Οι πιλότοι και οι τεχνικοί των πυροσβεστικών αεροσκαφών έχουν αναλάβει σχεδόν ολοκληρωτικά το έργο κατάσβεσης των πυρκαγιών σ΄όλη τη χώρα. Όχι μόνο φέτος. Κάθε χρόνο τις τελευταίες…δεκαετίες. Με τη πρώτη φλόγα άπαντες οι αρμόδιοι καλούν τους “καμικάζι” της Ελευσίνας για να τους σώσουν. Άσχετα από τις καιρικές συνθήκες και τις δυσκολίες που πολλές φορές μετατρέπουν τις αποστολές αεροπυρόσβεσης σε αποστολές αυτοκτονίας,όλοι θέλουν ένα αεροπλάνο πάνω από τη περιοχή τους! Και όταν αυτό είναι αδύνατο να συμβεί …βγαίνουν και παραπονούμενοι!
Στα Νέα ,δημοσιεύθηκε το “πορτραίτο” ένος “καμικάζι” των πυροσβεστικών. Και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να τον “γνωρίσουμε”.
Ο αντισμήναρχος, διοικητής του Σμήνους Μετεκπαίδευσης της 113 Πτέρυγας Μάχης στη Θεσσαλονίκη, είναι ένας από τους άνδρες της Πολεμικής Αεροπορίας που κάθε καλοκαίρι ρίχνονται στη μάχη για την κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών. Μια μάχη που, όπως λέει, είναι αγώνας απέναντι στον εαυτό σου και τις αγωνίες σου, που πρέπει να κατανικήσεις για να μπορέσεις να παλέψεις με τα απρόβλεπτα στοιχεία της φύσης
Ο θεσσαλονικιός αντισμήναρχος ονειρευόταν από μικρός να γίνει πιλότος. Σήμερα, στα 44 χρόνια του, μετρά 2.800 ώρες πτήσης, από τις οποίες οι 1.600 με πυροσβεστικά αεροσκάφη, ενώ είναι διοικητής του Σμήνους Μετεκπαίδευσης της 113 Πτέρυγας Μάχης.
Αφού αποφοίτησε από τη Σχολή Ικάρων και ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στην Καλαμάτα, υπηρέτησε στην 348 Μοίρα Τακτικής Αναγνώρισης και στο Εθνικό Κέντρο Αεροπορικού Ελέγχου ως ιπτάμενος σε μαχητικά αεροσκάφη, αλλά και σε επιτελικές θέσεις. Τον Οκτώβριο του 2000 άρχισε να πιλοτάρει Καναντέρ, αρχικά ως συγκυβερνήτης και στη συνέχεια ως κυβερνήτης, αρχηγός σχηματισμού μοίρας και εκπαιδευτής. Εκτοτε έχει δώσει το «παρών» στα περισσότερα μεγάλα πύρινα μέτωπα, όπως στην Αθήνα το 2005, στην Κασσάνδρα το 2006 και στην Πελοπόννησο, αλλά και σε όλες τις μεγάλες πυρκαγιές το 2007.
ΟΡΙΑ ΑΝΤΟΧΗΣ. Τα συναισθήματά του κάθε φορά που αντικρίζει τις φλόγες από ψηλά είναι ανάμεικτα, αλλά πάντα τα ίδια. «Από τη μια βλέπεις με πόνο ψυχής να καίγεται το σπίτι σου, η πατρίδα σου. Από την άλλη θέλεις να κάνεις ό,τι είναι δυνατόν για να σώσεις τους ανθρώπους, τις περιουσίες τους και το δάσος. Και βέβαια το τρομακτικό αυτό θέαμα σου προκαλεί δέος, γιατί πρέπει να μπεις μέσα στις φλόγες. Ο φόβος υπάρχει πάντα, γιατί ξέρουμε ότι όλα μπορούν να συμβούν ακόμα και στον πιο έμπειρο πιλότο. Το πιο καθοριστικό, λοιπόν, είναι να μπορείς να ελέγξεις τους φόβους και τις ανησυχίες σου, χωρίς να παραβείς τα όρια τους σκάφους, αλλά και τα δικά σου, υπερεκτιμώντας τις δυνατότητές σου. Εξάλλου, τα δυστυχήματα που συνέβησαν δεν οφείλονταν σε βλάβη του σκάφους, αλλά σε ανθρώπινα λάθη», λέει.
Κάθε επιχείρηση κατάσβεσης έχει μεγάλες δυσκολίες. Αλλωστε, για να κληθούν να συνδράμουν τα Καναντέρ, η κατάσταση είναι κρίσιμη και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από τις επίγειες δυνάμεις. Τα αεροσκάφη συχνά αναγκάζονται να πλησιάσουν ακόμα και μόλις 30 μέτρα πάνω από τη φωτιά, εκεί όπου αναπτύσσονται θερμοκρασίες που μπορεί να αγγίξουν και τους 1.000 βαθμούς Κελσίου, πετώντας με ταχύτητα μέχρι και 250 χιλιόμετρα την ώρα. Κι όλα αυτά με ανέμους να πνέουν σε ένταση ακόμα και 9 μποφόρ, με κίνδυνο να σπάσει το αεροσκάφος από τις αναταράξεις. Υπό τις ίδιες συνθήκες καλούνται να ανεφοδιάζουν το αεροσκάφος με νερό. Μια διαδικασία που δεν κρατά περισσότερα από δώδεκα δευτερόλεπτα, αλλά απαιτεί εξαιρετικά λεπτούς και συντονισμένους χειρισμούς από κυβερνήτη και συγκυβερνήτη και ταυτόχρονα μεγάλη δύναμη, αφού το χτύπημα στο κύμα είναι πολύ έντονο, ειδικά όταν η θάλασσα είναι ταραγμένη.
Ωστόσο, το πιο δύσκολο για όλους τους πιλότους είναι η απρόβλεπτη φωτιά που δεν επιτρέπει σχεδιασμούς. «Για τη φωτιά δεν υπάρχει δυστυχώς σύστημα πρόβλεψης. Ρίχνεις το νερό, ξαναγεμίζεις και επιστρέφεις… σε μια άλλη φωτιά. Δεν ξέρεις ποτέ πώς θα γυρίσει μέσα στο επόμενο λεπτό», περιγράφει.
Στις μεγάλες πυρκαγιές που μαίνονται για ημέρες, αλλά και στις περιόδους που ξεσπούν πολλές φωτιές σε διαφορετικά σημεία – πράγμα καθόλου σπάνιο για την καλοκαιρινή περίοδο – τα ωράρια είναι εξαντλητικά. Πολλές φορές ο Χ. Χαρούσης αναγκάστηκε επί πολλές ημέρες να κάνει τρεις τρίωρες αποστολές την ίδια ημέρα, εκτελώντας μεγάλες διαδρομές με ενδιάμεσο διάλειμμα μισής ώρας και ανάπαυση μόνο τις νυχτερινές ώρες, που είναι αδύνατη η πτήση. Μάλιστα, ο ίδιος κάποια στιγμή αναγκάστηκε να παραμείνει στην Ελευσίνα για έναν ολόκληρο μήνα, προκειμένου να συνδράμει σε διάφορα μέτωπα. Ακόμα, όμως, και στις «ήρεμες» ημέρες είναι σε επιφυλακή, αφού, εφόσον παραστεί ανάγκη και κληθεί, θα πρέπει να είναι έτοιμος για αναχώρηση μέσα σε 20 λεπτά.
Η μεγάλη αυτή κούραση, όμως, ισοσκελίζεται από το συναίσθημα που του αφήνει κάθε επιτυχημένη αποστολή. «Η ικανοποίηση είναι πολύ μεγάλη όταν βλέπεις ότι το σύστημα λειτούργησε και ότι καταφέραμε να σώσουμε ανθρώπινες ζωές και να προστατεύσουμε το δάσος». Η ικανοποίηση αυτή, άλλωστε, είναι εκείνο που τον κάνει να αντιπαρέρχεται την αρνητική κριτική για αναποτελεσματικότητα. «Ο κόσμος δεν ξέρει τι ακριβώς συμβαίνει. Οτι, για παράδειγμα, υπάρχουν σημεία που το σκάφος δεν μπορεί να πλησιάσει. Και όταν καεί το σπίτι σου, είναι λογικό να αντιδράς και να επιρρίπτεις ευθύνες, ακόμα και σε όσους δεν φταίνε», αναφέρει.
Στα μάτια των περισσοτέρων, πάντως, οι πιλότοι των Καναντέρ είναι ήρωες. Ο Χαρίτων Χαρούσης ξέρει ότι επιτελεί πολύ σημαντικό λειτούργημα, όμως πιστεύει πως κάνει απλά το καθήκον του. «Πίσω από εμάς υπάρχει πολύς κόσμος, που κάνει ουσιαστική δουλειά. Αυτοί που συντηρούν τα αεροσκάφη, φτιάχνουν τους ασυρμάτους, αναλαμβάνουν τους εφοδιασμούς. Και χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει το σύστημα».
Για να αντεπεξέλθεις σε μια τόσο απαιτητική δουλειά χρειάζεται συνεχής εκπαίδευση. Στη διάρκεια της καριέρας του ο Χαρίτων Χαρούσης επέκτεινε τις γνώσεις του στο Σχολείο Ελεγκτών Αέρος Επιφανείας, τη Σχολή Πολέμου Αεροπορίας, ενώ εκπαιδεύτηκε στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας.
ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ. Στον ελεύθερο χρόνο του, ανάμεσα στις πτήσεις και την εκπαίδευση των νέων συναδέλφων του, παίζει κιθάρα και τραγουδά στο ερασιτεχνικό ρεμπέτικο σχήμα Ηλεκτρική Κομπανία του Πολιτιστικού Συλλόγου της ΔΕΗ. Παράλληλα, αρθρογραφεί σε διάφορα περιοδικά σχετικά με τις πτήσεις και την αεροπορία για θέματα ιστορικού ενδιαφέροντος, ενώ έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου τη συγγραφή δύο ειδικών περιοδικών για την Ελληνική Αεροπορία στον πόλεμο του 1940-1941 και στην εποχή των αεριωθούμενων 1951-1969. Σε όλες του τις δραστηριότητες σύμμαχοι και συμπαραστάτες είναι η οικογένειά του, η γυναίκα και τα δυο παιδιά του, ο 15χρονος γιος και η 11χρονη κόρη του.
Παρότι δεν σκέφτεται να εγκαταλείψει άμεσα την καριέρα του, το ενδεχόμενο να φύγει από την ενεργό δράση δεν τον τρομάζει, αφού, όπως λέει, υπάρχουν πολλά πράγματα που ελκύουν το ενδιαφέρον του και δεν προλαβαίνει να ασχοληθεί. Ονειρό του, πάντως, είναι να ασχοληθεί πιο εντατικά με την ιστορία της πολεμικής αεροπορίας, στήνοντας και μία ιστοσελίδα. «Η ιστορία της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας είναι πάρα πολύ πλούσια, όμως πολύ λίγοι τη γνωρίζουν. Και πιστεύω ότι είναι χρήσιμο να τη μάθουν, για να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη, κάτι που βλέπουμε να γίνεται συνέχεια», καταλήγει.