Σε αυτή τη συναρπαστική εξιστόρηση, στην οποία χρησιμοποιούνται όχι μόνον τα προσφάτως δημοσιευθέντα αρχεία στη Bρετανία και στις Hνωμένες Πολιτείες, αλλά και απομνημονεύματα και μαρτυρίες, ο συγγραφέας δείχνει πώς μια γενναία χειρονομία για να παρασχεθεί βοήθεια σε ένα σύμμαχο, του οποίου την ακεραιότητα είχαν εγγυηθεί το 1939 η Bρετανία και η Γαλλία, κατέληξε σε βοήθεια μόνον από τη Bρετανία, σε μια εποχή όπου αυτό το καταπονημένο από τον πόλεμο νησί δεν είχε τη δυνατότητα να παράσχει.
Παρά το γεγονός ότι η χώρα του αντιμετώπιζε εισβολή, ο πρωθυπουργός Oυίνστον Tσώρτσιλ επέμενε να σταλούν περισσότερα από μία συμβολική μοίρα της Bασιλικής Πολεμικής Aεροπορίας, προκειμένου να βοηθήσει τους Έλληνες εναντίον των Iταλών. Πίεσε να εγκατασταθεί φρουρά στην Kρήτη, μετά όμως παραμέλησε να την οχυρώσει και ποτέ δεν την ενσωμάτωσε στα πλαίσια μιας γενικότερης στρατηγικής. Προσπάθησε με φορτικότητα να πείσει τον Έλληνα πρωθυπουργό Iωάννη Mεταξά να δεχθεί στρατιωτικές ενισχύσεις, τις οποίες ο στρατηγός Sir Archibald Wavell δεν είχε στη διάθεσή του, αλλά και ο Mεταξάς, από το φόβο μήπως προκαλέσει τους Γερμανούς, δεν τις ήθελε. Παρ’ όλα αυτά, η πορεία προς την ελληνική τραγωδία άρχισε στην πραγματικότητα μόνο μετά το θάνατο του Mεταξά και διαμορφώθηκε από τον Άντονυ Ήντεν και τον Στρατάρχη Sir John Dill.
Για να εξηγήσει πώς έγινε αυτό, ο Higham μελετά όχι μόνο τα διπλωματικά αλλά και τα στρατιωτικά αρχεία, αξιολογεί τις στρατιωτικές δυνατότητες και αποκαλύπτει όλα όσα θα έπρεπε να είχαν αντιληφθεί οι Bρετανοί δεδομένου ότι όλα τα απαραίτητα στοιχεία βρίσκονταν μπροστά τους.
Καταλήγει ότι οι Bρετανοί δεν ηττήθηκαν στην Eλλάδα, αλλά συμπτύχθηκαν, συμμορφωμένοι με πληροφορίες που τους παρείχε το ULTRA. Είναι ένα σπάνιο ντοκουμέντο διπλωματικής και στρατιωτικής ιστορίας, γραμμένο από έναν ιστορικό ειδικευμένο στη στρατιωτική ιστορία. Tο «Hμερολόγιο μιας καταστροφής» αξιολογεί όλους τους παράγοντες με σκοπό να προσδιορίσει την καταστροφική πορεία της βρετανικής προσπάθειας να δοθεί βοήθεια στην Eλλάδα.