Tου Κώστα Σαρικά
Η κλεψύδρα που μετρά ανάποδα τον χρόνο φαίνεται ότι βρίσκεται πλέον κοντά στο τέλος της, εκτιμούν πηγές τόσο από την Αθήνα όσο και από την Ουάσιγκτον. Με την αναμενόμενη απάντηση της αμερικανικής κυβέρνησης στο ελληνικό αίτημα για απόκτηση του stealth μαχητικού αεροσκάφους πέμπτης γενιάς F-35 να τοποθετείται εντός των πρώτων μηνών του 2024.
Η ελληνική πλευρά είναι μεν ξεκάθαρο ότι στη δεδομένη χρονική συγκυρία δεν βιάζεται, καθώς οι εξοπλιστικές προτεραιότητες είναι άλλες, ενώ αναμένει και την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από το έλλειμμα. Ενώ έχει εξασφαλίσει και τη διαβεβαίωση των Αμερικανών για ειλημμένη απόφαση της Ουάσιγκτον να ανάψει το «πράσινο» φως εισόδου της Ελλάδας στο κλειστό «club» των κρατών που θα διαθέτουν στο οπλοστάσιο τους το διαβαθμισμένο «αόρατο» μαχητικό.
Αν και δεν έχει ακόμη ληφθεί η τελική απόφαση από το Ecofin, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι το ελληνικό αίτημα θα εγκριθεί καθώς υποστηρίζεται τόσο από τις πρώην ανατολικές χώρες και τη Γαλλία, ενώ θετική εμφανίζεται και η Γερμανία που αποτελεί την πιο ισχυρή οικονομία της Ένωσης. Κατά συνέπεια η Ελλάδα σε αυτή την περίπτωση θα έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει σε μια συμφωνία μεγάλου οικονομικού μεγέθους, όπως αυτή της αγοράς των F-35, χωρίς να εκτινάξει το έλλειμμα τα επόμενα χρόνια. Αυτό θα επιτευχθεί καθώς κάθε χρόνο θα εγγράφεται στον προϋπολογισμό η ετήσια δαπάνη για τους εξοπλισμούς ανάλογα με τις δόσεις κάθε συμφωνίας και όχι το σύνολο, όπως γίνεται έως σήμερα.
Συμφωνία στα «πρότυπα» της Τσεχίας
Το εξοπλιστικό πρόγραμμα που αφορά την απόκτηση των F-35 θα έχει χωρίς αμφιβολία πολύ υψηλό κόστος έχοντας ως παράδειγμα ανάλογα προγράμματα άλλων κρατών, τα οποία ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη ή πρόκειται να υπογραφούν το επόμενο διάστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα πολύ κοντά στα ελληνικά δεδομένα αποτελεί το πρόγραμμα της Τσεχίας το οποίο αφορά διακρατική συμφωνία με τη διαδικασία FMS. Αγγίζει, σύμφωνα με την ενημέρωση των Αμερικανών, τα 4,5 δις δολάρια και αφορά 24 μαχητικά με τον οπλισμό τους, την εκπαίδευση και την υποστήριξη. Ενώ η συμφωνία της Πολωνίας με τις ΗΠΑ κυμαίνεται στα 4,6 δις δολάρια για 32 αεροσκάφη, χωρίς όμως οπλισμό και υποστήριξη.
Η εκτίμηση που γίνεται για το ελληνικό πρόγραμμα και αφορά την απόκτηση 20 συν 4 μαχητικών F-35 με οπλισμό, εκπαίδευση και υποστήριξη είναι ότι θα έχει ανάλογο κόστος με το πρόγραμμα της Τσεχίας, δηλαδή θα πλησιάζει τα 4,5 δις δολάρια χωρίς «αντισταθμιστικά» οφέλη (SSI πλέον), τα οποία ήδη έχει απορρίψει άλλωστε το Ελληνικό Επιτελείο.
Η Αθήνα δεν βιάζεται να «τρέξει» τη συμφωνία
Έτσι, η Αθήνα κάθε άλλο παρά βιάζεται να «τρέξει» άμεσα τη συμφωνία, καθώς ήδη έχει αποφασιστεί η επαναξιολόγηση όλων των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Ωστόσο θεωρείται δεδομένο ότι η απόκτηση των F-35 σε κάθε περίπτωση θα προχωρήσει έστω και με μια μικρή καθυστέρηση, καθώς αφορά την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά μια στρατηγική κίνηση που ισχυροποιεί ακόμα περισσότερο τη θέση της χώρας όχι μόνο στρατιωτικά αλλά τόσο εντός του ΝΑΤΟ όσο και στη σχέση της με τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα πάντως με πηγές του Onalert.gr, όλα δείχνουν αποσύνδεση της απάντησης των Αμερικανών προς της Ελλάδα μέσω LOA από την διάθεση της Ουάσιγκτον να κρατήσει τις ισορροπίες με την Άγκυρα. Η απόφαση της Τουρκίας να θέτει σταθερά βέτο στη ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ αλλά και η στάση της υπέρ της Χαμάς στον πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Ισραήλ φαίνεται ότι αναγκάζουν πλέον τους Αμερικανούς να στείλουν «μήνυμα» στην Άγκυρα με την αποστολή της LOA για τα F-35 στην Ελλάδα.