«Η ελληνική πλευρά έχει ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με τις ΗΠΑ και αυτό, ιδιαίτερα στις παρούσες συνθήκες, είναι ένα απίστευτα μεγάλο κεφάλαιο», σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ.
«Ο πρωθυπουργός εξέθεσε στην αμερικανική πλευρά τις ελληνικές θέσεις και όχι μόνο δεν υπήρξε αντίλογος, αλλά υπήρξε και κατανόηση. Και έκτοτε υπάρχει ένας ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας με την υπερδύναμη», υπογράμμισε ο κ. Δένδιας. «Για την Ελλάδα έχει τεράστια σημασία οι ΗΠΑ να βλέπουν την πραγματικότητα με τον ίδιο τρόπο που τη βλέπει η ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική κοινωνία», συμπλήρωσε.
Όπως επεσήμανε χαρακτηριστικά, για παράδειγμα «η Τουρκία επιχείρησε οι ΗΠΑ να διαβάσουν τη σύγκρουση στη Λιβύη σαν μια σύγκρουση εναντίον της Ρωσίας και αυτονόητα οι ΗΠΑ να συμπαραταχθούν με το Σαράτζ. Αυτό δεν έγινε. Εάν οι ΗΠΑ ανοιχτά παρενέβαιναν υπέρ του Σαράτζ εμείς θα είχαμε ένα επιπλέον πρόβλημα».
Όσον αφορά το πώς θα αντιδράσει η Ελλάδα σε περίπτωση που υπάρξει παραβίαση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, ο υπουργός Εξωτερικών επεσήμανε ότι στη συνάντηση με τον αμερικανό πρόεδρο, ο πρωθυπουργός «είπε με τον πιο απόλυτο και κάθετο τρόπο αυτό που πρέπει και αυτό που θα έλεγε κάθε Έλληνας πρωθυπουργός στη θέση του».
Όπως επεσήμανε ο κ. Δένδιας έχουν προγραμματιστεί μια σειρά από διπλωματικές κινήσεις για το επόμενο διάστημα.
«Εγώ θα πάω σε όλες τις χώρες της περιοχής. Αυτό το οποίο επιδιώκει η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι να υπάρχει κατανόηση των ελληνικών θέσεων, αλλά και του διεθνούς δικαίου».
Αναφερόμενος στη στάση των κομμάτων της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σημείωσε ότι στο εθνικό συμβούλιο εξωτερικής πολιτικής υπήρξε ένα κλίμα συμφωνίας για το τι πρέπει να κάνουμε και όμοιας ανάγνωσης των πραγμάτων.
«Εγώ θεωρώ ότι εθνικό μέτωπο στα κύρια και στα σοβαρά υπάρχει. Και δεν πρόκειται να επιτρέψω, καταρχήν στον εαυτό μου, να μπω στη λογική της επίτευξης ή της προσδοκίας κομματικού κέρδους απ’ αυτή την ιστορία».
Επεσήμανε όμως ότι δεν υπάρχει λόγος καθυστέρησης της ψήφισης της αμυντικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, όπως ζητά η αξιωματική αντιπολίτευση. Τόνισε δε ότι το ερώτημα «εάν η αμυντική παρουσία των ΗΠΑ στην περιοχή αυτή τη στιγμή βοηθάει;» έχει ήδη απαντηθεί θετικά από το πολιτικό σύστημα της χώρας με εξαίρεση το ΚΚΕ.
«Δηλαδή εγώ θα καθυστερήσω εθελούσια τη αμερικανική παρουσία στην Αλεξανδρούπολη και αυτό θα το θεωρήσω κέρδος για μένα;» αναρωτήθηκε και πρόσθεσε: «Εμείς επιδιώξαμε σε αυτή τη συμφωνία να υπάρξουν συγκεκριμένες κατανοήσεις για συγκεκριμένες περιοχές της χώρας».
«Θεωρώ ότι η αμερικανική παρουσία στην Αλεξανδρούπολη θα είναι ήταν χρήσιμη, δε θα ήθελα να την καθυστερήσω. Δε θα ήθελα να καθυστερήσω τη διεύρυνση του αμερικανικού αποτυπώματος στην περιοχή, δε θα ήθελα να μην είναι το υποβρύχιο αυτή τη στιγμή εκεί που είναι» σημείωσε ο κ. Δένδιας.
Όσον αφορά τα F35, ο υπουργός Εξωτερικών σημείωσε πως η Ελλάδα θέλει να συμμετάσχει στο πρόγραμμα συμπαραγωγής των μαχητικών αεροσκαφών, ενώ υπογράμμισε πως η χώρα υπό τις παρούσες συνθήκες χρειάζεται πιο εξελιγμένους εξοπλισμούς. Ο υπουργός εξωτερικών επεσήμανε, ακόμη, ότι το ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη για την επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία είναι «πάρα πολύ μακριά».
«Η βασική ελληνική θέση είναι ότι θεωρούμε πως έχουμε μια βασική διαφορά την υφαλοκρηπίδα. Από εκεί και πέρα να έρθουμε σε κάποια συνεννόηση με την Τουρκία. Εάν δε μπορούμε να λύσουμε τη διαφορά μας μεταξύ μας να πάμε σε ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, το δικαστήριο της Χάγης είναι το πιο προφανές και να λύσουμε τη διαφορά μας. Για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο πρέπει να υπάρξει μια κοινή ανάγνωση της πραγματικότητας με την Τουρκία».
Πρόσθεσε όμως ότι η συνάντηση μεταξύ των γενικών γραμματέων Ελλάδος και Τουρκίας την Παρασκευή έγινε σε «καλό κλίμα που επιτρέπει επανάληψη των διερευνητικών επαφών, και πιθανόν συνέχιση των συζητήσεων για τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των υπουργείων εθνικής άμυνας».
Ο κ. Δένδιας σημείωσε, τέλος, ότι η Ελλάδα δε θα παρεβρεθεί στο τραπέζι για τη διάσκεψη στη Λιβύη, πρόσθεσε όμως ότι η ελληνική πλευρά έχει καταστήσει σαφές ότι απαιτεί από το διεθνή παράγοντα να υπάρξει σαφής δήλωση περί ακυρότητας των μνημονίων μεταξύ της Τουρκίας και της κυβέρνησης της Τρίπολης.