«Αναρμόδιος να με τιμωρήσεις», λέει ο Τσουκαράκης στον Α/ΓΕΕΘΑ και ζητά να παρουσιαστεί ενώπιόν του

Σκληραίνει η κόντρα ΣΥΣΜΕΔ-Α/ΓΕΕΘΑ ,με τον αντισυνταγματάρχη Ανέστη Τσουκαράκη να υποβάλει αναφορά με την οποία και αμφισβητεί την αρμοδιότητά του να τον τιμωρήσει με 10ήμερη φυλάκιση και ζητά να παρουσιαστεί ενώπιόν του.

Στην αναφορά ,γίνεται επίκληση διαφόρων κανονισμών και νόμων και καταλήγοντας ο αντισυνταγματάρχης ζητά “αυτοπρόσωπη εμφάνισή μου ενώπιον του κρίνοντος την παρούσα αρμοδίου οργάνου, οπότε και επιφυλάσσομαι συνοδευόμενος και από τον πληρεξούσιο δικηγόρο μου να αναπτύξω περαιτέρωτις απόψεις μου”.

1. Αναφέρω ότι παραπονούμαι σε πρώτο βαθμό κατά της πειθαρχικής ποινής της 10ήμερης φυλάκισης που μου επιβλήθηκε με το (α) σχετικό, και μου κοινοποιήθηκε την 5-2-2013, για τους κάτωθι βάσιμους λόγους:

α. Αναρμοδιότητα κ. Α/ΓΕΕΘΑ να με ελέγξει πειθαρχικά.
(1) Στην εν λόγω πειθαρχική ποινή δεν αναφέρεται καταρχήν ρητά η διάταξη από την οποία αντλεί ο κ. Α/ΓΕΕΘΑ την πειθαρχική του δικαιοδοσία.
(2) Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 67 του σχετικού (β), «Η πειθαρχική δικαιοδοσία του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας καθορίζεται από το Νόμο «Περί Υπουργείου Εθνικής Αμύνης» που ισχύει κάθε φορά».
(3) Σύμφωνα, επίσης, με το άρθρο 11 παρ. 13 του (γ) ομοίου, «Ο Αρχηγός Γ.Ε.ΕΘ.Α. έχει διοικητική και πειθαρχική δικαιοδοσία Αρχηγού Κλάδου για το στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό του Επιτελείου του και των Οργανικών Μονάδων του Γ.Ε.ΕΘ.Α. Προκαλεί την επέμβαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας για τον πειθαρχικό έλεγχο στους Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, σε ό,τι αφορά
στην εκπλήρωση των καθηκόντων του, όπως καθορίζονται από τον παρόντα νόμο».

(4) Σύμφωνα, ωσαύτως, με το άρθρο 1708 παρ. 1 του σχετικού (δ), «πειθαρχική δικαιοδοσία είναι το δικαίωμα που παρέχεται από τους Νόμους στον Υπουργό Εθνικής Αμύνης και στους ασκούντες Διοίκηση βαθμοφόρους του ΠΝ». στο δε πίνακα της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου δεν περιλαμβάνεται ο κ.Α/ΓΕΕΘΑ. Ίδια αντιμετώπιση υπάρχει και στους αντίστοιχους κανονισμούς Στρατού και Αεροπορίας. Ειδικότερα, στο σχετικό (β) και συγκεκριμένα, στο άρθρο 67 παρ. 2 πίνακας 1, δεν περιλαμβάνεται ο κ. Α/ΓΕΕΘΑ στους έχοντες πειθαρχική δικαιοδοσία. Αντιθέτως στο ίδιο άρθρο και στην παράγραφο 6 προβλέπεται ότι η πειθαρχική δικαιοδοσία του κ. Α/ΓΕΕΘΑ προβλέπεται στο νόμο περί ΥΕΘΑ, όπως ισχύει αυτός κάθε φορά. Στον Κανονισμό, δε, πειθαρχίας της Αεροπορίας, στο άρθρο 17 παρ. 2 δεν περιλαμβάνεται ο κ. Α/ΓΕΕΘΑ.

(5) Η προβλεπόμενη άσκηση πλήρους διοίκησης όλων των κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων που προβλέφθηκε στο άρθρο 11 παρ. 5 του σχετικού (γ) δεν περιλαμβάνει και πειθαρχικό έλεγχο ενόψει της ειδικής ρητής πρόβλεψης της παραγράφου 13 του ιδίου άρθρου που απονέμει σ΄ αυτόν πειθαρχική δικαιοδοσία μόνο για το ΓΕΕΘΑ και τις μονάδες του, στις οποίες εφαρμόζει το (β) όμοιο, σύμφωνα με το δεύτερο άρθρο αυτού, σε συνδυασμό με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας παραγράφου, κατά το οποίο για θέματα πειθαρχικού ελέγχου αναφορικά μετην εκπλήρωση των καθηκόντων του σε άλλους κλάδους απευθύνεται στον Υπουργό. Περαιτέρω, αν ήθελε υποτεθεί, ότι η εν λόγω διάταξη είχε απονείμει και πειθαρχική δικαιοδοσία σ΄ αυτόν, θα έπρεπε να εξετάζει και τυχόν παράπονα όλου
του προσωπικού και των τριών κλάδων στο επόμενο με τον Αρχηγό κάθε Επιτελείου, στάδιο, κάτι που δεν γίνεται.
(6) Ενισχυτικό της ως άνω θέσεως, είναι και η πρόβλεψη της παραγράφου 6 του ιδίου άρθρου, κατά την οποία οι Αρχηγοί των Κλάδων ασκούν σ΄ αυτούς τη διοικητική διοίκηση.
(7) Σύμφωνα, τέλος, με το άρθρο 40 παρ. 13 του σχετικού (η) ορίστηκε ρητά ότι «Αρμόδιος κατ` αρχήν για την επιβολή, επαύξηση, μείωση και άρση πειθαρχικών ποινών είναι ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, με δικαίωμα μεταβίβασης της αρμοδιότητας σε υφιστάμενα κλιμάκια διοίκησης». Εξάλλου μέχρι σήμερα ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας δεν έχει μεταβιβάσει την πειθαρχική του εξουσία σε οποιοδήποτε όργανο. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι στην προκειμένη περίπτωση την πειθαρχική δίωξη δεν άσκησε ο κ. ΥΕΘΑ, αλλά ο κ. Α/ΓΕΕΘΑ είναι
πρόδηλο ότι αυτή έχει ασκηθεί από κατά νόμο αναρμόδιο όργανο και κατά συνέπεια είναι άκυρη.
(8) Κατόπιν αυτών, ο κ. Α/ΓΕΕΘΑ δεν έχει πειθαρχική δικαιοδοσία εκτός του ΓΕΕΘΑ και των μονάδων αυτού.

(9) Κατά συνέπεια αυτός υπερέβη την πειθαρχική του δικαιοδοσία επιβάλλοντας την (α) σχετική ποινή σε εμένα και ως εκ τούτου, γι΄ αυτό εξ αυτού και μόνο του λόγου, θα πρέπει αυτή να ανακληθεί.
β. Πλημμελής αιτιολογία.
(1) Σύμφωνα με το άρθρο 40 παρ. 7 του ίδιου ανωτέρω σχετικού (η) ορίζεται ρητά ότι το αρμόδιο όργανο πρώτα «συγκεντρώνει το σύνολο των σχετικών αποδεικτικών μέσων για τη διερεύνηση της υπόθεσης» και στη συνέχεια εκδίδει την κλήση σε απολογία. Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση ποτέ και κανένας δεν συγκέντρωσε το οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο για τη σε εμένα αποδιδόμενη κατηγορία. Ειδικότερα, ποτέ κανένας δεν συνέλεξε οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με τη σύγχυση και ανησυχία, την οποία υποτίθεται ότι προκάλεσε στα εν ενεργεία στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων η επίμαχη ανακοίνωση του ΣΥΣΜΕΔ. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν λήφθηκε ένορκη μαρτυρική κατάθεση από κανένα εν ενεργεία στέλεχος, το οποίο να καταθέτει ότι τού προκλήθηκε σύγχυση ή ανησυχία. Κατά συνέπεια και λόγω της παραπάνω έλλειψης ουσιώδους τύπου της διαδικασίας η σε εμένα επιβληθείσα πειθαρχική
ποινή είναι άκυρη.

(2) Σύμφωνα, εξάλλου, με το άρθρο 14 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του Κράτους». Στο δε άρθρο 10 της κυρωθείσης με το ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256) Συμβάσεως της Ρώμης περί των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ), η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε αντίθετη διάταξη νόμου, ορίζεται ότι : «1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν εκφράσεως. Το δικαίωμα τούτο περιλαμβάνει την ελευθερίαν γνώμης ως και την ελευθερίαν λήψεως ή μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών, άνευ επεμβάσεως δημοσίων αρχών και ασχέτως συνόρων . . . 2. Η άσκησις των ελευθεριών τούτων, συνεπαγομένων καθήκοντα και ευθύνας, δύναται να υπαχθή εις ωρισμένας διατυπώσεις, όρους, περιορισμούς ή κυρώσεις, προβλεπομένους υπό του νόμου και αποτελούντας αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία δια την εθνικήν ασφάλειαν . . . την προάσπισιν της τάξεως . . .».
Επειδή, με τις παρατεθείσες διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ θεσπίζεται το δικαίωμα της ελεύθερης εκδηλώσεως της σκέψεως και της γνώμης, οι διατάξεις δε αυτές έχουν εφαρμογή και επί των προσώπων που ευρίσκονται σε ηθελημένη σχέση εξουσιάσεως προς το κράτος και, επομένως, καινεπί των στρατιωτικών υπαλλήλων. Ως προς την άσκηση δε του δικαιώματος αυτού από τους δημοσίους υπαλλήλους και, ειδικότερα, τους στρατιωτικούς, είναι ανεκτοί όχι μόνον οι γενικοί περιορισμοί τους οποίους ο νόμος (ιδίως δε ο ποινικός)
επιβάλλει σε κάθε πολίτη, αλλά επί πλέον και οι ειδικότεροι περιορισμοί οι οποίοι δικαιολογούνται από τη φύση της υπαλληλικής σχέσεως και των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτήν, προκειμένου δε περί των στρατιωτικών και από το ειδικό καθεστώς πειθαρχίας το οποίο τους διέπει. Πάντως, οι ειδικοί αυτοί περιορισμοί δεν μπορούν να θεσπισθούν, εφόσον με αυτούς αναιρείται στην ουσία το ατομικό αυτό δικαίωμα και η αναγνωριζόμενη, γενικώς, έκταση της εφαρμογής του. Τέτοιο δε ανεπίτρεπτο περιορισμό συνιστά και η επιβολή πειθαρχικής ποινής για την ελεύθερη και δημόσια διατύπωση θεμάτων και ερωτημάτων, που απασχολούν το σύνολο των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, ειδικά σε περιπτώσεις, όπως στην κρινόμενη, που κανείς (ούτε και ο κ. Α/ΓΕΕΘΑ) δεν
επικαλείται ότι οι χρησιμοποιούμενες φράσεις υπερβαίνουν το προσήκον μέτρο.

(3) Η έκδοση, δε, του επίμαχου εγγράφου, για το οποίο ελέγχθηκα πειθαρχικά έγινε στα πλαίσια των καθηκόντων μου ως Προέδρου – Γεν. Γραμματέα του αναγνωρισμένου, με τη σχετική (στ) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, σωματείου με την επωνυμία Σύνδεσμος Υποστήριξης και Συνεργασίας Μελών Ενόπλων Δυνάμεων (ΣΥΣΜΕΔ), στο σκοπό του οποίου προβλέπεται η ενημέρωση των μελών του για θέματα επαγγελματικής εξέλιξης και σταδιοδρομίας, ενώ η πραγματοποίηση του σκοπού αυτού επιδιώκεται με κάθε
νόμιμο μέσο. Το συγκεκριμένο έγγραφο δεν συνιστούσε τυπική αναφορά κατώτερου προς ανώτερο αλλά νόμιμη ενέργεια στα πλαίσια λειτουργίας του ως άνω Συνδέσμου. Περαιτέρω, τα εύλογα ερωτήματα που έθετε διατυπωμένα με την επιβαλλόμενη ευπρέπεια, όφειλαν να τύχουν της δέουσας απάντησης εκ μέρους της Υπηρεσίας και όχι να αποτελέσουν αντικείμενο πειθαρχικού ελέγχου.

(4) Επειδή το ανωτέρω σχετικό (α) πρέπει να αναφέρει τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το πειθαρχικό παράπτωμα κατά τόπο και χρόνο και τα στοιχεία που θεμελιώνουν την υπαιτιότητα του στρατιωτικού που τιμωρήθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση τίποτα απολύτως δεν αναφέρεται στο σκεπτικό της απόφασης επιβολής ποινής 10 ημερών φυλάκισης.

(5) Κατά συνέπεια θα πρέπει να αρθεί η σχετική ποινή και για το λόγο ότι επιβλήθηκε κατά παράβαση του ως άνω αναγνωρισμένου δικαιώματος ελευθερίας της έκφρασης.

γ. Περαιτέρω.
(1) Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 64 παρ. 5 του ανωτέρω σχετικού (β) «Οι ποινές πρέπει να επιβάλλονται με δίκαια κρίση και αμεροληψία και ποτέ δεν πρέπει να έχουν κίνητρα μίσους ή εμπάθειας.» Αμεροληψία και αντικειμενικότητα σημαίνει ότι το όργανο, που επιβάλει την πειθαρχική ποινή, αναμένει την ολοκλήρωση της πειθαρχικής προδικασίας και δεν τοποθετείται επί
της πειθαρχικής ενοχής πριν την ολοκλήρωση αυτής. Ωστόσο, στην προκειμένη
περίπτωση, έχουν λάβει χώρα τα εξής :

Στις 28-1-2013 ο κ. Α/ΓΕΕΘΑ με το σχετικό (θ) έγγραφό του προς το Ναυτοδικείο Πειραιώς διατυπώνει με τρόπο ρητό και αδιαμφισβήτητο την άποψή του για τη διάπραξη από εμένα των πειθαρχικών αδικημάτων της αυθάδειας, έλλειψης σεβασμού και υπακοής και προσβολής της πειθαρχίας και υπηρεσιακής τάξης. Στο σημείο, όμως, εκείνο ο κ. Α/ΓΕΕΘΑ δεν έχει ακόμα λάβει γνώση της απολογίας μου, ώστε να έχει ολοκληρωμένη κατά νόμο άποψη των πραγμάτων. Παρ΄όλα αυτά έχει ήδη τοποθετηθεί εγγράφως για την πειθαρχική μου
ενοχή.
Στη συνέχεια και μετά την ολοκλήρωση της πειθαρχικής προδικασίας η απόφαση για τη σε εμένα επιβολή πειθαρχικής ποινής λήφθηκε και πάλι από τον κ. Α/ΓΕΕΘΑ, δηλαδή από τον ιεραρχικά ανωτερό μου, που είχε προαποφασίσει την πειθαρχική μου ενοχή, προτού καν με ακούσει!

(2) Επειδή, επομένως, η πειθαρχική διαδικασία, που ακολουθήθηκε στην περίπτωσή μου, δεν πληροί τους κατά νόμο αναγκαίους όρους
αντικειμενικότητας και αμεροληψίας και για το λόγο αυτό πρέπει να ακυρωθεί.

2. Κατόπιν όλων των ανωτέρω και για όσα επιφυλάσσομαι να προσθέσω, παραπονούμενος σε 1ο βαθμό, αιτούμαι την ακύρωση της όλης πειθαρχικής διαδικασίας και την άρση της επιβληθείσης, με το σχετικό (α) ποινής 10ήμερης φυλάκισης. Ζητώ την αυτοπρόσωπη εμφάνισή μου ενώπιον του κρίνοντος την παρούσα αρμοδίου οργάνου, οπότε και επιφυλάσσομαι συνοδευόμενος και από τον πληρεξούσιο δικηγόρο μου να αναπτύξω περαιτέρω τις απόψεις μου.