Σε εκτενή δημοσίευση η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) παραπέμπει σε πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό του Ιδρύματος Μελετών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης (Südosteuropa-Gesellschaft) με τίτλο «Κλιμάκωση στη Μεσόγειο» και η οποία υποστηρίζει: «»Η αλληλεγγύη την οποία δικαίως η Ελλάδα ζητά από την ΕΕ λόγω της τουρκικής επιθετικότητας, δεν μπορεί επ’ ουδενί να σημαίνει ότι οι εταίροι θα πρέπει να συστρατευθούν με ελληνικούς στόχους, οι οποίοι δεν καλύπτονται από το διεθνές δίκαιο».
Σύμφωνα με τη μελέτη την οποία επικαλείται η FAZ, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη »θα μπορούσε να επικρίνει πιο πειστικά τις μαξιμαλιστικές αξιώσεις της γείτονος χώρας, εάν δεν διατύπωνε και η ίδια από την πλευρά της μαξιμαλιστικές θέσεις». Όπως αναφέρεται, αυτό ισχύει κυρίως για τις ελληνικές αξιώσεις περί κοινής και εφαπτόμενης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Η Αθήνα ισχυρίζεται ότι μια τέτοια ζώνη υπάρχει μπροστά στις ακτές της Τουρκίας και πως στοιχειοθετείται από τη μικρή νήσο Καστελλόριζο».
Σύμφωνα με την FAZ, οι συντάκτες της μελέτης του Südosteuropa-Gesellschaft παραπέμπουν σε απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης και σε παρόμοια διαμάχη για τις νήσους της Κολομβίας Σαν Αντρές και Προβιδένσια που βρίσκονται μπροστά στις ακτές της Νικαράγουας, για να δείξουν ότι η ελληνική επιχειρηματολογία είναι διάτρητη. «Σε αυτή τη διαμάχη το Διεθνές Δικαστήριο απεφάνθη σε γενικές γραμμές ότι η θέση των νησιών δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια να απομονώνεται η Νικαράγουα στις ακτές της, εξαιτίας μιας κολομβιανής ΑΟΖ. Μεταφέροντάς το αυτό στους γεωγραφικούς συσχετισμούς στην Ευρώπη, σημαίνει πως η ιδέα μιας ελληνοκυπριακής ζώνης στη Μεσόγειο »δεν έχει πιθανότητες να γίνει ποτέ ισχύον διεθνές δίκαιο», αναφέρει η μελέτη. Μπορεί βάσει της Σύμβασης του ΟΗΕ για το δίκαιο της θάλασσας κάθε κατοικημένο νησί να έχει το δικαίωμα ΑΟΖ. Στις αποφάσεις και διαιτησίες του όμως το Διεθνές Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και τις αξιώσεις που εγείρει η απέναντι παράκτια χώρα βάσει πληθυσμού ή μήκους ακτών. Στην περίπτωση του Καστελόριζου αυτό αφορά μια τουλάχιστον 20πλάσια τουρκική ακτογραμμή στο νότο.
«Ανεπιθύμητες» οι διαφορετικές φωνές
Σε παρόμοια ανάγνωση -συνεχίζει η FAZ- φαίνεται να προχωρά και το Κάιρο που […] στη συμφωνία με την Ελλάδα αρνήθηκε να λάβει υπόψη την δύσκολη περίπτωση του Καστελόριζου. »Το ότι η Αίγυπτος δεν θέλει να επιμηκύνει τη γραμμή αυτή προς ανατολάς, είναι ένα μήνυμα προς τους Έλληνες ότι αξιολογεί διαφορετικά την περίπτωση του Καστελλόριζου και πως ως προς αυτό δεν θέλει να γίνει συνεργός της Αθήνας εναντίον της Άγκυρας», εκτιμάται στη μελέτη.
Σύμφωνα με την FAZ «υπάρχουν και άλλοι Έλληνες εμπειρογνώμονες που εκφράζουν αμφιβολίες για τις μαξιμαλιστικές θέσεις της Αθήνας και την ύπαρξη μια κοινής ελληνοκυπριακής αποκλειστικής οικονομικής ζώνης. Μεταξύ τους ο Χρήστος Ροζάκης, πρώην δικαστής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η αντιπολίτευση αυτή όμως δεν τον ευνόησε: »Το ότι εκφράζει μια αλήθεια που γνωρίζουν όλοι οι ειδικοί έκανε τον Ροζάκη ανεπιθύμητο πρόσωπο για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η θητεία του ως επικεφαλής του Επιστημονικού Συμβουλίου του υπουργείου Εξωτερικών έληξε τον Ιούνιο του 2020. Μπορούσε να παραταθεί, ωστόσο δεν ήταν επιθυμητό. Αντ΄ αυτού φιλοκυβερνητικά μέσα τον κατηγορούν ως εκκεντρικό ή και ένα είδος προδότη». Σύμφωνα με τη μελέτη, οι αντιδράσεις αυτές έχουν έναν απλούστατο λόγο: «Το ανεδαφικό της υπόθεσης Καστελόριζου αποσιωπάται έναντι του ελληνικού κοινού και μάλιστα από όλες τις κυβερνήσεις».
Πράγματι, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εμμένει στον ‘θρύλο του Καστελόριζου’ όπως και ο προηγούμενος πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Στη διαμάχη για την ονομασία της Μακεδονίας είχε ακόμη αρκετό θάρρος να τα βάλει με εθνικές υστερίες, στην περίπτωση του Καστελόριζου όμως και ως ηγέτης της αντιπολίτευσης κολυμπά με το ρεύμα. Η στάση αυτή διευκολύνεται από τις παράλογες ενέργειες της Άγκυρας, όπως το απορριφθέν σε όλο τον κόσμο τουρκολιβυκό μνημόνιο για θαλάσσια σύνορα στη Μεσόγειο, στο οποίο η Τουρκία εγείρει αξιώσεις ακόμη και στις περιοχές των νότιων ακτών της Κρήτης. Σε αυτά προστίθενται οι τουρκικές πολεμικές απειλές εναντίον της Ελλάδας. H πιο συνετή λύση θα ήταν η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ωστόσο αυτό απορρίπτεται από τον Ερντογάν. Πιθανότατα να φοβάται ότι τα διεθνή δικαστήρια δεν λειτουργούν όπως τα δικά του».
Πηγή: DW