Φραγκογιάννης: Συμφέρον Ελλάδας και Τουρκίας να αποτραπούν μαζικές εισροές μεταναστών και προσφύγων

Τη δυσκολία προβλέψεων ως προς τις μεταναστευτικές ροές από το Αφγανιστάν λόγω της ρευστότητας της κατάστασης και της στάσης που θα κρατήσουν οι Ταλιμπάν, επισημαίνει ο υφυπουργός Εξωτερικών και αρμόδιος για την οικονομική Διπλωματία Κώστας Φραγκογιάννης σε συνέντευξή του.

«Εάν όντως τηρήσουν (οι Ταλιμπάν) τις πρόσφατες υποσχέσεις και δηλώσεις τους, είναι πολύ πιθανόν να μη γίνουμε μάρτυρες μεγάλου μεταναστευτικού κύματος, όπως στο πρόσφατο παρελθόν. Το αντίθετο αναμένεται να συμβεί, εάν μετά την αποχώρηση των συμμαχικών δυνάμεων επιστρέψουν στις προηγούμενες πρακτικές τους» σημειώνει.

Ερωτηθείς σχετικά με την εργαλειοποίηση των προσφύγων από την Τουρκία και το ενδεχόμενο νέας προσφυγικής κρίσης ο κ. Φραγκογιάννης αναφέρει: «Παρακολουθούμε με ιδιαίτερη προσοχή την δραστηριοποίηση της Τουρκίας στο Αφγανιστάν μετά τις τελευταίες ραγδαίες εξελίξεις και ελπίζουμε ότι η εμπλοκή της θα είναι εποικοδομητική. Ως γνωστόν, η γειτονική μας χώρα φιλοξενεί ήδη ένα μεγάλο αριθμό προσφύγων. Αποτελεί, βλέπετε, και κοινή αντίληψη των δύο πλευρών ότι η Ελλάδα και η Τουρκία κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν νέες προσφυγικές ροές, οι οποίες ενδεχομένως να ενταθούν σημαντικά το προσεχές διάστημα. Στο πλαίσιο άλλωστε αυτό, ο κ. πρωθυπουργός, κατά την πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Πρόεδρο Ερντογάν, επεσήμανε ότι είναι προς το κοινό συμφέρον να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξουν μαζικές εισροές μεταναστών και προσφύγων και ότι αυτές θα περιοριστούν όσο το δυνατόν εγγύτερα στο Αφγανιστάν».

Αναφορικά με την αποτροπή εκ μέρους της Ελλάδας ενός νέου προσφυγικού κύματος ο υφυπουργός Εξωτερικών κ. Φραγκογιάννης τονίζει στην εφημερίδα «Βραδυνή της Κυριακής» ότι «η χώρα μας βρίσκεται, ούτως ή άλλως, σε εγρήγορση, λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα και είναι σε θέση να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη εκ νέου εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, όπως έγινε το Μάρτιο 2020».

Και προσέθεσε: «Καθήκον μας είναι η προστασία των συνόρων της Ελλάδας που είναι επίσης και σύνορα της ΕΕ, πάντοτε με απόλυτο σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό πράξαμε στο παρελθόν και, εάν παραστεί ανάγκη, την ίδια πολιτική θα ακολουθήσουμε και στο μέλλον».