Γράφει ο
Αντιναύαρχος ε.α. Β. Μαρτζούκος Π.Ν.
Επίτιμος Διοικητής Σ.Ν.Δ.
Πρόεδρος ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.
Είκοσι έτη μετά την κρίση των Ιμίων, η Ελλάς βιώνει τις γκρίζες επιπτώσεις της, ενώ από τις πολιτικές της ηγεσίες δεν προκύπτουν δυστυχώς ενδείξεις ειλικρινούς διαθέσεως θεραπείας των τότε σφαλμάτων. Από το 1996 έως σήμερα έχει εκδοθεί σειρά σχετικών βιβλίων από ορισμένους πρωταγωνιστές της κρίσεως ή από κάποιους ευαισθητοποιημένους δημοσιογράφους αλλά απουσιάζει η κρατική ειλικρινής, διεξοδική και εμπεριστατωμένη ανάλυση της κρίσεως, οι εξ αυτής διαπιστώσεις και συμπεράσματα, κυρίως δε οι διορθωτικές και θεσμοθετημένες δέουσες ενέργειες (κυρίως σε πολιτικό επίπεδο).
Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι κατά την διάρκεια μίας διακρατικής κρίσεως άμυνας και ασφάλειας, την αποκλειστική ευθύνη της διαχειρίσεως αυτής φέρει η πολιτική ηγεσία της χώρας. Η εκάστοτε κυβέρνηση ευθύνεται για την πρόληψη, την έγκαιρη αναγνώριση και την διαχείριση μίας κρίσεως με σειρά μέτρων (διπλωματικών, οικονομικών, στρατιωτικών κ.λπ.) κλιμακώσεως ή αποκλιμακώσεως, στο πλαίσιο της αποτροπής, ενώ οι εμπλεκόμενοι φορείς (ιδιαίτερα το ΥΠΕΞ και το ΥΕΘΑ), οφείλουν να ακολουθούν πιστά τις σχετικές πολιτικές αποφάσεις. Το ορθό και εφικτό των πολιτικών αποφάσεων εξαρτάται εν πολλοίς και από την διαρκή παροχή στρατιωτικών ενημερώσεων και εισηγήσεων από την στρατιωτική προς την πολιτική ηγεσία (απαίτηση στενών και ομαλών σχέσεων μεταξύ τους). Σε κάθε περίπτωση η επιτυχής αποτροπή του αντιπάλου σε περίοδο κρίσεως, προϋποθέτει κατ’ ελάχιστον πολιτική βούληση χρήσεως στρατιωτικής ισχύος (εάν απαιτηθεί) και Ένοπλες Δυνάμεις ικανές να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά όχι μόνο θερμά επεισόδια αλλά και μία γενική πολεμική αναμέτρηση.
Μία κρίση χαρακτηρίζεται από στενότητα χρόνου, ένταση, πυκνή και δυναμική αλληλουχία γεγονότων, πληθώρα πληροφοριών ενίοτε συγκεχυμένων ή και αλληλοσυγκρουομένων, ψυχική και σωματική καταπόνηση, καθώς και απαίτηση λήψεως σημαντικών αποφάσεων υπό πίεση. Κατά συνέπεια η επιτυχής αντιμετώπιση μίας κρίσεως απαιτεί προϋπάρχουσα θεσμική, ηγετική, οργανωτική, γνωστική, εμπειρική και υλική προετοιμασία σε όλα τα επίπεδα. Ελλείψεις συνεργασίας και οργανώσεως, αμοιβαίες καχυποψίες, αυθαίρετοι ερασιτεχνισμοί, καθώς και ανάγκη για φροντιστήρια βασικών γνώσεων εν ώρα κρίσεως, απλώς συναποτελούν την βέβαιη συνταγή μίας αποτυχίας. Τα κύρια πολιτικά σφάλματα της κρίσεως των Ιμίων συνοψίζονται επιγραμματικά στα ακόλουθα:
Παρά τις ενδείξεις η κρίση δεν εντοπίσθηκε έγκαιρα, ώστε να υπάρξουν ανάλογες προληπτικές ενέργειες. Ακόμη και όταν η κρίση έγινε ορατή, αρχικά υποβαθμίσθηκε.
Το αποκλειστικά αρμόδιο ΚΥΣΕΑ ουδέποτε συνεκλήθη, με αποτέλεσμα ο Πρωθυπουργός να ενημερώνεται κυρίως από συμβούλους και άλλοι φορείς (π.χ. ΥΕΘΑ, Α/ΓΕΕΘΑ) να αποδεσμεύουν εξ ανάγκης Εθνικούς Κανόνες Εμπλοκής, αρμοδιότητος ΚΥΣΕΑ.
Οι αντιδράσεις υπήρξαν ανακλαστικές και όχι αποτέλεσμα στρατηγικού σχεδιασμού.
Δεν αξιοποιήθηκαν πλήρως τα διπλωματικά και γεωπολιτικά μας ερείσματα.
Η πολιτική ηγεσία δεν γνώριζε στοιχειώδεις κανόνες αποτροπής, καθώς και βασικές διαδικασίες κλιμακώσεως και αποκλιμακώσεως της κρίσεως.
Οι σχέσεις πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας δεν ήταν αγαστές.
Υπήρχε αμοιβαία καχυποψία μεταξύ κορυφαίων στελεχών της κυβερνήσεως.
Υπήρχε έλλειψη συνεργασίας μεταξύ συναρμοδίων Υπουργείων.
Υπήρξαν πολλαπλοί και παράλληλοι δίαυλοι επικοινωνίας με το εξωτερικό, δίχως μάλιστα κοινή γραμμή.
Υπήρξε αναντιστοιχία πολιτικών εξαγγελιών και πράξεων.
Ουδέποτε η πολιτική ηγεσία (ή στελέχη αυτής) ενημερώθηκε και έλαβε αποφάσεις στον φυσικό χώρο αντιμετωπίσεως κρίσεων που είναι το Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων.
Αγνοήθηκε η ΕΥΠ.
Η πολιτική ηγεσία επέρριψε ευθύνες αποκλειστικά στις ΕΔ της χώρας και δεν προέβη σε αυτοκριτική.
Είκοσι έτη μετά, θα περίμενε κάποιος, από υπεύθυνες πολιτικές ηγεσίες οι οποίες συναισθάνονται το βάρος της εθνικής αποστολής τους να έχουν προβεί σε ένα ελάχιστο βελτιωτικών κινήσεων, όπως την θεσμοθετημένη υποχρεωτική ενημέρωση (π.χ. σεμινάρια, τακτικές ενημερώσεις, ασκήσεις κ.λπ.) των εμπλεκομένων σε χειρισμό κρίσεων ηγετικών πολιτικών προσώπων, την συστηματική σύγκληση του ΚΥΣΕΑ με αντικείμενο τον χειρισμό κρίσεων, την δημιουργία Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, την θεσμοθετημένη και οργανωμένη συνεργασία του συνόλου των εμπλεκομένων υπουργείων, την τακτική και συστηματική συνάντηση της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας (όχι μόνο στις τελετές και παρελάσεις) και κυρίως την αποτρεπτική ενίσχυση των ελληνικών ΕΔ και της αμυντικής βιομηχανίας ως προς τις στρατιωτικές απειλές της χώρας που η ίδια η Πολιτεία έχει καθορίσει. Με δεδομένες τις πολιτικές στρατηγικές επιλογές, η στρατιωτική ηγεσία οφείλει να επισημαίνει σε όλους τους τόνους, από τον καιρό της ειρήνης, τυχόν επιδεινούμενη σημαντική αναντιστοιχία των Σκοπών που καλείται να επιτελέσει και των διατιθεμένων μέσων, ως προς τις εκάστοτε απειλές που ορίζει η Πολιτεία, άλλως καθίσταται συνυπεύθυνη. Έως ότου αρχίσει η θεραπεία των εν λόγω επισημάνσεων (ή έστω μέρους αυτών), ο Έλλην πολίτης θα πρέπει να ανησυχεί και να αμφιβάλει για την αξιοπιστία της πολιτικής του ηγεσίας, δεδομένου ότι η επόμενη κρίση με έναν ισχυρό αναθεωρητικό γείτονα που καθίσταται διαρκώς ισχυρότερος, αποτελεί θέμα χρόνου.
Η κρίση των Ιμίων μας άφησε γκρίζες περιοχές, «ζωτικά» τουρκικά συμφέροντα στο Αιγαίο και την θυσία τριών ηρωικών στελεχών του Πολεμικού μας Ναυτικού. Υπάρχει απόλυτη σκοπιμότητα η επόμενη κρίση να βρει την πατρίδα μας έτοιμη και για τον σκοπό αυτό η Κυβέρνηση θα πρέπει πάντοτε να θυμάται ότι «Κυβερνάν εστί Προβλέπειν».