Να εγκαταλείψει την πολιτική των κανονιοφόρων, της επιθετικότητας και των απειλών και να περάσει στην πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας με την Κυπριακή Δημοκρατία, κάλεσε την τουρκική πλευρά η υπουργός Εξωτερικών, Ερατώ Κοζάκου Μαρκουλλή.
Σε ομιλία της στην Αθήνα, σε εκδήλωση της Ομοσπονδίας Κυπριακών Οργανώσεων Ελλάδας και της Ένωσης Κυπρίων Ελλάδας, όπως αναφέρει επίσημη ανακοίνωση, η υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι το Κυπριακό παραμένει πρόβλημα εισβολής και κατοχής, παράνομου εποικισμού και παραβίασης του διεθνούς Δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων.
Αναφερόμενη στην εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων της Κύπρου, επεσήμανε ότι αυτό είναι αποκλειστικό και αδιαπραγμάτευτο κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπενθυμίζοντας ότι η διεθνής κοινότητα, στο σύνολό της, στηρίζει πλήρως την πολιτική αυτή.
Σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στην Αθήνα, εξέφρασε την ευχή όπως η Ελλάδα, η οποία – σημείωσε – αποτέλεσε ανέκαθεν και αποτελεί το μεγαλύτερο στήριγμα στον αγώνα της Κύπρου, να οδηγηθεί «στην ενότητα, συνεννόηση και ομοψυχία με στόχο την αποτελεσματική και μόνιμη αντιμετώπιση της κρίσης, την ανόρθωση της οικονομίας, τη σταθερότητα και την ανάπτυξη προς όφελος ολόκληρου του ελληνικού λαού».
Σε ότι αφορά το Κυπριακό, η κ. Μαρκουλλή είπε στην ομιλία της, ότι επιτακτική επιδίωξη της ελληνοκυπριακής πλευράς παραμένει η αναζήτηση λύσης μέσω διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΓΓ του ΟΗΕ, προσθέτοντας ωστόσο ότι «η Τουρκία δεν έπαυσε ποτέ να επιδιώκει την παγίωση των κατοχικών τετελεσμένων μέσω της άγονης παρέλευσης του χρόνου, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο θα μας οδηγούσε στο να αποδεχθούμε την οριστική διχοτόμηση της πατρίδας μας και μια λύση δύο κρατών».
Σχολιάζοντας την πρόσφατη συνάντηση του ΓΓ του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη με τον πρόεδρο Χριστόφια και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, είπε ότι «η δήλωση του ΓΓ σε σχέση με τα θέματα που συζητήθηκαν, δηλαδή αυτά της διακυβέρνησης, του περιουσιακού, του εδαφικού και της ιθαγένειας, παρουσίασε την περιορισμένη, έως ανύπαρκτη, πρόοδο που έχει επιτευχθεί», προσθέτοντας ότι «έχουν γίνει κάποια βήματα στα θέματα της οικονομίας, της εσωτερικής ασφάλειας και της ΕΕ, τα οποία συζητήθηκαν όμως στην Κύπρο και όχι στη Νέα Υόρκη».
Η κ. Μαρκουλλή έθεσε ως προϋπόθεση για την επανένωση της Κύπρου «η τουρκική πλευρά να περάσει από την προπαγανδιστική θριαμβολογία στην έμπρακτη μετακίνηση από δογματικές θέσεις που οδηγούν συνεχώς σε αδιέξοδα» και να εγκαταλείψει – όπως είπε – «την πολιτική των κανονιοφόρων, της επιθετικότητας και των απειλών και να περάσει στην πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης και της συνεργασίας με την Κυπριακή Δημοκρατία».
Προκειμένου να επιτευχθούν αυτά, τόνισε ότι είναι επιβεβλημένο «να ασκηθεί επιρροή και πίεση πάνω στην Τουρκία», αίτημα το οποίο προβάλλεται στο ΓΓ και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Μια διεθνής διάσκεψη για το Κυπριακό, σημείωσε, πρέπει «να συγκληθεί από τα Ηνωμένα Έθνη εφόσον προηγουμένως έχουμε φτάσει σε ακτίνα συμφωνίας στις εσωτερικές πτυχές του Κυπριακού και να αφορά τις διεθνείς πτυχές του προβλήματος, με τη συμμετοχή των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, της ΕΕ, των εγγυητριών δυνάμεων, της Κυπριακής Δημοκρατίας και των δύο κοινοτήτων».
Τόνισε παράλληλα ότι η ετοιμότητα της ελληνοκυπριακής πλευράς για επίλυση του Κυπριακού «δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να εκληφθεί από τον οποιονδήποτε ως μείωση της αποφασιστικότητάς μας για διαφύλαξη και υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων», σημειώνοντας ότι «απόρροια αυτής της πολιτικής είναι οι εν εξελίξει έρευνες για εξεύρεση και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της Κύπρου».
«Η Κυπριακή Δημοκρατία, ενεργώντας σε πλήρη αρμονία και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και μέσω έντονης διεθνούς κινητικότητας, έχει οριοθετήσει τα τελευταία χρόνια την ΑΟΖ της με την Αίγυπτο, το Λίβανο και το Ισραήλ. Παράλληλα, έχουμε καταστήσει σαφές ότι η εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών μας πόρων είναι αποκλειστικό και αδιαπραγμάτευτο κυριαρχικό δικαίωμά μας», ανέφερε.
Όπως είπε «η διεθνής κοινότητα, στο σύνολό της, στηρίζει πλήρως την πολιτική μας. Μοναδική μελανή εξαίρεση αποτελεί και πάλι η Τουρκία η οποία δεν έχει καν υπογράψει τη σχετική Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης». Χαρακτήρισε τη συμπεριφορά της Τουρκίας απαράδεκτη, λέγοντας ότι «η δική μας συνετή αντίδραση συνίσταται στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των όποιων προκλήσεων με στοχευμένη πολιτική και διπλωματική δράση, τόσο σε διμερές όσο και σε πολυμερές επίπεδο».
Ξεκαθάρισε ότι οι έρευνες θα συνεχιστούν παρά τις συνεχείς προκλήσεις της Τουρκίας, χαρακτηρίζοντας απαράδεκτη και αστήρικτη την όποια προσπάθεια διασύνδεσης των ερευνών για εξεύρεση υδρογονανθράκων με τη διαδικασία των συνομιλιών για επίλυση του Κυπριακού. Ενδεχόμενη ανεύρεση υδρογονανθράκων εντός της ΑΟΖ, είπε, «θα αποτελέσει ισχυρό κίνητρο που θα μπορούσε να επενεργήσει ως καταλύτης για την εξεύρεση λύσης».
Κάλεσε δε την Τουρκία να δεσμευτεί στην υλοποίηση αυτού του οράματος και να πάψει να δημιουργεί ένταση με την εκτόξευση πολεμικών ιαχών και την προσφυγή σε προκλητικές ενέργειες. Σχετικά με τις σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας, η κ. Μαρκουλλή σημείωσε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν επιδιώκει τον εκτροχιασμό ή το πάγωμα και την ακύρωση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, ωστόσο, τόνισε, πρέπει να γίνει απόλυτα κατανοητό από όλους ότι η υποστήριξη αυτή δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως «λευκή επιταγή», καθώς η Τουρκία οφείλει να εφαρμόσει πλήρως τις υποχρεώσεις που η ίδια έχει αναλάβει έναντι της ΕΕ και των κρατών μελών της, περιλαμβανομένης της Κυπριακής Δημοκρατίας, και να συμβάλει ουσιωδώς στην επίλυση του Κυπριακού, τερματίζοντας παράλληλα τις απειλές της έναντι ενός κράτους-μέλους της ΕΕ, την ίδια στιγμή που επιδιώκει το άνοιγμα νέων κεφαλαίων στο πλαίσιο της ενταξιακής της πορείας.
Για την ανάληψη της κυπριακής προεδρίας της ΕΕ το δεύτερο εξάμηνο του 2012, η κ. Μαρκουλλή σημείωσε τις τουρκικές απειλές περί διακοπής των σχέσεων με την ΕΕ εκείνη την περίοδο, λέγοντας ότι είναι παράδοξο να θεωρεί η Τουρκία ότι μπορεί απλά και χωρίς κόστος να εκτοξεύει τέτοιου είδους απειλές. «Το μήνυμα προς την Άγκυρα είναι από την πλευρά μας ξεκάθαρο: Η Κυπριακή Δημοκρατία θα ασκήσει το θεσμικό της ρόλο όπως αυτός προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας», τόνισε. Η κ. Μαρκουλλή χαρακτήρισε την ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ πρόκληση για την Κύπρο και ιστορική ευκαιρία προκειμένου η ΕΕ «να λειτουργήσει ως δύναμη προόδου, ειρήνης και σταθερότητας σε αυτή τη δύσκολη περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας», προσθέτοντας ότι μια επιτυχής προεδρία θα αναδείξει και θα αναβαθμίσει την Κύπρο όχι μόνο στον ευρωπαϊκό, αλλά και στον διεθνή χώρο.
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: