Η Πολιτεία επιδοτεί την ανέγερση κατοικίας για όλους τους υπαλλήλους του δημοσίου που θελήσουν να γίνουν μόνιμοι κάτοικοι σε παραμεθόριες περιοχές…όχι όμως και για τους στρατιωτικούς.
Το παράδοξο επισημαίνει ο ΣΥΣΜΕΔ σε ανακοίνωσή του.
“Οι ρυθμίσεις που δίνουν κίνητρα παραμονής σε προβληματικές περιοχές δεν έχουν ισχύ για τους Έλληνες στρατιωτικούς και το προσωπικό των Σωμάτων Ασφαλείας, οι οποίοι για πολλοστή φορά εξαιρούνται από την εφαρμογή ευεργετικών διατάξεων που ισχύουν για όλο τον υπόλοιπο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, μολονότι υφίστανται λόγω της ιδιότητάς τους πολλαπλάσια προβλήματα και επιπρόσθετες δυσκολίες που εντείνουν την οικονομική τους δυσχέρεια και μειώνουν περαιτέρω το ήδη χαμηλό επίπεδο διαβίωσής τους.
Για μία ακόμη φορά αγνοούνται επιδεικτικά οι ιδιαίτερες συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξάγουν την υπηρεσία τους τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και παραγνωρίζεται το κρίσιμο έργο και η προσφορά τους.
Παρακάμπτεται έτσι κάθε κριτική αξιολόγηση των επιδράσεων που υφίστανται οι οικογένειες των στρατιωτικών οι οποίες μετακινούμενες διαρκώς και κατά κανόνα σε περιοχές που από το νομοθέτη χαρακτηρίζονται προβληματικές, χάνουν κάθε έρεισμα επιστροφής στις πατρογονικές τους εστίες και κάθε δυνατότητα δημιουργίας ενός τόπου αναφοράς, αφού κάθε μετάθεση συνοδεύεται αναπόφευκτα και από την ανεργία του/της συζύγου, τις μαθησιακές δυσκολίες και τη δυσπροσαρμογή των παιδιών στο νέο περιβάλλον, και τον κοινωνικό αποκλεισμό της στρατιωτικής οικογένειας, η οποία συχνότατα πέφτει θύμα της κερδοσκοπίας των τοπικών κοινωνιών, που εκμεταλλεύονται την έλλειψη στρατιωτικών οικημάτων και την κατεπείγουσα ανάγκη των στελεχών για εξεύρεση νέας κατοικίας”,τονίζει ο ΣΥΣΜΕΔ, ο οποίος επισημαίνει και τις επιπτώσεις για τους στρατιωτικούς:
“Το αποτέλεσμα των προαναφερθέντων παθογενειών, για τις οποίες κυρίως ευθύνεται η αμέλεια της πολιτείας, είναι η μετά από πολυετή υπηρεσία κατάληξη του στελέχους σε μια αποστρατεία, η οποία συνοδεύεται από τον οικονομικό μαρασμό, την ψυχική εξάντληση, την κοινωνική απομόνωση και τη πικρή επιβεβαίωση ότι η Ελλάδα συνεχίζει να τρώει τα παιδιά της”.
Τι προβλέπεται για τους δημοσίους υπαλλήλους:
Θεσπίστηκε, σαν κίνητρο για την υπηρέτηση σε παραμεθόριες ή προβληματικές περιοχές, η υποχρέωση της πολιτείας να καταβάλλει προς τους υπαλλήλους, που τοποθετούνται ή μετατίθενται σε αυτές, επιδότηση που υπολογίζεται σε ποσοστό επί της αξίας αγοράς πρώτης κατοικίας. Αυτό υλοποιείται εφόσον, μετά από πενταετή συνεχή παραμονή, ο υπάλληλος δηλώσει ότι επιθυμεί να παραμείνει στην ίδια περιοχή για μια ακόμη δεκαετία και προβεί στην αγορά ή ανέγερση, επί ιδιόκτητου οικοπέδου, κατοικίας στην εν λόγω περιοχή.
Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, λαμβάνεται υπόψη το μέρος της αξίας της κατοικίας μέχρι εμβαδόν 50 τ.μ. για τον άγαμο, 70 τ.μ. για τον έγγαμο, προστιθέμενων 20 τ.μ. για κάθε τέκνο. Η επιδότηση ανέρχεται σε ποσοστό 40% επί της αξίας που καθορίζει η αρμόδια φορολογική αρχή σύμφωνα με το ισχύον σύστημα αντικειμενικών αξιών.
Το κίνητρο αυτό, που αρχικά δόθηκε στους υπαλλήλους του δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., επεκτάθηκε σταδιακά και στους τακτικούς και με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλους των δήμων και κοινοτήτων και των Ν.Π.Δ.Δ., η έδρα των οποίων βρίσκεται σε προβληματική περιοχή και οι οποίοι αρχικώς εξαιρέθηκαν των ευεργετικών διατάξεων, καθώς και στο προσωπικό των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας.
Από το Μάρτιο του 2000 το εν λόγω κίνητρο επεκτάθηκε και στους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, ενώ διευκρινίστηκαν οι ειδικές περιπτώσεις ισχύος των σχετικών ευεργετικών διατάξεων και η κατά περίπτωση εφαρμογή αυτών.
Καθορίσθηκε λοιπόν ότι σε περίπτωση που στον υπάλληλο περιέρχεται ποσοστό συγκυριότητας της κατοικίας, που αγοράζεται ή ανεγείρεται, ως αξία της κατοικίας λαμβάνεται η αξία του ποσοστού αυτού, όπως καθορίζεται από την αρμόδια φορολογική αρχή.
Η επιδότηση δεν καταβάλλεται στους υπαλλήλους, που οι ίδιοι, οι σύζυγοι ή τα τέκνα τους έχουν κατά το χρόνο τοποθέτησής ή μετάθεσης ή μετάταξής τους, στην υπηρεσία της προβληματικής περιοχής ή αποκτούν μεταγενέστερα και μέχρι την υποβολή της αίτηση για την επιδότηση το 100% της πλήρους κυριότητας ή της επικαρπίας άλλης κατοικίας, που καλύπτει τις στεγαστικές τους ανάγκες και βρίσκεται στην ίδια προβληματική περιοχή.
Στην περίπτωση που η προϋπάρχουσα εντός της ίδιας προβληματικής περιοχής κατοικία, δεν καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες του δικαιούχου (δηλ. 50 τ.μ. για τον άγαμο, 70 τ.μ. για τον έγγαμο και 20 τ.μ. για κάθε ανήλικο τέκνο), καταβάλλεται το 40% της διαφοράς της αξίας της προϋπάρχουσας κατοικίας που έχει και της αξίας της επιδοτούμενης κατοικίας, όπως οι αξίες αυτές προσδιορίζονται από την αρμόδια φορολογική αρχή κατά το χρόνο αγοράς ή περάτωσης των εργασιών ανέγερσης της επιδοτούμενης κατοικίας.
Σε περίπτωση που από υπαιτιότητα του υπαλλήλου δεν τηρηθεί η δέσμευση της υποχρεωτικής παραμονής του στην προβληματική περιοχή (10 έτη) το ποσό της επιδότησης καταλογίζεται με απόφαση του αρμόδιου διατάκτη και αναζητείται υποχρεωτικώς από την οικεία υπηρεσία ως αχρεωστήτως καταβληθέν, πλέον των νομίμων τόκων.
Ο ΣΥΣΜΕΔ προτείνει να ισχύσουν ανάλογες ρυθμίσεις για τους στρατιωτικούς,με κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις. Οι προτάσεις είναι:
α. Ο χρόνος της συνεχούς παραμονής σε μια προβληματική περιοχή,που απαιτείται για την απόκτηση του δικαιώματος υποβολής αίτησης επιδότησης απόκτησης κατοικίας, να μειωθεί στην περίπτωση των Ελλήνων στρατιωτικών από τα πέντε (5) έτη στα τρία (3) έτη.
β. Ο χρόνος υποχρεωτικής παραμονής στην εν λόγω προβληματική περιοχή να μειωθεί στην ειδική περίπτωση των Ελλήνων στρατιωτικών από τα δέκα (10) έτη στα πέντε (5) έτη.
Ταυτόχρονα προς αποφυγή εκμετάλλευσης του μέτρου και εξασφάλιση των συμφερόντων του δημοσίου να απαγορευθεί η επί μία δεκαετία μετά την αγορά ή περάτωση της ανέγερσης του ακινήτου, μεταβίβαση οποιουδήποτε εμπράγματου δικαιώματος (κυριότητα ή επικαρπία) του δικαιούχου στρατιωτικού.
γ. Την αναστολή επιβολής της ρήτρας επιστροφής της επιδότησης στη περίπτωση που ο στρατιωτικός μετατίθεται αποδεδειγμένα, παρά την επιθυμία του, σε άλλη περιοχή, διάφορη της προβληματικής όμοιας, για την οποία έλαβε επιδότηση απόκτησης κατοικίας.
Η ανωτέρω αναστολή να ισχύει και στην περίπτωση που η/ο σύζυγος του στρατιωτικού η/ο οποία είναι δικαιούχος της σχετικής επιδότησης αναγκάζεται για λόγους συνυπηρέτησης να ακολουθήσει το/τη σύζυγο στρατιωτικό.
Το ίδιο ανασταλτικό μέτρο προτείνεται να ισχύει και στην περίπτωση που ο στρατιωτικός αποστρατεύεται μη έχοντας συμπληρώσει 35ετία με ευθύνη της υπηρεσίας και όχι κατόπιν δικής του αίτησης.