Την άποψη ότι μια ελληνική βοήθεια προς τα ΗΑΕ για την αντιμετώπιση της επιθετικότητας των ανταρτών Χούθι θα ήταν παραπάνω από ευπρόσδεκτη, διατυπώνει ο δημοσιογράφος Paul Iddon στο Forbes.
Το άρθρο – που αναδημοσιεύει ο «Φιλελεύθερος» της Κύπρου – υπενθυμίζει πως η Ελλάδα έχει υπογράψει με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα διμερή αμυντική συμφωνία τον Νοέμβριο του 2020, στην οποία περιλαμβάνεται Ρήτρα Αμοιβαίας Στρατιωτικής Συνδρομής και εξετάζει τους τρόπους με τους οποίους αυτή η συνδρομή θα πάρει σάρκα και οστά.
Ολόκληρο το άρθρο στο Forbes είναι το ακόλουθο:
«Του Paul Iddon
Από τις 17 Ιανουαρίου τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) υφίστανται ένα πρωτόγνωρο μπαράζ επιθέσεων με βαλλιστικούς πυραύλους και drones. ΗΠΑ και Γαλλία έσπευσαν να διαβεβαιώσουν το Αμπού Ντάμπι ότι υποστηρίζουν στρατιωτικά την κυριαρχία και την ασφάλειά του. Θα ακολουθήσει το παράδειγμά τους και η Ελλάδα, που υπέγραψε αμυντική συμφωνία με τα ΗΑΕ το 2020;
Στις αρχές Φεβρουαρίου, το Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι ο αμερικανικός στρατός θα αναπτύξει μαχητικά stealth F-22 Raptor 5ης γενιάς και το αντιτορπιλικό κατευθυνόμενων πυραύλων USS Cole (DDG-67) για να ενισχύσει την άμυνα του Αμπού Ντάμπι έναντι των επιθέσεων που δέχεται. Στις 6 Φεβρουαρίου, ο στρατηγός του Σώματος Πεζοναυτών και επικεφαλής της Κεντρικής Διοίκησης (CENTCOM) Frank McKenzie επανέλαβε την ισχυρή δέσμευση των ΗΠΑ για υποστήριξη των ΗΑΕ, κατά την επίσκεψή του στη χώρα του Κόλπου.
Αντιστοίχως, η Γαλλίδα υπουργός Άμυνας Florence Parly δήλωσε ότι το Παρίσι θα υποστηρίξει στρατιωτικά τα ΗΑΕ συνδράμοντας στην προστασία του εναέριου χώρου τους. Στις 4 Φεβρουαρίου, τα ΗΑΕ ανακοίνωσαν την ενεργοποίηση μιας αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία για «την αντιμετώπιση τρομοκρατικών ενεργειών».
Τα μαχητικά πολλαπλών ρόλων Rafale της γαλλικής Πολεμικής Αεροπορίας που σταθμεύουν στο Άμπου Ντάμπι «θα ενισχύσουν την επιχειρησιακή δυνατότητα του στρατού των ΗΑΕ για να αντιμετωπίσει τέτοιου είδους επιθέσεις», τόνισε η Parly.
Παρόλο που η Ελλάδα διαθέτει μικρότερη στρατιωτική ισχύ, μια παρόμοια υποστήριξη εκ μέρους της – κατ’ αναλογία του μεγέθους και των δυνατοτήτων της – θα ήταν οπωσδήποτε ευπρόσδεκτη από τον πλούσιο σύμμαχό της στον Κόλπο.
Ελλάδα και ΗΑΕ υπέγραψαν διμερή αμυντική συμφωνία τον Νοέμβριο του 2020, στην οποία περιλαμβάνεται Ρήτρα Αμοιβαίας Στρατιωτικής Συνδρομής σε περίπτωση που απειλείται η εδαφική ακεραιότητα της μιας χώρας από τρίτο μέρος.
Τον Αύγουστο του 2020, τα ΗΑΕ ανέπτυξαν έναν μικρό αριθμό μαχητικών F-16 στην Κρήτη, σε μια σαφή κίνηση υποστήριξης προς την Αθήνα κατά την πιο έντονη – σε αέρα και θάλασσα – αντιπαράθεση με την Άγκυρα των τελευταίων δεκαετιών. Λιγότερο από δύο χρόνια μετά, μια ανταποδοτική πρωτοβουλία από πλευράς Ελλάδας θα ενδυνάμωνε τη νεότευκτη αμυντική συμφωνία των δύο χωρών.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να στείλει κάποια από τα έξι Rafale που παρέλαβε πρόσφατα από τη Γαλλία – τα πρώτα από τα 24 που παρήγγειλε συνολικά. Με αυτό τον τρόπο, η Αθήνα αφενός θα έδειχνε ότι αποδίδει μεγάλη σημασία στην αμυντική της συμφωνία με το Αμπού Ντάμπι και αφετέρου θα εκμεταλλευόταν την ευκαιρία για να εκπαιδευτούν οι Έλληνες πιλότοι στο πλευρό των Γάλλων συναδέλφων τους, αποκτώντας ακόμη και εμπειρία μάχης απέναντι σε drones, πολύτιμη για την Ελληνική Πολεμική Αεροπορία εν μέσω εντεινόμενων ανησυχιών για τη δραστηριότητα τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών πάνω από το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Εντούτοις, η αποστολή Rafale μοιάζει εξαιρετικά απίθανο σενάριο, δεδομένου ότι η ελληνική πλευρά φοβάται πως η ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων στο εξωτερικό θα μπορούσε να εκληφθεί ή χαρακτηριστεί ως μη αμυντικού χαρακτήρα κίνηση.
Έτσι, η Αθήνα είναι πιο πιθανό να στείλει μία ή περισσότερες από τις συστοιχίες πυραύλων MIM-104 Patriot που διαθέτει.
Οι επιθέσεις των σιιτών, φιλοϊρανών ανταρτών Χούθι με drones και βαλλιστικούς πυραύλους είναι μια πρωτόγνωρη κατάσταση για το Άμπου Ντάμπι. Όχι όμως και για τη γείτονα και σύμμαχο Σαουδική Αραβία. Το Ριάντ έχει αντιμετωπίσει τόσες πολλές επιθέσεις με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη από τους Χούθι τα τελευταία χρόνια, ώστε τα αποθέματά του σε πυραύλους αναχαίτισης Patriot να έχουν εξαντληθεί επικίνδυνα.
Η στρατιωτική βοήθεια που έχει προσφέρει στο παρελθόν η Ελλάδα προς τη Σαουδική Αραβία – με την οποία η Αθήνα διατηρεί επίσης στενές σχέσεις – θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως «οδηγός» για το είδος της υποστήριξης που είναι πρόθυμη η ελληνική πλευρά να παρέχει και στα ΗΑΕ.
Τον περασμένο Απρίλιο, η Ελλάδα υπέγραψε συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία για τη μετακίνηση μιας συστοιχίας Patriot στο Βασίλειο, με στόχο να συμβάλει στην προστασία κρίσιμων ενεργειακών υποδομών από επιθέσεις με drones και πυραύλους. Ο Έλληνας υπουργός Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος περιέγραψε την κίνηση αυτή ως «ένα ακόμα βήμα μπροστά για την Ελλάδα στη συνεργασία της με τις χώρες του Κόλπου, αλλά και ως συνεισφορά στην ευρύτερη ασφάλεια των ενεργειακών πηγών της Δύσης».
Την Πυροβολαρχία των αντιαεροπορικών Patriot που αναπτύχθηκε τον Σεπτέμβριο στη Σαουδική Αραβία συνόδευε μια αποστολή 120 Ελλήνων που θα παραμείνουν εκεί για «όσο χρειαστεί στο πλαίσιο της διεθνούς πρωτοβουλίας για ενίσχυση της αεράμυνας της χώρας».
Η Ελλάδα πιθανόν να επιλέξει μια παρόμοια ανάπτυξη δυνάμεων στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Άλλωστε, η αποστολή των προηγμένων Rafale της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας – τα οποία διαθέτουν δυνατότητα κρούσης σε πολύ μεγάλες αποστάσεις – θα μπορούσε να προκαλέσει την αντίδραση του Ιράν, εξέλιξη που η Αθήνα θα ήθελε να αποφύγει.
Πριν από την αποστολή των Patriot στη Σαουδική Αραβία, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας είχε τονίσει ότι «οι πύραυλοι δεν είναι επιθετικά όπλα, είναι αμυντικά. Δεν στρέφονται εναντίον κανενός. Υπερασπίζονται τον εναέριο χώρο κάποιου».
«Για να είμαι σαφής», είχε προσθέσει. «Η Ελλάδα δεν επιδεικνύει επιθετική ισχύ».
Σύμφωνα με αυτήν τη διακηρυγμένη πολιτική, η ανάπτυξη ελληνικών Patriot στα Εμιράτα είναι πιο πιθανή από την αποστολή Rafale ή έστω F-16. Παρόλο που τα ΗΑΕ διαθέτουν ένα από τα πιο εκτεταμένα δίκτυα αεράμυνας στον κόσμο, μια απτή κίνηση υποστήριξης από τους Έλληνες συμμάχους τους θα μπορούσε να εδραιώσει και ενισχύσει τους όλο και πιο στενούς στρατηγικούς και αμυντικούς δεσμούς των δύο χωρών».
Πηγή: philenews.com