύει τον τρόπο μετατροπής της Ελλάδας σε αποικία χρέους και τη διαφορά με τον όρο προτεκτοράτο που αφορά χώρες όπως η Βοσνία και το Κόσσοβο. Επιχειρεί να δείξει ότι η χώρα μας καθίσταται μια συμπληρωματική οικονομία τρίτων χωρών με την νέου τύπου εξάρτηση να έχει μεν ως μοχλό το χρέος , αλλά να είναι πρωτίστως θεσμικού και πολιτικού χαρακτήρα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η ενότητα για τα κέρδη της Γερμανίας. Διαβάζουμε λοιπόν ότι η χώρα αυτή, όχι μόνο δεν είναι θύμα της κρίσης μα το αντίθετο. Πέρα από τα γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά οφέλη, στα δέκα χρόνια του ευρώ, έχει αποκομίσει κέρδη αυξάνοντας το εμπορικό της ισοζύγιο κατά 265 %, σύμφωνα με μελέτη του γερμανού βουλευτή της αριστεράς Μ. Σιχτ, υπεύθυνου για τα οικονομικά. Επιβάλλοντας στο πρώτο Μνημόνιο επιτόκιο μεταξύ 5 % και 6% , οι Γερμανοί έβγαλαν χρήματα εις βάρος των Ελλήνων , όπως χαρακτηριστικά είπε ο ευρωβουλευτής των πρασίνων Κον Μπεντίτ. Μόνο τους πρώτους επτά μήνες του 2012 η Γερμανία , η Φινλανδία, η Αυστρία και η Ολλανδία, κάλυψαν από το μαύρο χρήμα το νότου, που πήγε στην Ελβετία, το 48 % των δανείων τους. Σύμφωνα με τον διευθυντή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας Ρέγκλινγκ , η Γερμανία κερδίζει από τη σκοπιά των χρηματοπιστωτικών μεγεθών και από τις εισπράξεις των επιτοκίων πολύ περισσότερα απ΄όσα πληρώνει. Μελέτη της Σίτιγκρουπ υπολόγισε τα κέρδη των γερμανών εξαγωγέων σε 100 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο του Μνημονίου , ποσό πολλαπλάσιο της συμμετοχής του γερμανικού κράτους στο ταμείο διάσωσης που ήταν 8,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Βέβαια, τα περισσότερα κέρδη δεν πάνε στις τσέπες της πλειοψηφίας των Γερμανών- επισημαίνει ο συγγραφέας – αλλά στους ολιγάρχες της χώρας, με αποτέλεσμα στην κρίση του χρέους οι πλούσιοι Γερμανοί να γίνονται πλουσιότεροι, όπως κατήγγειλε ο γερμανός βουλευτής των Πρασίνων Τρίτιν.
Πέρα από τη οικονομική διάσταση της κυριαρχίας ο μελετητής καταθέτει και την πολιτιστική δικαιολόγηση της στην ιστορική εξέλιξη: Υπογραμμίζει πως η Ευρώπη θεωρούσε τις αυτοκρατορίες τις ότι έχουν αποστολή εκπολιτισμού και, κατά προέκταση, τονίζει οτι η Δύση αντιλήφθηκε το ρόλο τους ως μηχανισμούς εκσυγχρονισμού και υποταγής . «Σήμερα- καταλήγει- ο ρατσισμός δεν είναι βιολογικός. Το ζητούμενο δεν είναι αν υπάρχουν ανθρωπόμορφα όντα που δεν είναι άνθρωποι, αν μπορούν, χωρίς χριστιανικές τύψεις, να εξοντωθούν ή να γίνουν σκλάβοι. Η δυτική κουλτούρα το έχει ξεπεράσει αυτό. Δεν συνάδει άλλωστε με τις θεωρίες της για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σήμερα η Δύση μετακινήθηκε από ρατσιστική – βιολογική αλαζονεία σε μια πολιτιστική εκσυγχρονιστική αλαζονεία».
Ο Νίκος Κοτζιάς σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες, Πολιτική και Φιλοσοφία, Δίκαιο και Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση στην Ελλάδα και στη Δυτική Γερμανία. Εργάσθηκε ως ερευνητής και δίδαξε στα Πανεπιστήμια Μαρβούργου, Οξφόρδης και Χάρβαρντ. Είναι καθηγητής Πολιτικών Θεωριών και Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιά. Επιμελήθηκε την έκδοση 67 βιβλίων, έχει συγγράψει 25 επιστημονικά έργα, μία ποιητική συλλογή, 300 επιστημονικά κείμενα και πάνω από 4.000 πολιτικά άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά . Υπήρξε εμπειρογνώμονας στο Υπουργείο Εξωτερικών από το 1992 έως το 2008. Για χρόνια ήταν στέλεχος της κομμουνιστικής Αριστεράς με αντιχουντική δράση.