Οι αρχικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της Κολομβίας με την γαλλική Dassault για την αντικατάσταση μέρους του γηρασμένου στόλου της αεροπορίας της με μαχητικά Rafale «κατέρρευσαν», όπως ανακοίνωσε σήμερα ο υπουργός Άμυνας της χώρας.
Επίσης, στις διαπραγματεύσεις συμμετείχε και η σουηδική εταιρεία Saab, η οποία πρόσφερε τα μαχητικά Gripen στην Κολομβία.
Η χώρα της Λατινικής Αμερικής, η οποία χρησιμοποιεί περίπου 20 ισραηλινής κατασκευής αεροσκάφη Kfir που αγόρασε πριν από τρεις δεκαετίες, έχει πει ότι η αντικατάσταση των μαχητικών της αποτελεί «προτεραιότητα», ώστε να μπορεί να συνεχίσει να υπερασπίζεται το έδαφός της, να καταπολεμά το οργανωμένο έγκλημα και να διεξάγει εναέρια επιτήρηση.
«Δυστυχώς στις προ-διαπραγματεύσεις που έλαβαν χώρα το 2022 δεν καταφέραμε να φτάσουμε σε κάποια συμφωνία με τους Γάλλους ή με τους Σουηδούς», δήλωσε ο υπουργός Άμυνας Ιβάν Βελάσκεθ στο τοπικό ραδιόφωνο, προσθέτοντας ότι η έγκριση δαπανών 678 εκατομμυρίων δολαρίων για το αεροπλάνα έχει λήξει.
«Οι κατασκευαστές δεν ενδιαφέρθηκαν για μια αρχική πώληση τριών έως πέντε αεροσκαφών χρησιμοποιώντας τον προϋπολογισμό που είχε εγκριθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση», πρόσθεσε, «αλλά ήθελαν να διαπραγματευτούν για συνολικά 16 αεροπλάνα».
«Θα συνεχιστούν οι προσπάθειες φέτος για να δούμε αν είναι δυνατή μια αγορά», είπε ο Βελάσκεθ.
Η Κολομβία δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι είχε επιλέξει μια προσφορά της Dassault για την πώληση 16 μαχητικών αεροπλάνων Rafale για περίπου 3 δισεκατομμύρια δολάρια και εξέτασε άλλες δύο προσφορές από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σουηδία, οι οποίες πρόσφεραν συμφωνίες για αεροσκάφη F-16 και Gripen αντίστοιχα.
Υπήρξαν προσπάθειες από διάφορες κολομβιανές διοικήσεις για την αντικατάσταση των αεροπλάνων Kfir για τουλάχιστον 12 χρόνια, αν και η αλλαγή παρεμποδίστηκε από οικονομικούς περιορισμούς.
Η εσωτερική ένοπλη σύγκρουση της χώρας μεταξύ της κυβέρνησης, των αριστερών ανταρτών και των εγκληματικών συμμοριών που διοικούνται από πρώην δεξιούς παραστρατιωτικούς συνεχίζεται εδώ και σχεδόν 60 χρόνια και έχει σκοτώσει τουλάχιστον 450.000 ανθρώπους.
Πηγή: Reuters