Η Ελληνική Ένωση Επιχειρηματιών (Ε.ΕΝ.Ε.), μετά και την παρουσία της στο Ελληνογερμανικό Οικονομικό Φόρουμ, τη Δευτέρα 9 Μαρτίου στο Βερολίνο, ολοκλήρωσε την Τρίτη 10 Μαρτίου τον δεύτερο γύρο επαφών της στην Ομοσπονδιακή Γερμανική Βουλή, με γεύμα εργασίας που παρέθεσε σε βουλευτές – εκπροσώπους των οικονομικών επιτελείων των κομμάτων.
Την Ε.ΕΝ.Ε. εκπροσώπησε ο Α΄Αντιπρόεδρος, κ. Κρίστιαν Χατζημηνάς και ο Γενικός Γραμματέας, κ. Αρμόδιος Γιαννίδης, ενώ τη Γερμανική Βουλή εκπροσώπησαν οι Markus Tressel (Greens), Αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Γερμανίας-Ελλάδος, ο Michael Theurer, Αναπληρωτής Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας FDP για τις Οικονομικές Υποθέσεις και την Εργασία, o Joachim Pfeiffer, Εκπρόσωπος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας CDU / CSU για τις Οικονομικές Υποθέσεις και την Ενέργεια, και ο Dr. Peter Ramsauer, Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης του Bundestag (CSU).
Όπως και στον πρώτο γύρο των επαφών της, η Ε.ΕΝ.Ε παρουσίασε σε βάθος τις κεντρικές, διαχρονικές της θέσεις για την εφαρμογή φιλοεπενδυτικών και αναπτυξιακών πολιτικών, προσαρμοσμένες στο νέο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον – καταθέτοντας συγκεκριμένα επιχειρήματα, μέσα από λεπτομερή εξέταση παραδειγμάτων επιτυχημένων μικρομεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων. Η Ε.ΕΝ.Ε., κατέστησε σαφές, ότι οι προτάσεις αυτές δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα, αλλά, αποτελούν θέσεις που η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα μέλη της (κυρίως αυτά με υψηλό ποσοστό χρέους ως προς το ΑΕΠ τους) συνίσταται να εξετάσουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο την εφαρμογή τους.
Ειδικότερα, δόθηκε έμφαση στα απαιτούμενα πλεονάσματα και στο εύλογο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης να διαπραγματευτεί πλεονάσματα χαμηλότερα από το 3.5% του ΑΕΠ – ποσοστό που προέκυψε από διαφορετικές παραδοχές (χαμηλή ανάπτυξη, μεγαλύτερα επιτόκια δανεισμού). Η Ε.ΕΝ.Ε συνέτεινε στο γεγονός ότι η μείωση από 3.5% σε 2.5% πλεόνασμα, αλλά και μια ελαστικότερη πολιτική από τους πιστωτές, πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα, εξαιτίας και των βαρύτατων οικονομικών συνεπειών του κορωνοΐού. Επίσης, συμβάλλει θετικά η στάση της κυβέρνησης που αποδεικνύει ότι εφαρμόζει -στην πράξη- μεταρρυθμίσεις ουσίας, και τον όποιο δημοσιονομικό χώρο δημιουργεί, τον εκμεταλλεύεται σωστά με στοχευμένες μειώσεις φόρων που τονώνουν την πραγματική οικονομία και δρουν ελκυστικά στην υλοποίηση επενδύσεων.
Ως εκ τούτου, και ανεξάρτητα από την ανωτέρω απαιτούμενη ελαστικότητα στο ύψος των πλεονασμάτων, η Ε.ΕΝ.Ε. προτείνει την υιοθέτηση ανανεωμένων προσεγγίσεων φορολόγησης, ώστε να μειωθούν δραστικά κυρίως οι οριακοί (marginal) φόροι εισοδήματος νομικών προσώπων, αλλά και να μειωθούν ακόμη πιο επιτακτικά οι πολύ αυξημένοι οριακοί φόροι στην εργασία. Για το σκοπό αυτό προτείνεται α) διαφορετική φορολόγηση στο 10% των επιπλέον παραγόμενων και δηλωθέντων κερδών σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές και β) γενναία έκπτωση 30% στη φορολογία και στις εισφορές για το επιπλέον ποσό που οι επιχειρήσεις θα πληρώσουν για μισθούς συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά.
Καθ’ότι το πραγματικό ζητούμενο για την Ε.ΕΝ.Ε είναι η επίτευξη ανάπτυξης 4-5% του ΑΕΠ, το οποίο για να επιτευχθεί απαιτούνται πρωταρχικά διαφορετικές φορολογικές μεταρρυθμίσεις, ζωτικό παράλληλα είναι να «ξεκλειδωθούν» οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) που αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά της ελληνικής οικονομίας, όπως χαρακτηριστικά τονίστηκε σε αυτόν τον δεύτερο γύρο επαφών της Ε.ΕΝ.Ε στη Γερμανική Βουλή, κάνοντας παράλληλα διεξοδική αναφορά στα συμπεράσματα αξιολόγησης επιτυχημένων και εξωστρεφών ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στέλνοντας έτσι σαφή μηνύματα και προς άλλες αντίστοιχες επιχειρήσεις της ΕΕ.
«Το κλειδί της επιτυχίας των μικρομεσαίων αυτών επιχειρήσεων δεν ήταν μόνο η αύξηση των εξαγωγών, αλλά η επιθετική πολιτική «αποβίβασής» τους σε βιομηχανικό επίπεδο κυρίως σε μεγάλες αγορές όπως ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία. Στο σημερινό παγκόσμιο γίγνεσθαι, μόνο η δημιουργία βιομηχανικών θυγατρικών αυξάνει μόνιμα και ασφαλώς την επιχειρηματική επικράτεια. Αυτή η στρατηγική όχι μόνο διασφαλίζει την απρόσκοπτη εξαγωγική δραστηριότητα, αλλά αναγκάζει τις ελληνικές (και ευρύτερα ευρωπαϊκές ΜΜΕ) να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους στις τοπικές αγορές, μέσω της άμεσης και καθημερινής επαφής με τους πελάτες, εν αντιθέσει με τις κοινές εξαγωγές», συμπλήρωσε η Διοικούσα Επιτροπή της Ε.ΕΝ.Ε., καταλήγοντας: «Εάν αυτή η επιθετική πολιτική ουσιαστικής αποβίβασης σε μεγαλύτερες αγορές συνδυαστεί με την Τεχνητή Νοημοσύνη (δίνοντας έμφαση στην ψηφιοποίηση, όχι μόνο στη ρομποτική) η οποία προσδίδει στις θυγατρικές αυτές ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας προέλευσης (χαμηλότερο κόστος παραγωγής / engineering / κέντρο έρευνας και τεχνολογίας στην Ελλάδα), τότε μπορεί να επιτευχθεί ραγδαία άνοδος και δημιουργία ευρύτερου εκτοπίσματος για μια ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση. Τότε και μόνο τότε, θα υπάρξει και περαιτέρω ενδιαφέρον από ξένους επενδυτές σε αυτές τις ΜΜΕ, οι οποίοι τώρα επικεντρώνονται κυρίως στα μεγάλα έργα υποδομής στην Ελλάδα».
Οι θέσεις της Ε.ΕΝ.Ε. αντιμετωπίστηκαν με απόλυτο πνεύμα κατανόησης από τους εκπροσώπους των κομμάτων της Γερμανικής Βουλής (αυτή τη φορά μάλιστα συμπεριελαμβανόταν και εκπρόσωπος από το ανερχόμενο κόμμα των Πρασίνων), όπου υπήρξε πλήρης ταύτιση απόψεων για την ανάγκη βιώσιμης ανάπτυξης ώστε να προστατευθεί η μεγαλύτερή μας βιομηχανία, που είναι σήμερα ο τουρισμός. Έμφαση επίσης δόθηκε και στη συνεισφορά της γερμανικής τεχνολογίας και επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην Ελλάδα, όπως παρουσιάστηκε στο Ελληνογερμανικό Οικονομικό Φόρουμ.
Πρόταση της Ε.ΕΝ.Ε., αλλά και συμπέρασμα των επαφών και συζητήσεων, είναι ουσιαστικά η υιοθέτηση και εφαρμογή μιας πιο ενεργητικής πολιτικής της ΕΕ σχετικά με τα ΕΣΠΑ, τα δανειοδοτικά εργαλεία και στήριξη των ευρωπαϊκών ΜΜΕ που σκοπεύουν να επεκταθούν βιομηχανικά σε μεγαλύτερες αγορές σε συνδυασμό με τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Όπως τονίστηκε οι θέσεις της Ένωσης είναι αποτέλεσμα της εμπειρίας των ελληνικών ΜΜΕ και έρχονται ως απόρροια της σκληρής πραγματικότητας που επέφερε η κρίση στην Ελλάδα, η οποία ανάγκασε αυτές τις ελληνικές ΜΜΕ να τολμήσουν βήματα ιδιάζουσας εξωστρέφειας και εκμετάλλευση των νέων τεχνολογιών, κάτι που παλαιότερα ήταν αδιανόητο. Αυτές οι εμπορικές πολιτικές εξέλιξαν με φρέσκια ματιά υφιστάμενα παραδοσιακά προϊόντα, πολλές φορές προσαρμόζοντάς τα στις ιδιαιτερότητες και προτιμήσεις των μεγάλων διεθνών αγορών.
Η Ε.ΕΝ.Ε., μέσα από την ΕΕΝΕ International,προγραμμματίζει αντίστοιχες επαφές και στη Γαλλία, ενώ πρόκειται να εμβαθύνει τις επαφές της περαιτέρω στην Αμερική το επόμενο διάστημα, παρουσιάζοντας τις θέσεις της που αφορούν όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και το ευρωπαϊκό επιχειρηματικό γίγνεσθαι.
*Να σημειωθεί ότι η Ελληνική Ένωση Επιχειρηματιών χαιρετίζει τις χθεσινές αποφάσεις του Eurogroup για τα πλεονάσματα και την πιο επιθετική πολιτική για στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που είναι λόγω της παγκόσμιας κρίσης του κορονοϊού στην απόλυτα σωστή κατεύθυνση και βέβαια αποτέλεσμα των μεθοδικών προσπαθειών της ελληνικής κυβέρνησης.