Ο Βρεταννικός (Britannic) ήταν ένα από τα μεγαλύτερα υπερωκεάνια της γραμμής του Βορείου Ατλαντικού στις αρχές του 20ου αιώνα.
Το πρωινό της 21ης Νοεμβρίου 1916 ο «Βρεταννικός», αδελφό πλοίο του «Τιτανικού», ναυπηγημένο στο Μπέλφαστ, βυθίστηκε στο στενό Κέας – Μακρονήσου, τρία μίλια από την ακτή.
Αν και δεν πρόλαβε να μπει ποτέ σε ενεργό υπηρεσία λόγω της έναρξης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου είναι αρκετά γνωστό επειδή ήταν αδελφό πλοίο του θρυλικού Τιτανικού (Titanic) και του Ολυμπιακού (Olympic). Καθελκύστηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 1914.
Μετά την έκρηξη του πολέμου, επιτάχθηκε από το Βρετανικό Ναυαρχείο και μετατράπηκε βιαστικά σε πλωτό νοσοκομείο. Χρησιμοποιήθηκε με την ιδιότητα αυτή από το Βασιλικό Ναυτικό στη Μεσόγειο για την εκκένωση χιλιάδων τραυματιών από τα πολεμικά μέτωπα της Τουρκίας (εκστρατεία Καλλίπολης),των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής.
Στα πλαίσια αυτών των επιχειρήσεων το γιγαντιαίο υπερωκεάνιο ολοκλήρωσε με επιτυχία 5 αποστολές, μεταφέροντας περίπου 15.000 τραυματίες στην Αγγλία.
Η βύθιση του πλοίου
Κατά τη διάρκεια της έκτης αποστολής, στις 08:12 της 21ης Νοεμβρίου 1916 το πλοίο κλυδωνίστηκε απροειδοποίητα από μια ισχυρή έκρηξη ενώ έπλεε στο Στενό της Κέας με προορισμό το νοσοκομειακό σταθμό της Λήμνου. Παρά το γεγονός ότι ο σχεδιασμός του σκάφους είχε βελτιωθεί σημαντικά μετά το ναυάγιο του Τιτανικού, το πλοίο βυθίστηκε ύστερα από μόλις 55 λεπτά λόγω των ανοιχτών υδατοστεγών θυρών που σε κάθε άλλη περίπτωση θα απέτρεπαν την βύθιση του πλοίου. Διευκρινίζεται πως ο Βρετανικός μπορούσε να επιπλεύσει με τα έξι πρώτα στεγανά διαμερίσματα να είναι πλημμυρισμένα σε αντίθεση με τα τέσσερα πρώτα στον Τιτανικό. Αιτία της βύθισης ήταν η έκρηξη τορπίλης την οποία είχε εκτοξεύσει το γερμανικό υποβρύχιο U-73.
Τα θύματα του ναυαγίου
Τα θύματα ήταν μόνο 30 (21 μέλη του πληρώματος, 9 άνδρες του Βασιλικού Υγειονομικού Σώματος), μιας και μετά το ναυάγιο του Τιτανικού τα πλοία της εποχής ήταν κατάλληλα εξοπλισμένα με σωστικά μέσα, αλλά και επειδή το ναυάγιο έγινε κοντά στην Κέα. Έτσι, τα υπόλοιπα 1.300 περίπου άτομα που επέβαιναν μπόρεσαν να διασωθούν. Τα περισσότερα θύματα σκοτώθηκαν λόγω της πρόωρης καθέλκυσης των σωστικών λέμβων τους.
Οι μηχανές του πλοίου δούλευαν ακόμη όταν οι βάρκες αυτές κατέβηκαν, επειδή το πλοίο ήταν κοντά στην ακτή της Κέας και ο πλοίαρχος Τσαρλς Μπάρτλετ (Charles Bartlett) πίστευε πως θα μπορούσε να προσαράξει το πλοίο στην ακτή, αποφεύγοντας τη βύθιση. Έτσι 2-3 λέμβοι παρασύρθηκαν από τη δίνη που δημιουργούσαν οι έλικες και οι επιβαίνοντες κυριολεκτικά κομματιάστηκαν από αυτές. Ελάχιστοι πρόλαβαν να γλυτώσουν και από αυτούς που τα κατάφεραν οι περισσότεροι υπέστησαν ακρωτηριασμούς. Είναι αξιοσημείωτο ότι ανάμεσα σε αυτούς που γλύτωσαν ήταν η Βιολέτα Τζέσοπ (Violet Jessop), που είχε επιζήσει και απ’ το ναυάγιο του Τιτανικού ενώ επέβαινε και στον Ολυμπιακό, την ημέρα της σύγκρουσης του με το πολεμικό πλοίο HMS Hawke.
Οι νεκροί αφέθηκαν στην θάλασσα, ενώ οι τραυματίες μεταφέρθηκαν προσωρινά στο λιμάνι της Κέας για λάβουν τις πρώτες βοήθειες. Οι νοσοκόμες και οι γιατροί του πλοίου κατάφεραν με τα ελάχιστα μέσα που είχαν στην διάθεση τους (κουβέρτες, σωσίβια, στολές) να κατασκευάσουν αυτοσχέδιους επιδέσμους, περιμένοντας την άφιξη των πλοίων διάσωσης στο χώρο του ναυαγίου. Τη διάσωση ανέλαβαν δύο αγγλικά αντιτορπιλλικά, το HMS Scourge και το HMS Heroic, τα οποία μετέφεραν τους διασωθέντες στον Πειραιά και στο Φάληρο το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Συνολικά, πέντε από τους τραυματίες υπέκυψαν στα τραύματα τους μετά τη διάσωση. Οι τέσσερις είναι θαμμένοι στο νεκροταφείο της Δραπετσώνας, στο χώρο που φιλοξενεί τα μνήματα της Βρετανικής Κοινοπολιτείας. Ο πέμπτος είχε ταφεί αρχικά στο λιμάνι της Κέας, αλλά πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι ο τάφος του μεταφέρθηκε στο Βρετανικό πολεμικό κοιμητήριο της Σύρου το 1921.
Το ναυάγιο ανακαλύφθηκε σε βάθος 120 μέτρων από τον Ζακ Κουστώ (Jacques Cousteau) το 1975. Ο ίδιος και η ομάδα του ήταν οι πρώτοι που το εξερεύνησαν ένα χρόνο αργότερα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ο Βρετανός ερασιτέχνης ιστορικός Σάιμον Μιλς (Simon Mills) αγόρασε το ναυάγιο. Η συνεισφορά του Μιλς στην έρευνα της ιστορίας του πλοίου ήταν μεγάλη, καθώς έγραψε δύο βιβλία, συμμετείχε στην παραγωγή αρκετών τηλεοπτικών προγραμμάτων και είχε βασικό ρόλο στην οργάνωση πολλών καταδυτικών αποστολών. Η αδειοδότηση και η εποπτεία κάθε καταδυτικής δραστηριότητας στο ναυάγιο ανήκουν στην Εφορία Ενάλιων Αρχαιοτήτων (Υπ. Πολιτισμού) καθώς αυτό βρίσκεται μέσα στα Ελληνικά χωρικά ύδατα. Αντίθετα με την επικρατούσα αντίληψη, το ναυάγιο δε θεωρείται στρατιωτικό νεκροταφείο από τη Βρετανική κυβέρνηση καθώς δεν υπάρχουν ανθρώπινα λείψανα στο εσωτερικό του ή γύρω από αυτό.