Ο Ταγίπ Ερντογάν στην σφοδρή αντιπαράθεσή του με το Ισραήλ ,έχει αντίπαλο έναν πρωθυπουργό-κομάντο. Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου ήταν στις Ειδικές Δυνάμεις, είχε συμμετοχή σε σημαντικές επιχειρήσεις και η οικογένειά του έχει πληρώσει βαρύ φόρο αίματος για την υπεράσπιση του Ισραήλ. Η ιστορία του Νετανιάχου έχει μεγάλο ενδιαφέρον.
Γεννημένος το 1949 στο Τελ Αβίβ, ο Νετανιάχου έχει ένα ενδιαφέρον βιογραφικό. Στα χρόνια της πρωθυπουργίας του οι εφευρετικοί Ισραηλινοί τού «κόλλησαν» το παρατσούκλι «πρωθυπουργός τεφλόν», λόγω της μαγικής ικανότητας που είχε να ξεπερνά σκοπέλους και πολιτικές κρίσεις και να επιβιώνει σχεδόν αλώβητος. Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου είναι σίγουρα ένας χαρισματικός πολιτικός που γνωρίζει πολύ καλά να εκμεταλλεύεται τη δύναμη της τηλεόρασης.
Είναι ο άνθρωπος που έφερε στην πολιτική ατζέντα του Ισραήλ τον όρο «ειρήνη έναντι ασφάλειας», που αποτέλεσε την κεντρική φιλοσοφία της διακυβέρνησής του, τόσο σε εσωτερικά θέματα όσο και σε επίπεδο διαπραγματεύσεων με την παλαιστινιακή πλευρά. Βασιζόμενος σε αυτήν τη φιλοσοφία, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου πίστευε και πιστεύει ότι η απόδοση στους Παλαιστινίους περισσότερων εδαφών μπορεί να είναι επικίνδυνη για την ασφάλεια του Ισραήλ και να δώσει την εντύπωση ότι το εβραϊκό κράτος είναι αδύναμο. Και εάν δοθεί αυτή η εικόνα, σύμφωνα με τη φιλοσοφία Νετανιάχου, τότε και η ειρήνη θα είναι αδύναμη.
Ο Μπίμπι ,όπως είναι το…χαϊδευτικό του είναι άνθρωπος βαθιά επηρεασμένος από τον αμερικανικό τρόπο ζωής. Ο πατέρας του, πανεπιστημιακός καθηγητής ιστορίας, δίδασκε στις ΗΠΑ, και έτσι ο μικρός Μπέντζαμιν πέρασε τα σχολικά του χρόνια στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, έκανε τις πανεπιστημιακές του σπουδές στην αρχιτεκτονική σχολή του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) και το μεταπτυχιακό του στις επιχειρήσεις στο ίδιο πανεπιστήμιο.
Στις ΗΠΑ ξεκίνησε και την επαγγελματική του καριέρα. Στο Boston Consulting Group, μια διεθνή εταιρεία συμβούλων επιχειρήσεων, όπου εργαζόταν, θεωρούνταν αρκετά επιτυχημένος. Η επιτυχία του αυτή, όμως, δεν ήταν ικανή να τον κρατήσει πέραν του Ατλαντικού. Το 1967 επέστρεψε στο Ισραήλ και σε ηλικία 18 ετών παρουσιάστηκε στο στρατό για να ενταχθεί στις ειδικές μονάδες κομάντος.
Ο στρατός έδωσε στο νεαρό Νετανιάχου την ευκαιρία να ξεχωρίσει για πρώτη φορά και να συνδέσει το όνομά του με το όνομα ενός ανθρώπου που αργότερα έμελλε να γίνει ένας σκληρός πολιτικός του αντίπαλος: τον Εχούντ Μπαράκ. Το 1972, κατά τη διάρκεια μιας επιχείρησης διάσωσης ομήρων του αεροπλάνου της Sabena, που είχε καταληφθεί από Παλαιστίνιους αεροπειρατές στο αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν του Τελ Αβίβ, ο Νετανιάχου τραυματίστηκε. Η επιχείρηση, που ήταν υπό τις διαταγές του Μπαράκ, πήγε όμως καλά και ο ίδιος είδε τους συμπολίτες του να τον αντιμετωπίζουν ως ήρωα.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, η μοίρα έπαιξε άλλο ένα περίεργο παιχνίδι στον Νετανιάχου. Ο αδελφός του, Τζόναθαν, με τον οποίο ήταν πολύ συνδεδεμένος, σκοτώθηκε σε μια παρόμοια επιχείρηση με αυτήν του 1972. Το 1976, στο αεροδρόμιο του Έντεμπε της Ουγκάντα, Ισραηλινοί κομάντος κατάφεραν σε μια μυθιστορηματική επιχείρηση να απελευθερώσουν 103 ομήρους που κρατούσαν οι τρομοκράτες μέσα σε αεροσκάφος της Air France. Τρεις Ισραηλινοί κομάντος σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της επιχείρησης. Ο ένας ήταν ο αδελφός του Νετανιάχου. Τραγική ειρωνεία της ιστορίας: την όλη επιχείρηση διηύθυνε και πάλι ο Εχούντ Μπαράκ!
Συντετριμμένος από το θάνατο του αδελφού του, ο Νετανιάχου έθεσε την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στόχο της ζωής του.
Το 1979, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου διοργάνωσε ένα διεθνές συνέδριο εναντίον της τρομοκρατίας, εκ μέρους του Ινστιτούτου Τζόναθαν, ενός ιδιωτικού ιδρύματος αφιερωμένου στη μνήμη του αδελφού του. Στο συνέδριο αυτό συμμετείχαν μεγάλης εμβέλειας προσωπικότητες, όπως ο μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους (ο πατέρας) και ο μελλοντικός υπουργός του επί των Εξωτερικών, Τζορτζ Σουλτς. Το συνέδριο αυτό -και οι διασυνδέσεις που απέκτησε ο Νετανιάχου μέσω αυτού- σηματοδότησε το ξεκίνημα της πολιτικής του καριέρας. Η ισραηλινή κυβέρνηση του προσέφερε πρώτα τη θέση του γραμματέα Α της πρεσβείας της στην Ουάσινγκτον και στη συνέχεια τη θέση του πρέσβη του Ισραήλ στα Ηνωμένα Έθνη.
Το 1988, έχοντας ήδη επιστρέψει στο Ισραήλ, είναι πλέον αποφασισμένος. Εκλέγεται βουλευτής υπό τη σημαία του Λικούντ και με τη νίκη του κόμματος διορίζεται υφυπουργός Εξωτερικών. Το 1993 εκλέγεται πρόεδρος του κόμματος και, στις εκλογές του Μαΐου, οδηγεί το κόμμα στη νίκη και τον εαυτό του στην πρωθυπουργία.
Η αντιπολίτευση, οι Παλαιστίνιοι και η διεθνής κοινότητα τον κατηγορούσαν ότι παραβιάζει κατάφωρα τους όρους των συμφωνιών του Όσλο. Εντός της κυβέρνησής του, τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα. Είδε τρεις βασικούς υπουργούς του να παραιτούνται και τη χώρα να βυθίζεται στο πένθος έπειτα από σειρά βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας με αφορμή την κατασκευή εβραϊκών οικισμών σε αραβικές γειτονιές της Ανατολικής Ιερουσαλήμ.
Το Μάιο του 1999 ο Μπίμπι έχασε τις εκλογές από τον Εχούντ Μπαράκ. Ο μεγάλος του πονοκέφαλος, όμως, ξεκίνησε αμέσως μετά τις εκλογές, όταν η βροχή των καταγγελιών κόντεψε να πνίξει τον ίδιο και τη γυναίκα του. Οι κατηγορίες εις βάρος του ζεύγους Νετανιάχου ήταν παράνομη σύμβαση με κρατική εταιρεία για κατασκευαστικά έργα στην ιδιωτική του κατοικία, παράνομη ιδιοποίηση επίσημων δώρων από αρχηγούς κρατών και παρακώλυση του έργου της Δικαιοσύνης.
Η υπόθεση πήρε το δρόμο της Δικαιοσύνης, αλλά τελικά το Σεπτέμβριο του 2000 ο γενικός εισαγγελέας την έβαλε στο συρτάρι, επικρίνοντας ωστόσο τη στάση του πρώην πρωθυπουργού. Ο Μπίμπι, ο οποίος είχε χάσει μετά τις εκλογές τη βουλευτική του έδρα, μπόρεσε να ανασάνει ελεύθερα και άρχισε να καταστρώνει σχέδια για την επιστροφή του.Και τελικά τα κατάφερε ως επίμονος κομάντο.