Του ΠΑΣΧΑΛΗ ΚΟΡΩΝΑΙΟΥ*
Παγιδευμένη στο αδιέξοδο των δικών της αποφάσεων, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, με τον τρόπο που εφαρμόζει το πρόγραμμα διαθεσιμότητας, ετοιμάζεται να δώσει τη χαριστική βολή στις επιχειρησιακές δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεων, ιδιαίτερα του Πολεμικού Ναυτικού και της Πολεμικής Αεροπορίας.
Προκειμένου να καλυφθεί ο -κατά παραγγελία- αριθμός των 500 εργαζομένων, που θα τεθούν σε διαθεσιμότητα, προχωρεί σε οριζόντια επιλογή στρεφόμενη αποκλειστικά σε όσους έχουν «Σύμβαση Εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου» (ΣΕΙΔΑΧ). Στο Πολεμικό Ναυτικό είναι 165, στην Πολεμική Αεροπορία 130 και στο Στρατό 86. Αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού, που μάλιστα υπηρετούν σε κρίσιμες θέσεις και τομείς, στην επιχειρησιακή αλυσίδα.
Με αυτή την επιλογή, προχωρούν σε διαθεσιμότητα χωρίς να προηγηθεί αξιολόγηση των δομών και του συνόλου του προσωπικού, όπως ορίζει ο νόμος, χωρίς να ληφθούν υπόψη τα προσόντα και οι διαδοχικές μετεκπαιδεύσεις, που έχουν γίνει με έξοδα της υπηρεσίας, αλλά και χωρίς να ληφθούν υπόψη οι καθημερινές λειτουργικές ανάγκες.
Τεχνογνωσία
Ενδεικτικό είναι ότι από την επόμενη κιόλας ημέρα θα βρεθούν χωρίς καθόλου τεχνικό προσωπικό υπηρεσίες και ολόκληρα συνεργεία, κυρίως σε πολεμικούς ναυστάθμους, δημιουργώντας ένα κενό, που στην καλύτερη περίπτωση θα καλυφθεί σε διάστημα τριών έως πέντε ετών, ακόμα και εάν οι θέσεις αυτές πληρωθούν μέσω μετακινήσεων προσωπικού ή νέων προσλήψεων. Και αυτό διότι οι εξειδικεύσεις του τεχνικού προσωπικού σε οπλικά συστήματα και μηχανές, μέσα επικοινωνίας, συσκευές εντοπισμού κ.ά. προϋποθέτουν εξειδίκευση και εμπειρία ετών, προκειμένου το προσωπικό να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του.
Σε κάθε περίπτωση η πολύτιμη τεχνογνωσία αποτελεί κεφάλαιο, που έχει αποκτηθεί μέσω επενδύσεων ετών και λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής ισχύος για μια σύγχρονη πολεμική μηχανή. Και είναι δεδομένο πως η αδυναμία του τομέα της τεχνικής υποστήριξης εκμηδενίζει τόσο την αξία του οπλικού συστήματος όσο και την επένδυση που προηγήθηκε.
Χαρακτηριστικό είναι ότι σε ένα μόνο συνεργείο, όπου επισκευαζόταν σύστημα πυροβόλου όπλου (Oto Melara), όταν αποχώρησε μέσω της διαδικασίας της εφεδρείας το 2011 ο μοναδικός εξειδικευμένος τεχνικός (ΣΕΙΔΑΧ), το κόστος επισκευών εκτοξεύθηκε: στο διάστημα αυτό μέχρι σήμερα έχει δοθεί πάνω από ένα εκατ. ευρώ σε ιδιωτικές ξένες εταιρείες και χωρίς να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητα του υλικού στο βαθμό που απαιτεί το Π.Ν. Και αυτό όταν το κόστος για το Π.Ν. ήταν μόλις ο μισθός ενός εργαζομένου!
Τα ίδια και χειρότερα αναμένεται να συμβούν και σήμερα. Τις επισκευές θα αναλάβουν ξένες εταιρείες -κατά βάση οι κατασκευάστριες- με υπέρογκα κόστη, τα οποία ούτως ή άλλως το Π.Ν. δεν μπορεί να καλύψει λόγω των μειωμένων προϋπολογισμών, με αποτέλεσμα να πέσει η μαχητική ικανότητα του στόλου να τίθεται σε δοκιμασία. Με αυτό τον τρόπο όχι μόνο δημοσιονομικό όφελος δεν προκύπτει, αλλά εκτοξεύεται το κόστος συντήρησης και επισκευών.
Κρίσιμα συστήματα
Το εξειδικευμένο προσωπικό στο Π.Ν. μέσω της διαθεσιμότητας θα βρεθεί -στην καλύτερη περίπτωση- σε κάποια άλλη θέση σε άλλο υπουργείο ή οργανισμό, όπου δεν θα αξιοποιηθούν οι ιδιαίτερες δεξιότητες και γνώσεις τους. Το Π.Ν. σε περίοδο ασκήσεων ή επιχειρήσεων θα στερηθεί κρίσιμων συστημάτων στην επιχειρησιακή αλυσίδα.
Για παράδειγμα, στις συσκευές εντοπισμού, επικοινωνιών, κρυπτοκάλυψης μέχρι αυτοματισμούς οπλικών συστημάτων δεν θα μπορούν να είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή, είτε γιατί θα έχουν σταλεί στις κατασκευάστριες εταιρείες προς επισκευή είτε επειδή θα στοιβάζονται στα συνεργεία του ναυστάθμου μέχρι να βρεθούν κονδύλια απαραίτητα για επισκευές.
Οπως και στην Υδρογραφική Υπηρεσία, όπου μεταξύ άλλων ασχολούνται με τα θαλάσσια σύνορα και εξειδικευμένη χαρτογράφηση για επιχειρήσεις, υπηρετούν οχτώ υπάλληλοι εκ των οποίων οι επτά είναι ΣΕΙΔΑΧ και μπαίνουν σε διαθεσιμότητα. Αντίστοιχες «τρύπες» θα δημιουργηθούν στο στρατό και την αεροπορία, ιδιαίτερα σε πολεμικές μοίρες (ραντάρ, τεχνικά συνεργεία κ.ά.).
Ολα τα παραπάνω είναι σε γνώση της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, που μοιάζουν να σφυρίζουν αδιάφορα. Παρ’ ότι όλοι αναγνωρίζουν ότι θα υπάρξει τεράστιο πρόβλημα, έχουν φτάσει στο «παρά πέντε» χωρίς να έχει βρεθεί λύση. Ευθύνη τώρα της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας είναι να βρεθεί ο τρόπος, ώστε το κεφάλαιο αυτό τεχνογνωσίας και εμπειρίας να μην καταλήξει αλλού άνευ αντικειμένου, αλλά να συνεχίσει να προσφέρει.
*enet.gr