Του Ι.ΤΣΙΩΛΗ
Οι Έλληνες είναι ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ.
Η Ιστορία το έχει αποδείξει, ξανά και ξανά και…. ξανά. Οι Έλληνες βάζουν εδώ και 3 χιλιετίες, πάνω από όλα την ΠΑΤΡΙΔΑ. Κάθε φορά που αυτή απειλείται, τρέχουν ως ένα σώμα – μια ψυχή – και ρίχνονται πάνω στον πιθανό εισβολέα. Με ορμή. Με θάρρος. Με αυταπάρνηση.
Μέγιστη ένδειξη αυταπάρνησης, ο θάνατος στο πεδίο της μάχης. Όλα αυτά δεν είναι λόγια, που απλά επαναλαμβάνονται. Είναι μια γραπτή μαρτυρία, αιώνων Ιστορίας. Μια κληρονομιά, βαρειά, που κουβαλάμε μέσα μας, από τα παιδικά μας χρόνια. Μια κληρονομιά που όλοι μας παραλαμβάνουμε, μαζί με τα πρώτα βιβλία ιστορίας του σχολείου. Με τις αφηγήσεις των γιαγιάδων και των παπούδων για την Κατοχή. Με τις παρελάσεις και τους εορτασμούς συμβάντων, που υπήρξαν «σταθμοί» στην σύγχρονη Ιστορία μας.
Οι Έλληνες νιώθουν ότι είναι από την φύση τους «ισχυροί»
Τόσες νίκες. Τόσοι άθλοι του παρελθόντος. Οι Έλληνες νιώθουν ότι είναι γραμμένος ο ηρωισμός, στον γεννετικό τους κώδικα (στο DNA τους). Νιώθουν πως, με ένα όπλο στο χέρι, είναι ανίκητοι. Πως, αν μαζευτούν, όλοι μαζί, σαν τους προγόνους τους, κανείς δεν μπορεί να τους ανατρέψει. Είναι τόσο περήφανοι. Είναι τόσο πεπεισμένοι. «Ξέρουν» ότι θα διαπρέψουν, στο πεδίο της μάχης.
Όλοι μας είμαστε ο «στρατός»
Όλοι οι Έλληνες. Αυτοί που εργάζονται στα εργοστάσια, στα γραφεία, στα χωράφια. Αυτοί που ζουν στις πόλεις και αυτοί που ζουν στα χωριά. Αυτοί που κάποτε κάναν θητεία 36 μηνών και αυτοί που υπήρξαν στρατιώτες (ή ναύτες ή σμηνίτες) για 3 μήνες μόνο.
Μήπως ξεχνάμε κάποιους; Α, ναι! Αυτούς που φόρεσαν την στολή για 25 ή 30 ή 35 χρόνια.
Μα αυτοί πληρώνονται. Ίσως αυτό να είναι η αρχή της «διχόνοιας». Μιας διχόνοιας, που την τελευταία δεκαετία, μέσα από δημοσιεύματα, από σχόλια, από παρεξηγήσεις και ανυπόστατες φήμες, οδηγεί κάποιους Έλληνες να θεωρούν ότι, αυτοί που πληρώνονται, για να κάνουν «αυτό που οι υπόλοιποι κάνουν τζάμπα», είναι βολεμένοι.
Τελικά αγαπάνε οι Έλληνες τις Ένοπλες Δυνάμεις;
Ναι και όχι.
Ναι όταν σε κάποια ΝΑΤΟϊκή άσκηση παίρνουν τα «εύσημα».
Όχι όταν κάπου στο Αιγαίο, «κυκλοφορεί» σκάφος ή αεροσκάφος, χωρίς άδεια.
Ναι όταν βλέπουν να παρελάζουν.
Όχι όταν πρέπει να παρελάσουν οι ίδιοι.
Ναι όταν ανακοινώσει κάποιο κέντρο στρατηγικών ερευνών, ότι έχουμε «καλή θέση», ανάμεσα σε άλλες ένοπλες δυνάμεις.
Όχι όταν μιλάμε για αύξηση της θητείας.
…………
Ναί και όχι λοιπόν.
Κατηγορούμε με κάθε ευκαιρία τους γαλονάδες (εν συνόλω και αδιάκριτα) αν δημοσιευτεί κάποια κατηγορία εναντίον στρατιωτικού. Αλλά με την ίδια ευκολία, παίρνουμε τηλέφωνο να ζητήσουμε ευνοϊκή μεταχείριση για κάποιον στρατευμένο.
Κατακρίνουμε την εξάπλωση των στρατοπέδων στο εσωτερικό της Χώρας. Αλλά με την ίδια ευκολία, ζητάμε από τον Βουλευτή ή τον Δήμαρχο να μεσολαβήσει ώστε να μείνει ανοικτό το στατόπεδο της περιοχής μας.
Αποκαλούμε με απερισκεψία, κάθε στρατιωτικό «καραβανά» (δηλαδή, «αυτός που τρώει από μαύρο πιάτο», «αυτό που τρώει λίγο», «ο ζήτουλας»). Ταυτόχρονα, κατηγορούμε τους στρατιωτικούς ότι έχουν υπέρογκες αποδοχές.
Λέμε ότι, οι στρατιωτικοί, έχουν καταπληκτικές παροχές. Αλλά όταν μας ρωτάνε γιατί δεν γίναμε στρατιωτικοί, λέμε ότι δεν είναι αυτή ζωή για εμάς!
Τελικά, τι συμβαίνει;
Ποιόν αγαπάμε και ποιόν μισούμε;
Ποιόν εμπιστευόμαστε και ποιόν φοβόμαστε;
Ας απαντήσει ο κάθε αναγνώστης για τον εαυτό του…..
Οι Έλληνες, αγαπάμε το να έχουμε Ένοπλες Δυνάμεις. Αγαπάμε το να είμαστε ασφαλείς. Αγαπάμε το να νιώθουμε την Χώρα μας δυνατή. Αγαπάμε το να είμαστε προστατευμένοι.
Όμως, μέσα μας υπάρχει ο φθόνος. Φθονούμε όποιον μας παρουσιάζουν (ή όποιον έχουμε την εντύπωση) ότι είναι σε καλύτερη οικονομική ή επαγγελματική μοίρα. Φθονούμε όποιον μπορεί να μας απαγορεύσει να κάνουμε του κεφαλιού μας. Φθονούμε όποιον, έστω και για χάρην της κοινής Πατρίδος, μπορεί να μας διατάξει. Φθονούμε όποιον, έχει καταφέρει κάτι που εμείς δεν είχαμε σκοπό να καταφέρουμε.
Οι Έλληνες, αγαπάμε τις Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά φθονούμε όσους τις επανδρώνουν επί αμοιβή!
Φυσικά αν τεθεί το ερώτημα : «Πρέπει στις Ένοπλες Δυνάμεις να υπάρχει μόνιμο προσωπικό;» , θεωρώ ότι από την μεγάλη πλειοψηφία η απάντηση θα είναι θετική.
Άρα, σύμφωνα με την άποψη αρκετών, πρέπει να υπάρχουν άνθρωποι, που να εκτελούν επί χρόνια ασκήσεις, που θα αναλαμβάνουν την εκπαίδευση όσων χρειαστεί να πολεμίσουν για την Άμυνα της Χώρας, που θα ζούν 25-30-35 (και τώρα πλέον 40) χρόνια μετακινούμενοι ανά την Ελλάδα.
Φυσικά, το πως θα ζήσουν αυτοί οι άνθρωποι, το αν πρέπει να έχουν δικαίωμα να έχουν οικογένειες, άν πρέπει να έχουν το δικαίωμα να νιώθουν μια περιοχή ως σπίτι τους, αν πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αισθάνονται, να ζουν, να δημιουργούν, να έχουν φίλους, να ξεκουράζονται ή ακόμα και να τρώνε(!), είναι θέματα που κάποιοι, πιθανόν να μην θέλουν να τα λάβουν υπόψη, όταν ασκούν δριμύα κριτική εναντίον των «κακομαθημένων κρατικοδίαιτων καραβανάδων».
Ο αντίλογος τους συνήθως περιλαμβάνει κάτι από τα παρακάτω :
«Όταν ήμουν φαντάρος όλοι οι μονιμάδες ήταν φωνακλάδες/κακοί/αγράμματοι/σπαστικοί/τεμπέληδες κτλ»
«Οι στρατιωτικοί μένουν σε δωρεάν σπίτια, τρώνε δωρεάν στις λέσχες κτλ»
«Οι στρατιωτικοί πληρώνονται καλύτερα από πολλούς ιδιωτικούς υπαλλήλους»
«Είχα έναν λοχία/λοχαγό/διοικητή που με έτρεχε/δεν έδινε άδειες/έβριζε»
«Στον στρατό αντί να γίνω μαχητής/κομάντο/ράμπο με βάζανε να σκουπίζω/καθαρίζω/στρώνω κρεβάτι κτλ»
και φυσικά έχω ακούσει και διαβάσει το ανυπέρβλητο «οι μονιμάδες θέλετε μεγάλη θητεία ώστε να τα κάνουν όλα οι έφεδροι και εσείς να κάθεστε».
Πολύ γρήγορα να τονίσω, ότι :
α. Το ότι γνώρισε κάποιος 5 ή 10 ή 30 στρατιωτικούς δεν του δίνει το δικαίωμα να κατηγορεί ένα πλήθος 48.000 ανθρώπων, μόνο και μόνο επειδή εργάζονται στον ίδιο τομέα (της Άμυνας).
β. Τα ΣΟΑ – ΣΟΜΥ -ΣΟΕΠΟΠ, δεν είναι δωρεάν, ενοικιάζονται σε χαμηλές τιμές και φτάνουν μόνο για 1 στους 20. Οι Λέσχες δεν «χαρίζουν» φαγητό, το πουλάνε με 2% κέρδος γιάυτό είναι φτηνές. Παρεμπιπτώντως οι κληρωτοί που υπηρετούν σε Λέσχες, συνήθως προτιμάνε να είναι εκεί.
γ. Πολλοί ιδιωτικοί υπάλληλοι και σχεδόν όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, πληρώνονται καλύτερα από στρατιωτικούς, συγκρινόμενου πάντα του επιπέδου ευθύνης και των ωρών εργασίας εκάστου. Φυσικά, και υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες που εργάζονται να μισθούς που δεν επαρκούν ούτε για τα απαραίτητα. Δυστυχώς οι άνεργοι είναι πάνω από 1,5 εκατομύρια. Απλά δεν καταλαβαίνω, πως συγκρίνονται οι αποδοχές ενός εργαζόμενου, με τις αποδοχές ενός ανέργου. Ούτε καταλαβαίνω πως μπορεί να βοηθήσει την βελτίωση της ζωής ενός χαμηλά αμοιβόμενου, το να χαμηλόσουν οι αμοιβές άλλων εργαζομένων ή (ακόμα και) να χάσουν την εργασία τους.
δ. Όταν υπηρετείς την θητεία που επιβάλλει το Σύνταγμα της Ελλάδας και οι ισχύοντες Στρατολογικοί Νόμοι, θεωρείς ότι πρέπει να απουσιάζεις διαρκώς σε όλων των ειδών τις αδειες είτε τις προβλέπει ο Νόμος είτε όχι; Ακόμα θεωρείς, ότι, η θητεία είναι χρόνος κατά τον οποίο πρέπει να λύσεις όλα τα προβλήματα σου, όπως οι σπουδές, οι γάμοι, τα χωράφια, η εργασία και ου το καθεξής; Αν ναι, τότε μάλλον κάτι δεν έχουμε αντιληφθεί με τον ίδιο τρόπο.
ε. Κάθε στρατιωτικός, δεν παύει να είναι άνθρωπος. Προφανώς κάθε άνθρωπος έχει τα ελαττώματά του. Μήπως θα έπρεπε να βλέπουμε και τα προτερήματα, αντί να εστιάζουμε στα ελαττώματα;
στ. Ο «στρατός» δεν είναι ένα σύνολο φονιάδων – υπερανθρώπων. Είναι ένα ένοπλο σύνολο που πρέπει να ζει υπακούοντας σε συγκεκριμένους κανόνες, με συγκεκριμένη δομή και αποστολή. Ο σκοπός της στρατιωτικής θητείας, είναι να διδάξει, παράλληλα με τις βασικές γνώσεις χρήσης οπλισμού, και τον τρόπο που το σύνολο αυτό συμβιεί. Κυριώς μας ενδιαφέρει να γνωρίσει ο κληρωτός, τους βασικούς κανόνες και την δομή. Το να μπορεί να κάνει «θεατρινίστικα» κόλπα και να προσομοιάζει σε «ήρωες» του κινηματογράφου, ελάχιστα εξυπηρετεί την λειτουργία του συνόλου.
ζ. Το θέμα της θητείας, δεν καθορίζετε από τους στρατιωτικούς, αλλά από τους Νόμους που ψηφίζει η Βουλή. Όσο για το τι επιθυμεί ο κάθε στρατιωτικός, αφορά τον ίδιο και μόνο. Δεν το προβάλλει και δεν το ζητά. Ενδεικτικά θέτω ότι υπάρχουν στρατιωτικοί που θα προτιμούσαν μια θητεία εθελοντικής βάσης, ενώ άλλοι θα ήθελαν να επεκταθεί ώστε να υπάρχει χρόνος για εκπαίδευση και καλύτερη επάνδρωση.
Κλείνοντας, θα προτιμούσα, να μείνουμε σε χαμηλούς τόνους όλοι και να βάζουμε τον εαυτό μας στην θέση του άλλου, πριν τον κρίνουμε. Ζητώ συγνώμη από τους αναγνώστες αν μακρυγόρησα υπέρ του δέοντως. Και τέλος, παρακαλώ, όσους επιθυμούν να σχολιάσουν αρνητικά, να βεβαιωθούν πρώτα, ότι ξέρουν τι λένε και ότι το έχουν μάθει από πηγή που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης.