Είναι σχεδόν αδύνατον να αναφερθείς σ΄ όλους τους πρωταγωνιστές του Έπους του 1940. Γιατί ακόμη και ο τελευταίος στρατιώτης που πολέμησε στο μέτωπο,ήταν πρωταγωνιστής. Αναφερόμαστε σ΄ αυτό το μικρό κείμενο σ΄ αυτούς που κλήθηκαν να πάρουν αποφάσεις,εκείνο το πρωϊνό.Πολιτικές ή στρατιωτικές και κρίθηκαν από την ιστορία.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΕΤΑΞΑΣ
Απέρριψε το ιταλικό τελεσίγραφο στις 28 Οκτωβρίου 1940 κατανοώντας το λαϊκό αίσθημα. Ο δικτάτορας που όμως ήταν πάντα διορατικός » βρέθηκε για πρώτη φορά σε σύμπνοια με το χειμαζόμενο ελληνικό λαό και διερμήνευσε τη θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων», χωρίς να υποτιμάται «και ένας άλλος παράγοντας που ασφαλώς επέδρασε στη στάση του Μεταξά: ο φόβος του ότι θα ανατρεπόταν με την άμεση ή έμμεση επέμβαση των Άγγλων, αν ενέδιδε στις αξιώσεις της Ιταλίας και στις πιέσεις του άξονα, γενικά».Αυτό είναι η μία εκδοχή,γιατί από την άλλη σε ενημέρωση που είχε κάνει στους πολιτικούς συντάκτες της εποχής,μήνες πριν την έναρξη του πολέμου,ο Μεταξάς είχε πει ότι το μέλλον και το συμφέρον της Ελλάδας ήταν με τους αγγλοσάξονες.
Ο ίδιος δεν ήταν αισιόδοξος για την έκβαση της μάχης, στην 29η Οκτωβρίου έγραφε στο ημερολόγιό του: «Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος Κοινή Γνώμη».
ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Παρά τις τάσεις του στο φασιστικό καθεστώς και τους ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς με τη ναζιστική Γερμανία, ο βασιλιάς Γεώργιος ήταν γνωστό ότι είχε φιλο-βρετανικά αισθήματα κατά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στις 28 Οκτωβρίου 1940 ο Μεταξάς απέρριψε το ιταλικό τελεσίγραφο που ζητούσε την παραμονή των ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα και η Ιταλία εισέβαλε στη χώρα, ξεκινώντας έτσι τον Ελληνοιταλικό πόλεμο. Στις 23 Απριλίου 1941 ο βασιλιάς και η κυβέρνηση εγκατέλειψαν την ελληνική ηπειρωτική χώρα για την Κρήτη, αλλά μετά τη γερμανική εναέρια επίθεση στο νησί (Επιχείρηση Mercury), εκκενώθηκαν στην Αίγυπτο. Για άλλη μια φορά εξόριστος έφυγε για τη Μεγάλη Βρετανία, φαινομενικά κατ’ εντολή του βασιλιά Φαρούκ της Αιγύπτου. Κατά τη διάρκεια του πολέμου παρέμεινε ο επίσημα επικεφαλής του κράτους, υποστηρίζονταν από την εξόριστη κυβέρνηση και τις ελληνικές δυνάμεις που υπηρετούσαν στη Μέση Ανατολή
ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΓΟΣ
Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου ανέλαβε Αρχιστράτηγος του στρατού ξηράς, καταφέρνοντας, παρά τις υλικές αδυναμίες και τον αρχικό αιφνιδιασμό, να οργανώσει την αποτελεσματική άμυνα της χώρας και να απωθήσει τα ιταλικά στρατεύματα στην αλβανική ενδοχώρα. Παρέμεινε στην ηγεσία του στρατεύματος έως τις 23 Απριλίου 1941, οπότε παραιτήθηκε, προκειμένου να μη συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις της συνθηκολόγησης μετά τη ναζιστική εισβολή και προέλαση, επικρίνοντας το στρατηγό Τσολάκογλου για το σχηματισμό δοσιλογικής κυβέρνησης.
Στη διάρκεια της Κατοχής, δημιούργησε μία πατριωτική οργάνωση, τη «Στρατιωτική Ιεραρχία», στην οποία συμμετείχαν ως επί το πλείστον αξιωματικοί. Η αποκάλυψη της δράσης τους τον Ιούλιο του 1943 συνοδεύτηκε από την αποστολή του, μαζί με άλλους τέσσερεις αντιστράτηγους, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης (στο Νταχάου, μεταξύ άλλων), στα οποία παρέμεινε μέχρι τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας.
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ
« Δεν μπορώ να ορκίσω Κυβέρνηση προβληθείσα από τον εχθρό, εμείς γνωρίζουμε ότι τις Κυβερνήσεις τις ορίζει ο λαός ή ο Βασιλεύς. Εδώ τώρα ούτε ο λαός εψήφισε την Κυβέρνηση, ούτε ο Βασιλεύς την όρισε. Πως ζητάτε να ορκίσω Κυβέρνηση υποδειχθείσα υπό του εχθρού; Δια να είναι όργανό των; »
Αυτή ήταν η στάση του Αρχιεπισκόπου Χρύσανθου.
Ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος σ’ αυτόν τον πόλεμο πολέμησε μαζί με το μαχόμενο έθνος από την πρώτη στιγμή και κατά του Ιταλού αλλά και κατά του Γερμανού εισβολέα, δεν υπήρξε ενέργεια πού πρέπει να κάνει Ορθόδοξος Ιεράρχης που να μη την έκανε, δίπλα στον μαχητή αλλά και δίπλα στον τραυματία. Παρηγορητής της χήρας και εμψυχωτής του πολεμιστή, ακούραστα στήριξε τον άνισα μαχόμενο Ελληνισμό, και όταν πλησίαζαν τα δύσκολα πιο πεισματικά πύκνωνε τις γραμμές μη και περάσει ο εχθρός.
ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΚΑΤΣΙΜΗΤΡΟΣ-8η ΜΕΡΑΡΧΙΑ
Με την έκρηξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, ως διοικητής της 8ης Μεραρχίας αρχικά εξουδετέρωσε την επίθεση και στη συνέχεια διέταξε άμυνα μέχρις εσχάτων στον τομέα Ελαίας-Καλαμά, που κάλυπτε τα Ιωάννινα, αν και το στρατηγείο έχοντας υπόψη γενικό στρατηγικό ελιγμό ολόκληρης της στρατιάς του είχε παράσχει ελευθερία ενέργειας όπως ελιχθεί επιβραδυντικά προς νότο, προς ολοκλήρωση κύκλωσης, με ύστατο όμως όριο ελιγμού της μονάδος του την κοιλάδα του Αράχθου.
Τελικά η κύκλωση δεν επιτεύχθηκε, η ηρωική του όμως αντίσταση στην ιταλική επίθεση στο Καλπάκι, συντέλεσε τα μέγιστα στην νίκη της Ελλάδας απέναντι στον Ιταλικό Στρατό.
ΦΡΙΖΗΣ ΜΑΡΔΟΧΑΙΟΣ
Πριν ακόμη κηρυχθεί ο πόλεμος, ο Φριζής είχε εκπονήσει σχέδιο απώθησης του εχθρού σε περίπτωση επίθεσης, το οποίο είχε εγκριθεί από τον Παπάγο. Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 τον βρήκε διοικητή του υποτομέα Δελβινακίου της 8ης Μεραρχίας.
Η ομάδα του Φριζή είναι επίσης αυτή που συνέλαβε τους πρώτους αιχμαλώτους πολέμου – περίπου 700 Ιταλούς – και που κράτησε τη γέφυρα του Καλαμά απωθώντας τους Ιταλούς «Κενταύρους». Αλπινιστές. Ο Μαρδοχαίος Φριζής είναι ανάμεσα σ΄ αυτούς που ελευθέρωσαν την Κόνιτσα και προχώρησαν στο αλβανικό έδαφος ανακόπτοντας την προέλαση των Ιταλών, και επιτυγχάνοντας την αναστροφή του μετώπου.
Στις 5 Δεκεμβρίου, βορειοανατολικά της Πρεμετής, ο Φριζής και οι άντρες του δέχθηκαν επίθεση από ιταλικά αεροπλάνα. Ο Φριζής έδωσε εντολή στους στρατιώτες του να πέσουν στα χαρακώματα, παρ’ όλα αυτά, για να μην υπάρξει πανικός στους στρατιώτες, ο ίδιος παρέμεινε καβάλα στο άλογό του και συνέχισε να τους εμψυχώνει. Ως καβαλάρης έγινε εύκολος στόχος για τα εχθρικά αεροπλάνα. Στην αρχή τον γάζωσαν και έπειτα μία βόμβα τον αποτελείωσε. Σύμφωνα με αφήγηση του εγγονού του, επίσης Μαρδοχαίου Φριζή, ο ιερέας του στρατεύματος του έκλεισε τα μάτια με την επιθανάτια εβραϊκή προσευχή: «Άκουσε Ισραήλ, ο Κύριος ο Θεός σου, ο Κύριος είναι ένας».
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΑΒΑΚΗΣ
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, οπότε εκδηλώθηκε η Ιταλική εισβολή, ο Δαβάκης αντιμετώπισε την 3η Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών ΤΖΟΥΛΙΑ με ένα απόσπασμα 2.000 ανδρών, υπό τις εντολές και τις οδηγίες του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας. Η τακτική του σε ολόκληρη την έκταση της ζώνης ευθύνης του (35 χιλιόμετρα) ήταν αμυντική, και μάλιστα έκανε υποχρεωτικό ελιγμό, αναμένοντας ενισχύσεις. Την 1η Νοεμβρίου 1940, οπότε έφτασαν οι ενισχύσεις που περίμενε ο Δαβάκης, οι ελληνικές δυνάμεις έκαναν αντεπίθεση και κύκλωσαν τις ιταλικές, που αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Κατά την αντεπίθεση αυτή, και συγκεκριμένα την 6η ημέρα από την έναρξη των επιχειρήσεων, στον Προφήτη Ηλία Κάντσικου (μετέπειτα Δροσοπηγής), ο Δαβάκης τραυματίστηκε στο στήθος. «Στον αξιωματικό, που τον πλησίασε για να τον περιποιηθεί, πρόσταξε, μαζεύοντας όσες δυνάμεις τού ‘μεναν ακόμα: «Άσε με εμένα, πες με πεθαμένο! Και κοίτα να μη σου πάρουν τις θέσεις! Τράβα!» Στη συνέχεια τον μετέφεραν αναίσθητο με το φορείο στο Επταχώρι.Ο τραυματισμός προκάλεσε προβλήματα σε συσχετισμό με την παλαιά στηθική του νόσο. Έτσι χρειάστηκε να αποχωρήσει από το μέτωπο, όπου τον αντικατέστησε ο τότε ταγματάρχης Ιωάννης Καραβίας.