Ο χρόνος μετράει αντίστροφα για την πρώτη δοκιμαστική πτήση του πειραματικού υπερηχητικού αεροπλάνου X-59 Quiet SuperSonic Technology (QueSST), το οποίο αναπτύσσεται από τη NASA και το περιβόητο τμήμα «Skunk Works» του αμερικανικού κολοσσού Lockheed Martin, καθώς πληροφορίες αναφέρουν ότι αυτή θα πραγματοποιηθεί εντός του 2022.
Η NASA ανέφερε σε ανακοίνωση που εξέδωσε, ότι το X-59 μεταφέρθηκε στις εγκαταστάσεις της προκειμένου να πραγματοποιηθούν συγκεκριμένες δοκιμές εδάφους, ώστε να εξεταστεί η αντοχή του αεροσκάφους με πλήρες φορτίο σε μεγάλα υψόμετρα και μεγάλες ταχύτητες, ενώ ακόμα πρέπει να ελεγχθούν τα συστήματα παροχής καυσίμου. Στο επόμενο στάδιο το αεροσκάφος θα μεταφερθεί πάλι πίσω στις εγκαταστάσεις της Lockheed Martin για περισσότερες εργασίες και αναλύσεις δεδομένων.
Όπως είχε αναφέρει το OnAlert, το X-59 QueSST (Quiet SuperSonic Technology) θα έχει ως αποστολή τη συλλογή δεδομένων από την ανταπόκριση κοινοτήτων ανά την επικράτεια των ΗΠΑ, στην αποδεκτή «low-boom» έκρηξη του φράγματος του ήχου. Με απλά λόγια, οι Αμερικανοί θέλουν να «σπάσουν» ελεγχόμενα το φράγμα του ήχου με υπερηχητικές ταχύτητες και να εξετάσουν κατά πόσο μπορεί να μειωθεί ο θόρυβος που προκαλείται, για να μην έχει αρνητικές επιπτώσεις στον κόσμο, κατά την διάρκεια πτήσης του αεροσκάφους.
Ο στόχος των ΗΠΑ με το X-59
Στη συνέχεια, τα δεδομένα αυτά θα βοηθήσουν τη NASA να παράσχει στις ρυθμιστικές αρχές τις πληροφορίες που απαιτούνται για την καθιέρωση ενός «αποδεκτού» υπερηχητικού θορύβου για την άρση της απαγόρευσης των εμπορικών υπερηχητικών ταξιδιών και πτήσεων.
Το X-59 θα έχει μήκος 96 πόδια, θα αναπτύσσει ταχύτητες έως 1,4 Mach και θα μπορεί να πραγματοποιεί πτήσεις σε υψόμετρο 55,000 ποδιών. Μια βασική απαίτηση σχεδιασμού του X-59 είναι η αναπαραγωγή του θορύβου που προκαλούν μεγαλύτερα υπερηχητικά αεροσκάφη, έτσι ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διεξαγωγή μιας σειράς δοκιμών σε κοινότητες στις ΗΠΑ, όπου το κοινό θα αξιολογήσει τις επιπτώσεις που θα έχει ο θόρυβος στον κόσμο.
Οι δοκιμές αυτές είναι βασικός παράγοντας, για να «ανοίξει ο δρόμος» σε μια εντελώς νέα παγκόσμια αγορά για τους κατασκευαστές αεροσκαφών, επιτρέποντας στους επιβάτες να ταξιδεύουν οπουδήποτε στον κόσμο στο μισό χρόνο, χρησιμοποιώντας αεροσκάφη σαν και αυτό.