Η ανακοίνωση της ίδρυσης πολιτικού κόμματος Αποστράτων έφερε στη μνήμη τις κατά καιρούς προσπάθειες στρατιωτικών να εμπλακούν στην πολιτική ζωή του τόπου.Άλλοτε με ορθόδοξους και άλλοτε με ανορθόδοξους και αντιδημοκρατικούς τρόπους που άφησαν βαθειά τραύματα στις σχέσεις των ΕΔ με τους πολίτες.
Τραύματα που πλέον έχουν επουλωθεί παρά την ύποπτη προσπάθεια πολιτικών να προκαλέσουν νέα “αιμορραγία”.
Οι προσπάθειες στρατιωτικών να εμπλακούν στη πολιτική δεν ήταν ποτέ ευχάριστες,αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είχαν πάντα “πονηρά κίνητρα”.Δυστυχώς στην Ελλάδα των παθών και των εμμονών η ιστορία δεν έχει πάντα μία ανάγνωση.
Σήμερα φθάσαμε στην εποχή που οι στρατιωτικοί ,απόστρατοι βεβαίως επιχειρούν να κερδίσουν την κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση,σε μία εξαιρετικά δύσκολη περίοδο για την Ελλάδα.
Στρατιωτικός Σύνδεσμος-Γουδή 1909
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ήταν μία μυστική οργάνωση στρατιωτικών που έδρασε στην Ελλάδα στις αρχές του 20ού αιώνα, με αποκορύφωμα το κίνημα στο Γουδή στις 15 Αυγούστου 1909. Οι συμμετέχοντες ζητούσαν μεταρρυθμίσεις στο στράτευμα, τη δικαιοσύνη και την παιδεία.
Ιδρύθηκε το 1908 μετά από συνεργασία μιας ομάδας υπαξιωματικών υπό τον ταγματάρχη Γεώργιο Σ. Καραϊσκάκη, εγγονό του στρατηγού της Ρούμελης, και μιας ομάδας κατώτερων αξιωματικών υπό τους Θεόδωρο Πάγκαλο και Επαμεινώνδα Ζυμβρακάκη.
Η ομάδα των υπαξιωματικών ιδρύθηκε πρώτη με επαγγελματικά αιτήματα.
Η ομάδα των «λοχαγών» ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1908 γύρω από τους υπολοχαγούς Θεόδωρο Πάγκαλο και Χρήστο Χατζημιχάλη.
Στις 25 Ιουνίου, 181 αξιωματικοί συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του υπολοχαγού Χατζημιχάλη για τη σύνταξη προγραμματικών αρχών.
Αυτό προκάλεσε την πτώση της κυβέρνησης Θεοτόκη και οι χαλαρές προς την Οθωμανική Αυτοκρατορία δηλώσειςγια για τη Κρήτη και τη Μακεδονία ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Η κυβέρνηση απάντησε κύμα μεταθέσεων και η παραπομπή 12 αξιωματικών σε ανακριτικό συμβούλιο προς απόταξη.
Στις 14 Αυγούστου, με μια παράτολμη ενέργειά του, ο Πάγκαλος απελευθερώνει τους κρατουμένους αξιωματικούς Σάρρο και Ταμπακόπουλο, προκαλώντας την οργή του Ράλλη, που διατάζει επιφυλακή και δεκάδες συλλήψεων.
Τη νύχτα προς τη 15η Αυγούστου, ο Σύνδεσμος προχωρά στο ιστορικό κίνημα
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Νικόλαος Ζορμπάς
Ο Νικόλαος Ζορμπάς (1844-1920) ήταν Έλληνας στρατιωτικός, που έφθασε το βαθμό του υποστράτηγου του Ελληνικού στρατού. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27 Σεπτεμβρίου του 1844, εκ πατρός στρατιωτικού που καταγόταν από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας.
Σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων και στη συνέχεια στη Γαλλία και στο Βέλγιο. Μετείχε στις συμπλοκές του 1886 ως διοικητής μοίρας πυροβολικού. Στον πόλεμο του 1897 έφερε τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη όπου και διετέλεσε αρχηγός πυροβολικού της 1ης Μεραρχίας. Διετέλεσε επίσης υπάλληλος του υπουργείου Εσωτερικών και καθηγητής πυροβολικού στη σχολή Ευελπίδων. Επί πρωθυπουργίας του Χαρίλαου Τρικούπη (1886-1889) υπηρέτησε στο υπουργείο Στρατιωτικών στη διοίκηση προσωπικού. Από τις 17 Ιουλίου 1905 μέχρι 26 Αυγούστου 1906 διετέλεσε διοικητής της σχολής Ευελπίδων και το 1907 διευθυντής πολεμικού υλικού.
Το 1909 όταν οργανώθηκε ο παράνομος Στρατιωτικός Σύνδεσμος του εζητήθη ν΄ αναλάβει την αρχηγία του κινήματος του 1909 που περιέπλεξε τη Χώρα γενικότερα.
Στην κυβέρνηση Δραγούμη στις 18 Ιανουαρίου του 1910 ορκίστηκε υπουργός στρατιωτικών, από τη θέση την οποία και διέταξε τη διάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου.
Στις 6 Οκτωβρίου του ίδιου έτους αντικαταστάθηκε από τον Ε. Βενιζέλο. Αποστρατεύτηκε το 1911 κατόπιν παραιτήσεώς του.
Ο Ν. Ζορμπάς δεν υπήρξε κινηματίας, επιλέχθηκε για την ανάληψη της αρχηγίας του κινήματος λόγω της ιδιαίτερης διπλωματίας που τον διέκρινε και της ψυχραιμίας του, αλλά και τις γνώσεις που είχε αποκομίσει όταν υπηρετούσε στο υπουργείο στρατιωτικών.
Ανέλαβε την αρχηγία όταν το κίνημα σχεδόν παρέλυε κάτω από την πείσμωνα αδιαφορία των πολιτικών και κατάφερε να χαλιναγωγήσει τις ορμές των πιο έξαλλων κυρίως νεαρών αξιωματικών.
Προσεταιριζόμενος τα πλέον ψύχραιμα στοιχεία συνεργάσθηκε τελικά με τον πολιτικό χώρο όπου και στη συνέχεια ο ίδιος διέλυσε και τον Σύνδεσμο (τη «Χούντα» της εποχής εκείνης).
Πέθανε στην Αθήνα, νοσηλευόμενος στο Β΄ Στρατιωτικό Νοσοκομείο στις 12 Ιουνίου του 1920, χωρίς να γίνει ο παρά μικρός λόγος για τον θάνατό του.
Επαμεινώνδας Ζυμβρακάκης
Ο αντιστράτηγος Επαμεινώνδας Ζυμβρακάκης ή Παμίκος Ζυμβρακάκης (1863-1922) ήταν Έλληνας στρατιωτικός και κινηματίας. Ήταν γιος του στρατιωτικού και πολιτικού Χαράλαμπου της ιστορικής οικογένειας Ζυμβρακάκη.
Γεννήθηκε το 1863 στο Ναύπλιο. Κατατάχθηκε ως εθελοντής στο στρατό το 1882 και αργότερα στη Σχολή Υπαξιωματικών από την οποία και εξήλθε το 1888 ως ανθυπίλαρχος.
Για τη συμπλήρωση των σπουδών του στάλθηκε στη Γαλλία. Κατά τις Κρητικές επαναστάσεις του 1886 και 1897 μετείχε ως εθελοντής.
Το 1909 ο Επαμεινώνδας Ζυμβρακάκης ήταν από τους κυριότερους εμπνευστές και δημιουργούς του Κινήματος του 1909 ως μέλος της διοικούσας επιτροπής του Στρατιωτικού Συνδέσμου, ίλαρχος τότε, που του άρεσε μάλιστα ν΄ αναμιγνύεται σε προσωπικές υποθέσεις, έχοντας έτσι ειδικευτεί ν΄ αναλαμβάνει μάρτυρας στις διάφορες μονομαχίες, που τότε ακόμη επιτρέπονταν.
Βέβαια στη συνέχεια γνωρίζοντας ο ίδιος και οι σύντροφοί του το έκνομο της πράξης τους εκλιπαρούσαν τον Βασιλέα Γεώργιο Α΄ να τους δοθεί αμνηστία όπου και τελικά τους δόθηκε.
Αλλά και όταν εξερράγη το κίνημα της Θεσσαλονίκης μετέβη από τους πρώτους εκεί στο πλευρό του Ε. Βενιζέλου όπου και ανέλαβε ως μέραρχος σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις της Αντάντ που συνέβησαν το 1918 στη Μακεδονία. Πέθανε το 1922 φέροντας βαθμό αντιστράτηγου.
Θεόδωρος Δ. Πάγκαλος
Ο Θεόδωρος Πάγκαλος ήταν Έλληνας αξιωματικός του στρατού και πολιτικός.
Συμμετείχε στο κίνημα στο Γουδί, στους Βαλκανικούς πολέμους, στο κίνημα της Θεσσαλονίκης, στη Μικρασιατική εκστρατεία, στην επανάσταση του 1922, ενώ από το 1925, με το Κίνημα της 25ης Ιουνίου ανέλαβε την πρωθυπουργία, ουσιαστικά ως δικτάτορας, και στη συνέχεια εκλέχτηκε πρόεδρος της Δημοκρατίας, παραμένοντας στην εξουσία μέχρι το 1926, οπότε και ανατράπηκε.
Από το 1926 μέχρι το θάνατό του το 1952 αποσύρθηκε, με μερικά μικρά διαλείμματα, από την πολιτική ζωή του τόπου. Από τους ιστορικούς έχει χαρακτηριστεί ως αρκετά αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Εγγονός του είναι ο σύγχρονος πολιτικός και σημερινός αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης, Θεόδωρος Πάγκαλος.
Τον Οκτώβριο του 1908 στο σπίτι του Πάγκαλου συγκεντρώθηκαν οι Πάσσαρης, Σιώχας, Γεωργακόπουλος, Σάρρος, Ψύχας, Πανάς, Κατσούλης, Φαληρέας, Καθενιώτης και Χατζημιχάλης για να συζητήσουν για τα προβλήματα του στρατού και της χώρας. Στο τέλος αυτής της συνάντησης ιδρύεται ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, ο οποίος θα αποτελέσει τη βάση του κινήματος στο Γουδί και ο οποίος είχε ως σκοπό να προωθήσει μεταρρυθμίσεις στο στρατό, την οικονομία, τη διοίκηση και γενικά στο κράτος.
Εκείνη την εποχή ο Θεόδωρος Πάγκαλος υπηρετούσε στον 2ο λόχο του 7ου συντάγματος πεζικού υπό τον Σάρρο.Πολλές από τις συνεδριάσεις του στρατιωτικού συνδέσμου πραγματοποιούνταν στο σπίτι του Πάγκαλου, στην οδό Αριστοτέλους 37 ή σε αυτό στην Ελευσίνα.
Στις 14 Αυγούστου του 1909 ο Πάγκαλος απελευθέρωσε με τη βία αξιωματικούς του στρατού που κρατούνταν φυλακισμένοι λόγω της τότε πολιτικής κατάστασης. Η αποστολή πέτυχε και ο Πάγκαλος με τους συνεργάτες του και τους δραπέτες κατέφυγε στο σπίτι Παπαμαλέκου στην Καστέλλα.
Το πρωί όλοι μαζί πήγαν στο Γουδί, όπου είχε δοθεί εντολή να ξεκινήσει η επανάσταση.
Νικόλαος Πλαστήρας
Ο Νικόλαος Πλαστήρας (4 Νοεμβρίου 1883 – 26 Ιουλίου 1953) ήταν στρατιωτικός και πολιτικός στην νεότερη Ελλάδα. Έγινε γνωστός για την στρατιωτική του δράση κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (όπου έγινε γνωστός ως Μαύρος Καβαλάρης) και την Μικρασιατική εκστρατεία και πολλές φορές ενεπλάκη με την πολιτική συμμετέχοντας ή οργανώνοντας κινήματα.
Ο Νικόλαος Πλαστήρας κυβέρνησε την Ελλάδα τρεις φορές, μία το 1945 και άλλες δύο στα 1951-1952. Επί κυβερνήσεως του απαλλοτριώθηκαν τα περισσότερα τσιφλίκια και αποδόθηκε η γη στους καλλιεργητές.
Γιός του Χρήστου Πλαστήρα και της Στεργιανώς Καραγιώργου, γεννήθηκε στο Μορφοβούνι Καρδίτσας το 1883. Αφού τελείωσε το Γυμνάσιο κατατάχθηκε στον στρατό το 1904 και υπηρέτησε στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού στα Τρίκαλα όπου προήχθη σε υπαξιωματικό.
Το 1905 πήρε μέρος στον Μακεδονικό αγώνα.
Συμμετείχε ενεργά στον «Σύνδεσμο Υπαξιωματικών» που είχε σκοπό την αξιοκρατία και την εξυγίανση του Στρατού και ήταν παράλληλη με τον «Στρατιωτικό Σύνδεσμο» των αξιωματικών, που έκανε το κίνημα στο Γουδί το 1909.
Το 1910 εισήχθη στην Σχολή Υπαξιωματικών της Κέρκυρας από όπου εξήλθε το 1912 ως Ανθυπολοχαγός.
H ανθρωπογεωγραφία του Στρατιωτικού Συνδέσμου
1.400 αξιωματικοί – Περίπου 1.400 αξιωματικοί του Στρατού Ξηράς και του Nαυτικού απ΄ όλες τις φρουρές της χώρας ήταν μέλη του Στρατιωτικού Συνδέσμου λίγο πριν ξεσπάσει το κίνημα στο Γουδί. Eίχε προσχωρήσει, επίσης, το σύνολο των υπαξιωματικών.
Δύο τάσεις- Oι κατώτεροι αξιωματικοί και οι υπαξιωματικοί πίεζαν για δράση, αλλά η πλειονότητα της μετριοπαθούς διοικούσας επιτροπής που αποτελούνταν από λοχαγούς και ο αρχηγός συνταγματάρχης N. Zορμπάς, προσανατολίζονταν προς τον συμβιβασμό.
Tόπος συγκέντρωσης – Tο σχέδιο με επίκεντρο τη θέση Γουδί είχε καταστρωθεί από τις αρχές Aυγούστου του 1909. Oι εκεί στρατιωτικές εγκαταστάσεις είχαν ορισθεί ως τόπος συγκέντρωσης των κινηματιών και όχι ως χώρος «επαναστατικής» δράσης.
Ο «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» και η διάδοση του
Η ύπαρξη του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» έγινε ευρύτερα γνωστή στις 25 Ιουνίου του 1909 όταν ο φρούραρχος Αθηνών, συνταγματάρχης Σχινάς, εισέβαλλε απρόσκλητος στο σπίτι του υπολοχαγού Χατζημιχάλη, την ώρα που πραγματοποιούσαν συνωμοτική σύσκεψη 181 αξιωματικοί – μέλη της οργάνωσης, απ’ όλα τα όπλα και μέχρι του βαθμού του συνταγματάρχη.
Όμως η οργάνωση αυτή είχε προϊστορία…
Γράφει ο στρατηγός Θ. Πάγκαλος στα απομνημονεύματα του:
«Τον Οκτώβριον του 1908 συνήλθεν εις την οικίαν μου, επί της οδού Αριστοτέλους 37, ολιγάριθμος ομάς υπολοχαγών και ανθυπολοχαγών όπως συσκεφθώμεν περί του τρόπου ενεργείας προς αντιμετώπισιν της καταστάσεως. Μετά πολύωρον συζήτησιν απεφασίσαμεν τότε κατά πλειοψηφίαν ότι έπρεπε να συγκροτηθή Στρατιωτικός Σύνδεσμος, ο οποίος να επιβάλη Κυβέρνησιν έξω των κομμάτων, ήτις, υπό την επίβλεψιν του Συνδέσμου, να έχη δικτατορικήν εξουσίαν όπως προβή τάχιστα »εις ανασυγκρότησιν των ενόπλων δυνάμεων της χώρας κατά ξηράν και κατά θάλασσαν» ως ανεγράφετο εις το αρχικόν σχέδιον του οικείου πρωτοκόλλου… Ούτω τον Οκτώβριο του 1908 ιδρύετο ο Σ.Σ. (σ.σ. Στρατιωτικός Σύνδεσμος) και ουχί τον Αύγουστο του 1909 ως ανεγράφεται υπό πάντων ανεξαιρέτως όσοι ησχολήθησαν με την ιστορία του »Γουδί» πλανηθέντες εκ της κατά Ιούνιον του 1909 πρώτης εμφανίσεως αυτού εν την οικία Χατζημιχάλη».
Στην πραγματικότητα βέβαια, η συνωμοτική ομάδα των στρατιωτικών για την οποία κάνει λόγο ο Πάγκαλος δεν ήταν η μόνη που δρούσε στο στράτευμα, αν και σ’ αυτή ανήκει η τιμή ότι έδωσε στην όλη στρατιωτική συνωμοτική οργάνωση το ιστορικό όνομα «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» και προηγήθηκε της συγκρότησης άλλων ομάδων, γεγονός που επιβεβαιώνεται από διάφορες ιστορικές πηγές5. Για την ακρίβεια μετά την ομάδα του Πάγκαλου, ομάδα συγκρότησαν τόσο οι λοχαγοί, όσο και οι υπαξιωματικοί.
«Το Καλοκαίρι του 1909- γράφει ο Τ. Βουρνάς – εξελίσσονται στο στρατό τρεις παράλληλες συνωμοτικές κινήσεις: των υπαξιωματικών, των ανθυπολοχαγών και των λοχαγών».
Όλες αυτές οι ομάδες, παρά τις διαφορές αντιλήψεων που είχαν μεταξύ τους, μπόρεσαν να βρουν μια κοινή γραμμή πλεύσης, αρχής γενομένης από τη σύσκεψη, που προαναφέραμε, στο σπίτι του υπολοχαγού Χατζημιχάλη.
Στη συνέχεια συγκρότησαν 15μελή προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή από έξι λοχαγούς κι εννέα κατώτερους, που όμως όταν απέκτησε μονιμότερα χαρακτηριστικά και ξανασχηματίστηκε την αποτελούσαν 7 λοχαγοί και 2 υπολοχαγοί γεγονός που σήμαινε μια μετατόπιση της ηγεσίας προς τις ανώτερες τάξεις των αξιωματικών7.
Η Διοικούσα Επιτροπή κατέληξε στο οριστικό πρωτόκολλο του Συνδέσμου, ενώ στις αρχές Αυγούστου 1909 η οργάνωση απέκτησε γενικό αρχηγό το συνταγματάρχη του Πυροβολικού Ν. Ζορμπά.
Γράφει γι’ αυτόν ο Γ. Κορδάτος:
«Ηταν τίμιος, μυαλωμένος και σαν αξιωματικός και άνθρωπος είχε καλή φήμη. Δεν έκανε όμως για αρχηγός. Οι επαναστάσεις που χαράζουν καινούριους δρόμους βρίσκουν και τον κατάλληλο αρχηγό… Ανάμεσα όμως στους αξιωματικούς δεν υπήρχε τότε άλλος που να έχει κύρος και να είναι σεβαστός. Ο Ζορμπάς ήταν ο καλύτερος. Ο καλύτερος όμως ως την ώρα που η επανάσταση βρισκόταν στην οργανωτική περίοδο. Από τη στιγμή όμως που άρχισε η δράση δεν ήταν ο κατάλληλος».
Πληροφορίες αντλήσαμε από αφιέρωμα του http://www.asxetos.gr/