Την ανάγκη υλοποίησης μιας εθνικής στρατηγικής στον τομέα των υδρογονανθράκων και της ενέργειας προς όφελος Ελλάδας – Κύπρου, τόνισε ο Έλληνας υφυπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Γιάννης Μανιάτης, ύστερα από μακρά και διεξοδική συζήτηση με την υπουργό Εμπορίου και Βιομηχανίας της Κύπρου, Πραξούλα Αντωνιάδου.
Σε δηλώσεις του, ο κ. Μανιάτης εξέφρασε την πεποίθηση της ελληνικής κυβέρνησης ότι ο τομέας της ενέργειας και ιδιαίτερα των υδρογονανθράκων «αποτελεί ίσως το κορυφαίο θέμα» των τελευταίων δεκαετιών. Στο θέμα αυτό, δήλωσε, μπορούμε να δούμε μια νέα στρατηγική συνεργασία ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Κύπρο.
Και οι δύο χώρες, σημείωσε ο Έλληνας υφυπουργός, μπορούν να δουν τον εαυτό τους στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι με πιο ελπιδοφόρα ματιά.
Ο κ. Μανιάτης διατύπωσε την εκτίμηση ότι η αλλαγή του γεωστρατηγικού χάρτη στο κομμάτι της ενέργειας στη ΝΑ Ευρώπη «συνιστά ιστορική ευκαιρία για να ξεπεράσουμε πολλά από τα προβλήματα του παρελθόντος». Επίσης, ο υφυπουργός ΠΕΚΑ υπέδειξε ότι αυτές οι τεράστιες δυνατότητες «σηματοδοτούν αναπτυξιακές προοπτικές και ανατάσεις κοινωνικές και εθνικές, οι οποίες μας υποχρεώνουν να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων».
«Τα κοιτάσματα στην Κύπρο και αυτά που ελπίζουμε να εντοπιστούν στην Ελλάδα θα υλοποιήσουν τους δύο βασικούς άξονες της ενεργειακής πολιτικής της Ευρώπης, που είναι: α) η διαφοροποίηση των πηγών τροφοδοσίας με φυσικό αέριο και β) η διαφοροποίηση των οδεύσεων έλευσης των αγωγών φυσικού αερίου», επεσήμανε ο υφυπουργός ΠΕΚΑ.
Στόχος, κατέληξε ο κ. Μανιάτης, είναι η αναβάθμιση του ρόλου Ελλάδας – Κύπρου στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
Η υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας της Κύπρου, Πραξούλα Αντωνιάδου, χαρακτήρισε τη συνάντησή της με τον Έλληνα υφυπουργό «ενδιαφέρουσα και παραγωγική».
Είπε ότι έγινε αλληλοενημέρωση και συζητήθηκαν ζητήματα αξιοποίησης του φυσικού πλούτου των δύο χωρών.
«Έχουμε εκτιμήσει ότι η μια χώρα θα ενδυναμώσει την άλλη με ανταλλαγή εμπειριών και γνώσεων», ανέφερε.
Η κ. Αντωνιάδου επεσήμανε ότι ο τομέας των υδρογονανθράκων αποκτά σημασία για ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και «δίνει προοπτική να αποτελέσει μια νέα πηγή ενέργειας για την Ε.Ε. και να ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης».