Οι μαζικές και δυναμικές αντιδράσεις κατά του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 εκδηλώθηκαν, με συμμετοχή στελεχών του ναυτικού και κινητοποίηση πλοίων σε δύο περιπτώσεις. Στις 13 Δεκεμβρίου 1967 στα πλαίσια του αποκαλούμενου ΄΄Κίνημα του Βασιλιά΄΄ και το Μάιο του 1973 με το Αντιτορπιλικό ΒΕΛΟΣ, που υπήρξε και η μόνη δυναμική έκφραση στα πλαίσια του αποκληθέντος ΄΄Κίνημα του Ναυτικού΄΄. Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του ΄΄κινήματος του βασιλιά΄΄, οι συμπεριφορές των αξιωματικών με την εκδήλωσή του, και κύρια στην εξέλιξή του το επόμενο εικοσιτετράωρο, είναι ενδεικτικές:
του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουν το απριλιανό καθεστώς,
των σχέσεων του Σώματος αυτού με τη ΄΄νόμιμη διοίκηση΄΄, που υλοποιείται στο πρόσωπο του εκάστοτε ανωτέρου αξιωματικού, που την ασκεί,
των σχέσεών τους με την ΄΄εξουσία΄΄, που εν προκειμένω ασκείται από το καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967 και τα όργανά της,
των δεσμών με το ΄΄βασιλιά΄΄, που ανάλογα με τις σχέσεις του κάθε στελέχους με το θεσμό της βασιλείας, αντιπροσωπεύει ή όχι την υπέρτατη ΄΄διοίκηση΄΄ και την ΄΄εξουσία΄΄.
Για τους αξιωματικούς που ήταν πιστοί και θιασώτες της βασιλείας, δεν υπήρχε περιθώριο ελιγμών και τάχθηκαν από την πρώτη στιγμή στο πλευρό του κατόχου του θρόνου. Αυτούς κυρίως απογοήτευσε ο Κωνσταντίνος με την κακή σχεδίαση και την ακόμα χειρότερη εκτέλεση του ΄΄κινήματός του΄΄. Κύρια όμως τους απογοήτευσε, με τη μάλλον εσπευσμένη αλλά επιτυχή υποχώρηση και φυγή του στο εξωτερικό. Αλλά και αργότερα η συμπεριφορά των ανθρώπων του περιβάλλοντός του στο εξωτερικό δεν ήταν καλή, όταν επεδίωκαν να τον ενημερώνουν στελέχη, που δεν ήταν ενάντια της βασιλείας.
Για τους πιστούς στην ΄΄επανάσταση΄΄ και για όσους είχαν επιλέξει τη συμπόρευση, δεν υπήρξαν ταλαντεύσεις. Αντέδρασαν στους ΄΄κινηματίες΄΄ του βασιλιά, που ήταν ολόκληρο σχεδόν το υπόλοιπο ναυτικό. Αυτό το ναυτικό, υπακούοντας τη φυσική του ηγεσία -που τις πρώτες ώρες εκδήλωσε την συμπαράστασή της στον βασιλιά- ακολούθησαν αρχικά με ορμή, σταδιακά όμως μειούμενη, τις εντολές για κίνηση προς βορρά. Όπου υποτίθεται, πως στερέωνε ο Κωνσταντίνος την εξουσία του ενάντια της χούντας. Αφ’ ότου τα πράγματα άρχισαν να συγχέονται και να μην ξεκαθαρίζουν, ο ενθουσιασμός των πρώτων ωρών σιγάζει και τα πλοία πλέουν μεν προς βορά, αλλά κάποια τηρούν ενδιάμεσες πορείες για Σαλαμίνα.
Ο νέος αρχηγός του ναυτικού Περβαινάς, αναλαμβάνει γρήγορα την αρχηγεία, στην αρχή με μικρή ομάδα πιστών στελεχών. Βοηθούντος και του ότι ο βασιλιάς δεν έδειξε αποφασιστικότητα, συγκέντρωσε το στόλο στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας, χωρίς να έχουν υπάρξει συμπλοκές ή βίαιες δράσεις. Έπαιξαν ρόλο σ’ αυτήν την εξέλιξη οι εξής παράγοντες:
Οι διαπροσωπικές σχέσεις των στελεχών, που ανεξάρτητα με το μέρος ποιου είχαν τεθεί, δεν προχώρησαν σε δυναμικές αναμετρήσεις.
Η έλλειψη αποφασιστικότητας και στιβαρής ηγεσίας από πλευράς του Κωνσταντίνου, από τον οποίο περίμεναν όλοι οι αξιωματικοί, κυβερνήτες, διοικητές κ.λ.π. δυναμικές, σίγουρες και αταλάντευτες εντολές. Όπου σε επίπεδο χαμηλότερο υπήρξε τέτοιου είδους ηγεσία, υπάκουσαν όλοι οι νεότεροι χωρίς καμία παρεκτροπή.
Η έλλειψη σαφών και καθαρών πληροφοριών, που επέτεινε τη σύγχυση και την αναποφασιστικότητα.
Η απουσία στοιχειώδους προετοιμασίας σε βασικούς τουλάχιστον πυρήνες μέχρι επίπεδο διοικητών ομάδων πλοίων, που αποδείχθηκε στην πράξη, πως λειτούργησαν ομαδικά.
Η προϊούσα έλλειψη συντονισμού, συγκεκριμένων στόχων και σχεδίασης, επέφερε κλίμα ηττοπάθειας και απογοήτευση Παρότι ο αιφνιδιασμός της πρώτης ώρας επέτυχε, συνεγείροντας σχεδόν το σύνολο των πλοίων.
Η απουσία εναλλακτικού σχεδίου για την περίπτωση που ο Κωνσταντίνος θα εγκατέλειπε την προσπάθεια (όπως και έγινε). Η φυγή του στην Ιταλία τόσο νωρίς, διέλυσε όλη την προσπάθεια στην εξέλιξή της.
Η ύπαρξη λίγων αποφασισμένων σε επίπεδο ναυάρχων όπως ο Ροζάκης.
Η μη συνέχιση της ΄΄στάσης΄΄ μετά την φυγή του Κωνσταντίνου, που σημαίνει πως δεν ήταν προετοιμασμένα τα στελέχη για δυναμική εξέλιξη.
Οι δεσμοί των στελεχών με τα πλοία, που τα θεωρούν δικά τους και σε καμία περίπτωση (πλην πολέμου), δεν θέλουν να τα βάλουν σε κίνδυνο.
Το πολεμικό ναυτικό ήταν ολόκληρο σχεδόν εν πλω και κατά της δικτατορίας από την πρώτη στιγμή. Χρειάσθηκε να επικοινωνήσει ο τέως Α/ΓΕΝ αντιναύαρχος Δέδες με τον ΄΄στασιαστή΄΄ Αρχηγό Κρητικού και Ιονίου Πελάγους (ΑΚΙΠ) υποναύαρχο Ροζάκη, για να πεισθεί ο τελευταίος, να επιστρέψει στη Σαλαμίνα. Αποδείχθηκε στην πράξη στο στρατό ξηράς, πως ελάχιστοι αποφασισμένοι κατάφερναν να κυριαρχούν σε μεγάλους σχηματισμούς, με τον έλεγχο απλά του διοικητή τους. Το φαινόμενο παρατηρήθηκε περισσότερο στο στρατό με τον περιορισμό του επικεφαλής μονάδων από τους μικρούς ΄΄πιστούς της επανάστασης΄΄, ενώ δεν συνέβη το ίδιο στο ναυτικό. Δεν υπήρξε σε καμία μονάδα του ναυτικού ΄΄σύλληψη΄΄ του διοικητή ή ανατροπή κυβερνήτη. Η μοναδική προσπάθεια αντικατάστασης διοικητή που έγινε στο ναύσταθμο Κρήτης, έθεσε τον επιχειρήσαντα απεσταλμένο του Βασιλιά σε περιορισμό, μέχρι που η κατάσταση έγειρε με την ΄΄επανάσταση΄΄.
Το πλοίο στο ναυτικό ακολουθεί και υπακούει στον κυβερνήτη. Οι κυβερνήτες υπακούουν και ακολουθούν τον αποφασισμένο διοικητή της ίδιας ομάδας πλοίων. Και ο στόλος υπακούει στον αρχηγό του, εάν ο τελευταίος είναι δυναμικός, αποφασισμένος, το δείχνει και επιβαίνει πλοίου. Χωρίς την ύπαρξη σταθερού και συγκεκριμένου στόχου, εύκολα και γρήγορα μεταπήδησαν στην κατάσταση ΄΄να δούμε πως θα εξελιχθούν τα πράγματα΄΄, και στη συνέχεια ΄΄για το καλό του ναυτικού να αποφύγουμε την αδελφοκτόνο σύγκρουση΄΄. Αυτοί που ακολούθησαν την τακτική του ΄΄να δούμε και αποφασίζουμε΄΄ ήταν εκείνοι που πρώτοι απ’ όλους έστρεψαν τα πλοία προς τη Σαλαμίνα και τάχθηκαν με την ΄΄επανάσταση΄΄, ενώ λίγες ώρες νωρίτερα έφευγαν ενθουσιασμένοι προς Θεσσαλονίκη.
Το καλό που προέκυψε από τις συγκλονιστικές εκείνες ώρες ήταν, ότι δόθηκε η αφορμή στα στελέχη των ΕΔ και του ναυτικού στο σύνολό τους σχεδόν, να τοποθετηθούν απέναντι στο τι συνέβαινε στη χώρα. Συγχρόνως προβλημάτισε όσους πίστευαν στην καθολικότητα της αποδοχής της χούντας.
Το περιεχόμενο των αναφορών των στελεχών, που ζητήθηκαν και υποβλήθηκαν αμέσως μετά την επικράτηση της χούντας, είναι εκείνο κυρίως, που χρωματίζει τα συμβάντα αλλά και τους ίδιους τους αξιωματικούς. Εμφανίζουν τους χαρακτήρες και ερμηνεύουν έτσι και τον τρόπο, με τον οποίο αντέδρασαν εκείνο το εικοσιτετράωρο αλλά και στη συνέχεια. Όταν χρειάσθηκε να συντάξουν τις αναφορές αυτές, αντιμετώπιζαν από τη μία πλευρά μια διοίκηση, που ζητάει εξηγήσεις, επομένως εν όψει είχαν και το φάσμα των εναντίον τους μέτρων με άγνωστες προοπτικές. Από την άλλη η υποχώρηση μετά μια συμμετοχή σε δράση με τα πολεμικά πλοία, ήταν μειωτική.
Μόλις ξεκαθαρίζει το τοπίο με τη φυγή του Κωνσταντίνου και την επικράτηση των απριλιανών, ξεκινούν οι διαδικασίες ΄΄κάθαρσης΄΄ των ενόπλων δυνάμεων από τους ΄΄στασιαστές΄΄ στρατιωτικούς. Εκδίδονται στις 18 Δεκεμβρίου διαταγές προς όλους τους διοικητές, κυβερνήτες και άλλους αξιωματικούς, που πήραν μέρος στο ΄΄κίνημα΄΄, να υποβάλλουν άμεσα αναφορές των συμβάντων με όλα τα σχετικά σήματα/ διαταγές που έλαβαν. Υλοποιούν τη διαταγή αυθημερόν (στις 18 διατάσσονται και την ίδια ημέρα υποβάλλουν τις αναφορές).
Εν τω μεταξύ από τις 17 Δεκεμβρίου έχει διαταχθεί ο υποναύαρχος Θ. Μπακόπουλος, να διενεργήσει Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ) για τα συμβάντα. Υποβάλλει το πόρισμα της ΕΔΕ στις 25 Ιανουαρίου. Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (Α/ΓΕΝ) αντιναύαρχος Περβαινάς το υιοθετεί και το διαβιβάζει καθυστερημένα, σχεδόν αυτούσιο αλλά ένα ολόκληρο μήνα μετά στις 28 Φεβρουαρίου, στο γραφείο αρχηγού του γενικού επιτελείου στρατού με δική του υπογραφή ως ΄΄έκθεση συμβάντων΄΄.
Έχει προηγηθεί πίεση και στα τρία όπλα από το γραφείο αυτό εξ ονόματος του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (Α/ΓΕΕΘΑ) «..όπως επισπεύσει την περάτωσιν της εκθέσεως διά το Βασιλικόν Ναυτικόν…» τονίζοντας, πως ο Α/ΓΕΕΘΑ «…απεφάσισεν να επισυναφθούν άπαντα τα εκδοθέντα σήματα και αι μαρτυρικαί καταθέσεις…». Αυτός που πιέζει είναι αντισυνταγματάρχης από το γραφείο του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Στρατού (Α?ΓΕΣ), με υπογραφή ταγματάρχη και χρήση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ ως φόβητρου. Η εντολή να υποβληθούν και τα σήματα και οι μαρτυρικές καταθέσεις, δείχνει την επιθυμία να μειώσουν τις ηγεσίες των άλλων δύο όπλων και να γίνει τούτο γνωστό. Διαφορετικά θα μπορούσε να σταλεί ένα σημείωμα εμπιστευτικό απ’ ευθείας στους δύο αρχηγούς. Το ότι δεν στάλθηκε από Α/ΓΕΕΘΑ, αλλά από το γραφείο Α/ΓΕΣ δείχνει ακριβώς τα κέντρα ισχύος. Στη θέση που βεβαιώνει το ΄΄ακριβές αντίγραφον ΄΄ που στάλθηκε στον Α/ΓΕΝ, υπογράφει ο Στοφόρος Γεώργιος ταγματάρχης πεζικού. Το έγγραφο είναι το πρωτότυπο που ελήφθη από τον Α/ΓΕΝ και φέρει σημείωση ΄΄ταχεία ενέργεια΄΄ και μονογραφή. Για τους κατέχοντες τη γραφειοκρατία και την επιμονή στους τύπους είναι αντιληπτή η επιθυμία για προσβολή των αποδεκτών αρχηγών.
Ο μηχανισμός εξουσίας δεν περιμένει τις ανακρίσεις, για να λάβει μέτρα εναντίον όσων πρωτοστάτησαν από τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων. Εν τούτοις η απάντηση του Περβαινά στέλνεται δεκαέξι ημέρες (28-2) μετά τη λήψη της εντολής (12-2-68) ενώ είχε στα χέρια του το πόρισμα από τις 25 Ιανουαρίου. Είναι ένδειξη πως καθυστερεί την απάντηση για να δείξει πως αδιαφορεί για την πίεση ή για να διαχειριστεί ο ίδιος το θέμα των διώξεων στο ναυτικό.
Η κακοσχεδιασμένη κίνηση του Κωνσταντίνου αποδείχτηκε ωφέλιμη τελικά στη χούντα, αφού βρήκε μια καλή ευκαιρία να ξεμπερδεύει με όσους διαπίστωσε, πως είχαν απομείνει εναντίον της από τις μέχρι τότε εκκαθαρίσεις. Από την πλευρά του στρατού ξηράς η μόνη ευρέως γνωστή περίπτωση μη ελέγξιμης ενέργειας, είναι η φυγή στο εξωτερικό του υποστρατήγου Απόστολου Ζαλαχώρη, ο οποίος ως διοικητής της 12ης Μεραρχίας στην περιοχή Έβρου, περνά τα σύνορα προς την Τουρκία και καταλήγει στην Ιταλία, όπου ζητά πολιτικό άσυλο. Ο Ζαλαχώρης δεν ήταν τυχαίος αξιωματικός. Στον εμφύλιο πόλεμο είχε προαχθεί επ’ ανδραγαθία.
Ο στρατός πρέπει να υπέστη μεγαλύτερη απώλεια στελεχών σε αποστρατείες από τα δύο άλλα όπλα με το κίνημα του βασιλιά.
Για το ναυτικό δεν καταγράφονται σε έγγραφα συλλήψεις. Αλλά από κείμενα υπευθύνων δηλώσεων (ίδια για όλους) που ανήκουν σε τρεις από τους αξιωματικούς του (υποναύαρχος Α. Ροζάκης, πλοίαρχος Σ. Κονοφάος και πλωτάρχης Σ. Ταπίνης), προκύπτουν τα εξής: Οι δύο πρώτοι υπογράφουν στις 22 Δεκεμβρίου και ο Ταπίνης φέρεται να την υπογράφει στις 31 Δεκεμβρίου. Σύμφωνα μ’ αυτήν υπόσχονται ότι θα περιορισθούν στο σπίτι τους, δεν θα προβούν σε καμία ενέργεια εναντίον της ΄΄εθνικής κυβερνήσεως΄΄, δε θα δεχτούν επισκέψεις φιλικών ή συγγενικών προσώπων, εκτός όσων συγκατοικούν, και δεν θα επικοινωνήσουν τηλεφωνικά με οποιοδήποτε από τα πρόσωπα αυτά (φιλικά και συγγενικά). Δεν τους κλείνουν σε φυλακή, ούτε στην ΕΣΑ, ούτε προχωρούν σε ποινική δίωξη. Είναι πολλοί οι εμπλεκόμενοι και οποιαδήποτε ποινική δίωξη, θα κατέληγε και σε μακρόχρονες διαδικασίες και σε διάλυση ουσιαστικά των ΕΔ. Τα άμεσα μέτρα που πήραν με τη δίωξη των πρωτοστατών, ήταν τα πιο ενδεδειγμένα, για τη διατήρηση του ελέγχου τους στο στράτευμα. Και έδιναν και πολλαπλό μήνυμα σε φίλους και αντιπάλους. Ο χειρισμός της χούντας στο ΄΄κίνημα΄΄ του βασιλιά, ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να γίνει προς το συμφέρον των απριλιανών.
Ακολουθεί και δεύτερη δήλωση που υπογράφεται από τα ίδια πρόσωπα στις 5 Ιανουαρίου 1968, πάλι πριν λήξουν οι ανακρίσεις και υποβληθούν τα πορίσματα. Έχει διαφορετικό περιεχόμενο αφού παύει ο περιορισμός στα σπίτια, αλλά υπόσχονται να τηρούν τα εξής:
Δεν θα απομακρύνονται εκτός Αθηνών, κάθε δε μετακίνηση μέσα στην Αθήνα θα γνωστοποιείται στο γραφείο Α/ΓΕΝ.
Δε θα συμμετέχουν σε συγκεντρώσεις ή συζητήσεις, που θα έχουν σχέση με τη 13η Δεκεμβρίου.
Δεν θα προβούν σε ενέργεια εναντίον της ΄΄εθνικής κυβερνήσεως΄΄.
Δεν θα φορούν στολή, ούτε θα επισκέπτονται οποιαδήποτε στρατιωτική περιοχή.
Έχει ήδη ασκηθεί πειθαρχική δίωξη και τη δήλωση υπογράφουν οι διωκόμενοι. Και την υπογράφουν μάλλον άνετα. Δεν διακατέχονται από ΄΄σύνδρομα΄΄ τήρησης τέτοιων υποσχέσεων, ούτε θεωρούν μειωτική μια τέτοια κίνηση, ειδικά της μη συμμετοχής σε ενέργειες εναντίον της δικτατορίας. Ίσως να ενεργούσαν διαφορετικά, εάν θυμόντουσαν εκείνη τη στιγμή, πως μιας άλλης ιδεολογίας στελέχη των ΕΔ και κυρίως πολίτες, είχαν εκτελεστεί κάτω από συνθήκες εμφυλίου πολέμου, μη υπογράφοντας παρόμοιες δηλώσεις. Η ερμηνεία που πρέπει να δίνουν στις ΄΄δηλώσεις΄΄ αυτές, δεν μπορεί να είναι αυτή της αποποίησης των αρχών τους και συμπόρευσης με τη δικτατορία. Δεν αντιμετωπίζει η πολιτικο-ιδεολογική παιδεία των στελεχών των ΕΔ τα περί ΄΄δήλωσης΄΄, όπως οι κομμουνιστές και οι αριστεροί γενικότερα. Υπογράφουν με την ίδια ευκολία, που αμέσως μετά υπογράφουν και αντικυβερνητικές δηλώσεις δημοσιευόμενες στον τύπο, ή εντάσσονται και σε αντιχουντικές οργανώσεις.
Ο Μπακόπουλος υποβάλλει το πόρισμα της ένορκης εξέτασης στις 28 Ιανουαρίου, όπως ήδη ελέχθη, αλλά δεν τον περίμεναν για να ασκήσουν την πειθαρχική δίωξη. Αρχικά από τις 24 Ιανουαρίου γίνεται η σύσταση των ΄΄Ειδικών Συμβουλίων Κρίσεως΄΄ με βάση τη ΙΗ Συντακτική πράξη. Σε δύο ημέρες, δηλαδή στις 26-1-1968 συνέρχονται, και αποφασίζουν για την απόταξη όλων παμψηφεί, εκτός του Σούτσου, Σταυρίδη και Κοντογιάννη που η ψηφοφορία είναι μεν υπέρ της απόταξης αλλά με ψήφους 4 υπέρ και μιας κατά. Την ελεγχόμενη ΄΄ανεξαρτησία΄΄ των μελών των Συμβουλίων δείχνουν οι ψηφοφορίες. Και οι τρεις αποφάσεις του δεύτερου Συμβουλίου είναι με ψήφους τέσσερις έναντι μιας.
Σημειώνεται πως μόλις τελειώνουν οι εκκαθαρίσεις, αποστρατεύουν και τον Μπακόπουλο, που λειτούργησε και ως ο κύριος ανακριτής με την ΕΔΕ κατά των ΄΄στασιαστών΄΄. Ο ίδιος κατά παρέκκλιση κάθε λογικής, ήταν και μέλος του δεύτερου συμβουλίου κρίσεων.
Οι διωχθέντες ήταν σχετικά λίγοι, αν λάβουμε υπόψη μας τη μαζικότητα της συμμετοχής. Εκτός του Αυγέρη (Αρχηγού ΓΕΕΘΑ), που ήταν στο εξωτερικό τις ημέρες του κινήματος του Βασιλιά, απομακρύνονται με δυσμενή κρίση ο Δέδες (Αρχηγός του ναυτικού), ο Ροζάκης (Αρχηγός Κριτικού και Ιονίου Πελάγους), ο Πανάς (Αρχηγός Αιγαίου Πελάγους), ο Σούτσος (Υπαρχηγός του ΓΕΝ), ο Κοντογιάννης (Διευθυντής του Α΄Κλάδου του ΓΕΝ) ο Σταυρίδης (του Β΄Κλάδου Γεν), ο Σολιώτης (Αρχηγός του Ναυστάθμου Κρήτης) και ο Μουρίκης (Διοικητής Πλοίων Αποβάσεως).
Η ΄΄ κάθαρση΄΄ έχει επέλθει στο ναυτικό και στην ηγεσία του βρίσκονται στελέχη που δεν τα έφερε εκεί η διαδικασία των φυσιολογικών κρίσεων και επιλογών, αλλά έκτακτες καταστάσεις και βίαιες απομακρύνσεις των προκατόχων τους. Και απ’ αυτούς όμως, μερικούς πάλι βίαιες δράσεις (το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967) τους είχαν φέρει στην ηγεσία. Κάτω από τέτοιες συνθήκες μόνον κατά τύχη μπορεί να βρεθούν σε ηγετικές θέσεις ικανοί αξιωματικοί. Η στάση τους υπέρ της δικτατορίας ήταν εκείνη, που τους όρισε Αρχηγούς Επιτελείων και διοικήσεων, αλλά και καθόρισε την μετέπειτα σταδιοδρομία τους στο ναυτικό.
Ο αρχιπλοίαρχος Κ. Μαργαρίτης από διοικητής ομάδας πλοίων στις 13 του Δεκέμβρη, θα βρεθεί σε δέκα ημέρες στη θέση του υπαρχηγού του ΓΕΝ μέχρι τον Απρίλιο του επομένου έτους. Στις 8 Μαρτίου 1968 θα παραλαμβάνει Αρχηγός του Στόλου για εννέα περίπου μήνες, οπότε στις 21-12-1968 γίνεται ο επί πέντε περίπου χρόνια αρχηγός του ναυτικού. Σε ένα χρόνο μόνον είχε διέλθει όλες τις θέσεις και βαθμούς από διοικητής πλοίων και αρχιπλοίαρχος σε αντιναύαρχο και αρχηγό του ΓΕΝ. Οι κινήσεις του στις κρίσιμες ώρες από το μεσημέρι της 13ης Δεκεμβρίου μέχρι το ίδιο βράδυ που εκφυλλίσθηκε το «κίνημα» του Βασιλιά και η ανάλογη αναφορά του, έπεισαν τους απριλιανούς, πως αυτόν χρειάζονται στο ναυτικό. Η πενταετής παραμονή του ως Α/ΓΕΝ δεν τους διέψευσε. [1]