Η φυγή θρίλερ Μητσοτάκη από την Ελλάδα, όπως τη διηγήθηκε

Ολόκληρο το σχέδιο  φυγής του από την χουντοκρατούμενη Ελλάδα στην Τουρκία με σκάφος που κυβερνούσε ο ίδιος , το <<ταξίδι>> με τους πράκτορες της ΜΙΤ από Σμύρνη στην Κωνσταντινούπολη, η μεταφορά στο Χίλτον, το κουδούνισμα του τηλεφώνου,  η <<μεταμφίεση>> σε προσωπικό των τουρκικών αερογραμμών και άλλες λεπτομέρειες  περιλαμβάνονται στην συνέντευξη του πρώην Πρωθυπουργού και νυν επίτιμου Πρόεδρου της Ν.Δ., κ. Κων/νου Μητσοτάκη στην τουρκική Hurriyet όπου μεταξύ πολλών άλλων πολιτικών θεμάτων ( κυπριακό, Αιγαίο, οικονομία  ελληνοτουρκικά, Οτζαλάν , Γ. Παπανδρέου , Ελ. Βενιζέλο, τουρκοκρητικούς κλπ) υποστηρίζει υποστηρίζει ότι  το Κυπριακό μπορεί να επιλυθεί ευκολότερα σε σύγκριση με το Κουρδικό και εγκωμιάζει τον Ερντογάν.
 
Σε νωρίτερο δημοσίευμα του OnAlert αναφερουμε πως ο πρωην πρωθυπουργός της Ελλάδος σε δηλώσεις του στην τουρκική εφημερίδα πιστεύει πως το Κυπριακό μπορεί να το λύσει ο Ερντογάν και αναφέρει πως το Κυπριακό είναι πιο εύκολο θέμα προς επίλυση παρά το Κουρδικό, πριν όμως παρουσιάσουμε ολόκληρη την συνέντευξη του κ Μητσοτάκη να αναφέρουμε τον πρόλογο της δημοσιογράφου:

Ο πρώην Έλληνας Πρωθυπουργός, κ. Κων/νος Μητσοτάκης, είναι ένας από τους πιο παλιούς Ευρωπαίους πολιτικούς. Η πρώτη είσοδος του κ. Μητσοτάκη, που είναι σήμερα 95 ετών, ως βουλευτής στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ήταν το 1946. Μέχρι τον αποχαιρετισμό του, το 2004, έζησε μέσα στην ενεργό πολιτική περίπου 60 χρόνια. Τον κ. Μητσοτάκη, που ήρθε την περασμένη εβδομάδα, ως επίτιμος προσκεκλημένος για τη Σύνοδο Babiali, συνόδευσε, στη συνάντησή μας και η κόρη του, κ Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία είναι όπως ο ίδιος πολιτικός. Το γεγονός ότι ξεκινώντας τη συζήτησή μας είπε «Κατά πάσα πιθανότητα, αυτή είναι η τελευταία επίσκεψή μου στη Κων/λη», έδειξε ότι θεωρεί την επίσκεψή του αυτή στην Τουρκία, η οποία έχει ιδιαίτερη θέση στη δική του προσωπική ιστορία, κατά κάποιον τρόπο ως έναν αποχαιρετισμό. Ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος έζησε όλη την πορεία των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, από τις πιο ακανθώδεις εποχές μέχρι σήμερα, εξήγησε γιατί υποστήριξε τη φιλοσοφία της καλής γειτονίας, ακόμα και με το αντίτιμο να δεχθεί, στη χώρα του, τη σφραγίδα του προδότη.

 Το κείμενο των ερωταπαντήσεων είναι το εξής :

– Ερ.: Όσο και αν, με τη γενική έννοια, επικρατεί στις σχέσεις η αντίληψη καλής γειτονίας, το Κυπριακό είναι ακόμα στο τραπέζι και μάλιστα με τέτοιον τρόπο που είναι ένα από τα πιο σημαντικά εμπόδια μπροστά στην ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.  Σήμερα οι Ευρωπαίοι πολιτικοί αποδέχονται ότι  ήταν μεγάλο λάθος η ένταξη της «νοτίου Κύπρου», το 2004, στην ΕΕ. Λένε ότι υποκύψαμε στην απειλή της Ελλάδας ότι θα ασκήσει βέτο στην ένταξη άλλων εννέα χωρών. Εσείς πιστεύετε ότι πράγματι η Ελλάδα την περίοδο εκείνη ακολούθησε σωστή πολιτική;
 
Απ.: Η Ελλάδα δεν είναι δυνατόν ποτέ να παραβλέψει την Κύπρο. Η Κύπρος είναι ένα κομμάτι του Ελληνισμού.  Είναι ένα κομμάτι της ψυχής μας. Γι’ αυτόν το λόγο, για εμάς είναι πολύ σημαντικό να βρεθεί μία βιώσιμη λύση. Το πρόβλημα αυτό, εδώ και δεκάδες χρόνια, δηλητηρίασε τις σχέσεις μας. Σε εκείνη τη γνωστή συνάντηση στο Νταβός, είχαμε έρθει στα πρόθυρα υπογραφής μίας συμφωνίας. Όμως όταν δεν σημειώθηκε η εξέλιξη που σκεφτόμουν, δεν είχα μεταβεί στην Άγκυρα. Η Κύπρος ήταν πάντα το υπογάστριο της Τουρκίας. Αυτό το συζήτησα πολλές φορές και με τον Οζάλ και εκείνος αποδεχόταν ότι η Κύπρος είναι μία αδυναμία της Τουρκίας και ήθελε να βρεθεί λύση. Τώρα πλέον σήμερα, η Τουρκία μπορεί να παίξει έναν αποφασιστικό ρόλο, πράγματι, για τη λύση. Η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να μπορέσει να το κάνει αυτό, αλλά η Τουρκία έχει τη δύναμη.
 
– Ερ.: Η Τουρκία τι μπορεί να κάνει μόνη της;
 
Απ.: Μπορεί να πείσει τους «Τουρκοκυπρίους». Ο νέος «Ελληνοκύπριος ηγέτης», ο Αναστασιάδης είναι ένας λογικός πολιτικός. Βεβαίως μπροστά του υπάρχουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και κατά συνέπεια ίσως δεν μπορεί αμέσως να ασχοληθεί με το Κυπριακό. Όμως νομίζω ότι μπορεί να γίνει ένας εποικοδομητικός διαπραγματευτής.
 
-Ερ.: Το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ λέει : «Εμείς πήραμε ρίσκο για το δημοψήφισμα του 2004. Υποστηρίξαμε την ενοποίηση του νησιού. Οι «Ε/κ» το απέρριψαν και αμέσως μετά έγιναν μέλος της ΕΕ. Τώρα μας παρουσιάζουν εμπόδια στις διαπραγματεύσεις». Ενώ έχουν έτσι τα πράγματα, σε τι βαθμό ρεαλιστικό είναι το να περιμένει κανείς να πραγματοποιήσει, και  πάλι, η Τουρκική κυβέρνηση κάποιο βήμα χωρίς να έχει ανταπόδοση.
 
Απ.: Στα δέκα χρόνια που πέρασαν, έκαναν και οι δύο πλευρές λάθη. Εγώ δε λέω ότι έκαναν μόνο οι Τούρκοι. Κάναμε και εμείς. Αλλά αυτά έχουν μείνει στο παρελθόν. Τώρα θα πρέπει να μιλήσουμε τι πρέπει να κάνουμε για το μέλλον. Η εξεύρεση λύσης στο θέμα είναι σημαντική, όχι μόνο για τις δύο χώρες, αλλά για όλη την περιοχή. Σήμερα πλέον το κυπριακό είναι στη φάση της ωριμότητας. Θα πρέπει να τονίσουμε, ειδικά, το εξής: Η διχοτόμηση θα είναι τραγωδία για  την Κύπρο. Θα είναι μόνιμη αιτία για πολλά προβλήματα και για τις δύο χώρες.
 
-Ερ.: Όταν, το 1999, συνελήφθη ο Οτζαλάν στην Πρεσβεία της Ελλάδος στην Κένυα και μεταφέρθηκε, είχατε επικρίνει με σκληρή γλώσσα την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και είχατε κάνει το σχόλιο ότι «Η Ελλάδα διανύει την πιο δύσκολη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας της».
 
Απ.: Η περίοδος εκείνη, πράγματι, ήταν για την Ελλάδα μία άκρως δύσκολη περίοδος, δε θα θέλαμε να γίνει κ άτι τέτοιο, αλλά έγινε. Θα πρέπει αυτό να το ξεχάσουμε και να κοιτάξουμε το μέλλον.
 
-Ερ.: Η αιτία που σας υπενθύμισα αυτό, είναι τα όσα βιώνονται σήμερα στην Τουρκία. Το κράτος έχει επαφή με τον Οτζαλάν, για την επίλυση του Κουρδικού. Ενδιαφέρομαι να μάθω το πώς αξιολογείτε την προσέγγιση, η οποία έχει αλλάξει στην Τουρκία τα τελευταία 14 χρόνια αναφορικά με τον Οτζαλάν, που έγινε αιτία σε κρίση στις διμερείς σχέσεις με την Ελλάδα.
 
Απ.: Αυτό δείχνει ότι, ο Ερντογάν είναι ένας ισχυρός και έμπειρος Π/Θ που μπορεί να λαμβάνει δύσκολες αποφάσεις. Ακριβώς για αυτό, λέω, ότι θα πρέπει  να ελπίζουμε ότι ο Ερντογάν θα μπορέσει να επιλύσει και το Κυπριακό. Πιστέψτε με ότι ο Ερντογάν μπορεί να επιλύσει το Κυπριακό με πολύ λιγότερη προσπάθεια από αυτήν που καταβάλει για να επιλύσει το Κουρδικό.
 
-Ερ.: Κατά τη γνώμη σας, η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, πώς επηρέασε τις σχέσεις με την Τουρκία;
Απ.: Τις επηρέασε θετικά. Δημιούργησε ευκαιρίες επενδύσεων για την Τουρκία στην Ελλάδα. Και εμείς, όταν η Τουρκία διερχόταν από μία κρίση, κάνοντας επενδύσεις, την είχαμε βοηθήσει. Σήμερα και εμείς περιμένουμε από την Τουρκία επενδύσεις. Οι επενδυτές που θα έρθουν θα χτυπήσουν μ’ ένα σμπάρο δύο τρυγόνια. Από τη μία πλευρά θα μας βοηθήσουν για την αναζωογόνηση της οικονομίας μας και από την άλλη θα κερδίσουν λεφτά οι ίδιοι.
 
-Ερ.: Επειδή, η Τουρκία είναι πολύ πιο σταθερή από πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης, από οικονομικής πλευράς, οι Τούρκοι αρμόδιοι προβαίνουν, καμιά φορά,  σε δυνατές δηλώσεις. Αυτές ενοχλούν την Ελλάδα;
 
Απ.: Είναι μία ιστορία που αναφέρω, αναφορικά με τη φυγή μου σχετικά με τη συνάντησή μου με τον Τσαγλαγιανγκίλ. Σ’ εκείνη τη συνάντηση ο Τσαγλαγιανγκίλ είχε πει κάτι πολύ σημαντικό: «Αξιότιμε κ. Μητσοτάκη, τώρα στη χώρα σας επικρατεί το καθεστώς της Χούντας και εμείς ως χώρα, είμαστε σε μία πολύ πλεονεκτική θέση. Μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα που θα σας φέρουν σε δύσκολη θέση. Όμως αυτό δεν το κάνουμε, διότι επιθυμούμε να επιλύσουμε τα προβλήματά μας με την Ελλάδα, όταν αυτή έχει μία κυβέρνηση που εξελέγη δια της δημοκρατικής οδού». Τώρα και σήμερα, αυτό είναι το πνεύμα από το οποίο έχουμε ανάγκη. Διανύοντας η μία πλευρά δύσκολες διαδικασίες, δε θα πρέπει η άλλη πλευρά να σκέφτεται να επωφεληθεί από τις αδυναμίες της πλευράς που αντιμετωπίζει δυσκολίες. Άλλωστε δεν υπάρχει καμία ένδειξη για το ότι η Τουρκία κάνει κάτι τέτοιο.
 
-Ερ.: Τι θα γίνουν οι διαφωνίες στο Αιγαίο;
 
Απ.: Πιστεύω ότι, τα προβλήματά μας στο Αιγαίο μπορούν να επιλυθούν μόνο με το Διεθνές Δίκαιο. Εμείς, το 1992, με τον Ντεμιρέλ, κατά τη συνάντησή μας στο Νταβός, ανακοινώσαμε ότι οι δύο χώρες θα σεβαστούν, αμοιβαία, την εδαφική ακεραιότητα η μία της άλλης. Και είπαμε πως, αυτό θα γίνει στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Αυτό ήταν κάτι το πρώτο για τις δύο χώρες. Η Ελλάδα δεν είπε ποτέ ότι η θάλασσα του Αιγαίου είναι μόνο ελληνική θάλασσα.
 
-Ερ.: Εντάξει, αλλά το πρόβλημα δεν είναι το γεγονός ότι ακόμα δεν καθορίστηκαν τα θαλάσσια όρια των δύο χωρών, τα οποία θα σεβαστούν; Ο διαφορετικός σχολιασμός των δύο χωρών, όσον αφορά την υφαλοκρηπίδα, ακόμα δεν μπόρεσε να ξεπεραστεί.
 
Απ.: Στην πραγματικότητα, οι δύο χώρες συμφώνησαν, πριν από κάποιο διάστημα, στο να μεταβούν στο Διεθνές Δικαστήριο στη Χάγη, για την επίλυση του θέματος της υφαλοκρηπίδας. Τώρα δε γνωρίζω πως είναι οι συνομιλίες που γίνονται. Ελπίζω να επιλυθεί το ταχύτερο δυνατό.
 
-Ερ.: Εμείς δε γνωρίζουμε τίποτα για το ότι η τουρκική πλευρά συμφώνησε για τη Χάγη. Από όσα γνωρίζω, η Τουρκία δεν προσέγγιζε πολύ σε κάτι τέτοιο.
 
Απ.: (επεμβαίνει η κόρη του κ. Μητσοτάκη, η οποία μέχρι το 2009  ήταν ΥΠΕΞ) και λέει: Η συμπεριφορά της τουρκικής πλευράς, άλλαξε κάποιες φορές.
 
-Ερ.: Γνωρίζουμε ότι, η πρώτη στάση σας, όταν διαφεύγατε από τη Χούντα στη χώρα σας, το 1967, ήταν η Τουρκία, αλλά δε ξέρουμε τις λεπτομέρειες. Ο ΥΠΕΞ της Τουρκίας της περιόδου εκείνης,  Τσαγλαγιανγκίλ, τι ρόλο είχε παίξει σ’ αυτήν την ιστορία; Μπορείτε να μας εξηγήσετε;
 
Απ.: Όταν είχα συλληφθεί και στη συνέχεια αφέθηκα ελεύθερος από τη Χούντα, για να μη συλληφθώ και πάλι, αποφάσισα να φύγω από τη χώρα. Ο μοναδικός δρόμος ήταν να περάσω το Αιγαίο και να φθάσω στην Τουρκία. Βρήκα ένα αλιευτικό σκάφος, των 10 μέτρων, για να μπορέσω να φύγω, αλλά βέβαια κάνοντας το σχέδιο αυτό, έπρεπε να συμβουλευθώ την τουρκική κυβέρνηση. Γνώριζα από παλιά, τον τότε Τ/ΥΠΕΞ, Τσαγλαγιανγκίλ. Έστειλα μήνυμα στον Τσαγλαγιανγκίλ, με έναν από τους ΥΠΕΞ μας, που ήταν πριν από τη Χούντα. Είπα ότι επιθυμώ να μεταβώ στην Τουρκία, αλλά παρακάλεσα αυτό να τηρηθεί μυστικό. Όταν έλαβα, από τον Τσαγλαγιανγκίλ την απάντηση «Ευχαρίστως», βγήκα στο δρόμο. Βγήκα μόνος μου, με εκείνο το αλιευτικό σκάφος, που είχα κανονίσει, τη νύχτα της 15ης Αυγούστου. Ο καιρός ήταν πολύ άσκημος. Κάτω από εκείνες τις καιρικές συνθήκες, έζησα την πρώτη και τελευταία εμπειρία μου, του καπετάνιου. Έστω δύσκολα, κατόρθωσα να φθάσω στον Τσεσμέ. Αναζήτησα τον Τσαγλαγιανγκίλ από τη Σμύρνη.  Εκείνος μου είπε να μείνω εκεί που βρίσκομαι και να περιμένω. Μετά από λίγο διάστημα, ήρθαν άντρες της μυστικής αστυνομίας, με πήραν και με συνόδευσαν μέχρι την Κων/λη. Εκεί με πήγαν στο Χίλτον και με άφησαν. Μόλις μπήκα στο δωμάτιό μου, χτύπησε το τηλέφωνο. Ανησύχησα και σκέφτηκα, άραγε ποιος να μου τηλεφωνάει, διότι το ήξερα πως η ελληνική Υπηρεσία Πληροφοριών θα με ακολουθούσε. Και πάλι  όμως σήκωσα το τηλέφωνο και ηρέμησα όταν άκουσα τη φωνή του Τσαγλαγιανγκίλ. Μου είπε ότι με περίμενε στη βεράντα του ξενοδοχείου για να πιούμε καφέ. Εκείνη η συνάντηση ήταν για μένα άκρως σημαντική. Μιλήσαμε για πολύ σημαντικά θέματα. Για να μη με γνωρίσουν οι δημοσιογράφοι, τη δεύτερη μέρα, με οδήγησαν σε ένα μικρό ξενοδοχείο, στο Βόσπορο, σε απόσταση 30 χλμ από το κέντρο της πόλης. Και αργότερα, όταν έφθασε ο καιρός, με έκρυψαν μεταξύ του πληρώματος αεροσκάφους των τουρκικών αερογραμμών και επιβιβάστηκα στο αεροπλάνο για τη Γενεύη. Το σκάφος με το οποίο ήρθα στο Τσεσμέ, το έστειλαν πίσω στην Ελλάδα. Η Τουρκική κυβέρνηση διαχειρίστηκε τόσο καλά το θέμα αυτό, που κανένας δε ζημιώθηκε.
 
-Ερ.: Πως εμπιστευθήκατε τους Τούρκους; Την περίοδο εκείνη, η Τουρκία δεν ήταν για την Ελλάδα ακόμα σχεδόν στην κατηγορία εχθρών;
 
Απ.: Εγώ πάντα είχα εμπιστοσύνη στον Τουρκικό λαό. Και όταν έλαβα εκείνη την απόφαση, δε δίστασα ούτε στιγμή. Για την καλή γειτονία, βασική είναι η εμπιστοσύνη. Θα πρέπει να μπορούμε να λέμε, με ειλικρίνεια ο ένας στον άλλον, το τι περνάει από το μυαλό μας. Οι πολιτικοί μπορεί, πολλές φορές, να λένε πράγματα που απέχουν από την πραγματικότητα. Όμως, δύο γειτονικές κυβερνήσεις θα πρέπει να συμπεριφέρονται αμοιβαία, με ειλικρίνεια. Η δική μου ιστορία δείχνει ότι αυτό μπορεί να πετύχει.
 
-Ερ.: Σε μία περίοδο, που οι πιο σύγχρονοί σας ασκούσαν πολιτική χτυπώντας την Τουρκία, δεν ήταν δύσκολο να υποστηρίξετε τη γραμμή αυτή;
 
Απ.: Ίσως η αιτία που πίστεψα σ’ αυτό, πριν από όλους, ήταν το γεγονός ότι είμαι Κρητικός. Εμείς μεγαλώσαμε και ζήσαμε  με τους Τουρκοκρητικούς.  Εντάξει, κατά τον πόλεμο μπορεί να είχαμε πνίξει ο ένας τον άλλον, αλλά στην πραγματικότητα είμαστε λαοί οι οποίοι μπορέσαμε να ζήσουμε, από κοινού, ειρηνικά επί μακρόν. Εγώ προέρχομαι από την οικογένεια του Βενιζέλου. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν αδελφός της γιαγιάς μου. Η φιλία μεταξύ Βενιζέλου και Ατατούρκ κυλάει στις φλέβες της δικής μας οικογένειας. Σήμερα αισθάνομαι μεγάλη ικανοποίηση από το γεγονός ότι η πολιτική φιλίας με την Τουρκία έχει υιοθετηθεί από όλους τους πολιτικούς στην Ελλάδα.  Το σημαντικότερο βήμα έγινε στις αρχές τις δεκαετίας του ’90, την περίοδο που ήμουν εγώ Π/Θ, λόγω των συμφωνιών που είχαμε υπογράψει με τον Τούρκο ομόλογό μου, Ντεμιρέλ,  το ΠΑΣΟΚ, τότε, με είχε κηρύξει «προδότη».
 
-Ερ.: Ναι, αλλά από τους ηγέτες του ΠΑΣΟΚ ο Παπανδρέου είναι ένα όνομα που έκανε ηπιότερες τις σχέσεις με την Άγκυρα.
 
Απ.: Ναι. Και ο Γιώργος Παπανδρέου, όπως ξέρετε, θεωρεί τον εαυτό του αρχιτέκτονα της ελληνοτουρκικής φιλίας και λέει ότι είναι δική του πολιτική. Όμως, ο εφευρέτης της πολιτικής αυτής είμαι εγώ, αλλά δε μπόρεσα να πάρω τα δικαιώματα, τι να κάνουμε; (ο κ. Μητσοτάκης στο σημείο αυτό γελάει). Για να πούμε την αλήθεια, χαίρομαι πολύ που σήμερα όλοι οικειοποιούνται  την πολιτική αυτή.
 
-Ερ.: Στον 20ο αιώνα, η ελληνοτουρκική ισορροπία ήταν ένα στοιχείο πολύ σημαντικό για τη Δύση, για το θέμα της προστασίας της ειρήνης και της σταθερότητας.  Παλαιότερα, ακόμα και οι επισκέψεις των Αμερικανών Προέδρων σχεδιάζονταν, λαμβανομένης υπόψη της ισορροπίας αυτής. Όμως, ο κόσμος αλλάζει.  Η Τουρκία έχει γίνει μία αρκετά αποτελεσματική χώρα στη γεωγραφία εκτός της ΕΕ. Το γεγονός ότι, η Τουρκία, αντί για την ένταξη στην ΕΕ, στέκεται και σε άλλες εναλλακτικές περιπτώσεις, πώς μπορεί να επηρεάσει την Ελλάδα και το θέμα του Αιγαίου;
 
Απ.: Η Τουρκία, η ίδια, θα αποφασίσει προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να πάει. Προσωπικά εγώ εύχομαι να συνεχίσει το δρόμο της, προς την κατεύθυνση της Ευρώπης. Κατά τη γνώμη μου, ένα ζωτικής σημασίας στοιχείο για να καταστεί μία σημαντική δύναμη είναι η Ευρώπη. Η ελληνοτουρκική ισορροπία, στην οποία αναφερθήκατε, θα συνεχίσει να υπάρχει. Όμως, με τον καιρό, θα χάσει τη σημασία και το νόημά της. Εάν, η Τουρκία, κάποια μέρα, γίνει μέλος της ΕΕ, τότε θα καταργηθεί τελείως το θέμα της ισορροπίας.