*Του Κώστα Σαρικά
Χωρίς αμφιβολία η παρουσία της ελληνικής φρεγάτας «ΥΔΡΑ» στην Ερυθρά Θάλασσα και στον Κόλπο του Άντεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιχείρησης «ASPIDES» λαμβάνει έως τώρα θετικό πρόσημο.
Το πλοίο εκτελεί στο ακέραιο την αποστολή του συνοδεύοντας και προστατεύοντας εμπορικά πλοία, ενώ ήδη έχει πάρει και το «βάπτισμα του πυρός» αναχαιτίζοντας drones των Χούθι και μάλιστα έχει προχωρήσει και στην πρώτη του κατάρριψη με το πολύ ισχυρό πυροβόλο των 5 ιντσών. Ταυτόχρονα, η συμμετοχή σε μια αμυντικού χαρακτήρα αλλά πολεμική ουσιαστικά αποστολή προσθέτει τεράστια επιχειρησιακή εμπειρία στο πλήρωμα, το οποίο έως τώρα έχει δώσει διαπιστευτήρια υψηλού επαγγελματισμού και συνεργασίας με τα συμμαχικά πλοία. Ενώ έχει εκμεταλλευτεί στο ανώτερο επίπεδο τα συστήματα της φρεγάτας αξιοποιώντας κάθε δυνατότητα για τον εντοπισμό των απειλών και τους τρόπους αντίδρασης.
Ένα επιπλέον θετικό στοιχείο είναι ότι το πλοίο συνεχίζει αδιάλειπτα την αποστολή του επί δύο και πλέον μήνες χωρίς το παραμικρό μηχανολογικό ή άλλο πρόβλημα παρά την προχωρημένη ηλικία του. Και φυσικά προβάλλει την Ελληνική σημαία σε μια «καυτή περιοχή»,, η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος υπερασπιζόμενη και τα συμφέροντα της χώρας.
Όμως, κάπου εδώ σταματούν οι θετικές επισημάνσεις και αρχίζει ο προβληματισμός για τις δυνατότητες των ελληνικών φρεγατών ΜΕΚΟ στο σύγχρονο πεδίο επιχειρήσεων έναντι πολλαπλών απειλών, όπως ήδη αποτυπώνονται στην «combat zone» στην Ερυθρά Θάλασσα με αντίπαλο τα drones και τους πυραύλους των Χούθι. Δηλαδή μόνο εναέριων απειλών περιορισμένης τεχνολογίας.
Ακόμα και εάν εκσυγχρονιστούν οι τέσσερις ελληνικές MEKO δεν θα αλλάξουν σημαντικά οι δυνατότητες τους έναντι πολλαπλών απειλών και επιθέσεων κορεσμού από αέρος, οι οποίες πλέον δείχνουν να αποτελούν την κύρια τακτική εξουδετέρωσης των Μονάδων Κρούσης στην επιφάνεια της θάλασσας μαζί με τις επιθέσεις από υποβρύχια, μη επανδρωμένα USV και UCAV ή ακόμα και συνδυασμό όλων των παραπάνω αν πρόκειται για High Value Μονάδα Επιφανείας.
Ο εκσυγχρονισμός των τεσσάρων ΜΕΚΟ σαφώς θα ενισχύσει τις δυνατότητες των πλοίων, καθώς θα διαθέτουν ισχυρότερο ραντάρ, το οποίο θα μπορεί να ανιχνεύει και να εγκλωβίζει περισσότερους στόχους και καλύτερη εγγύς προστασία με το RAM, όμως και πάλι οι επιθέσεις κορεσμού θα είναι σχεδόν αδύνατο να αναχαιτιστούν. Και σε αυτό το σημείο έγκειται η ποιοτική ανωτερότητα των υπολοίπων συμμαχικών πλοίων, τα οποία επιχειρούν στην περιοχή.
Στο κλειστό Αιγαίο και στις θαλάσσιες περιοχές ελληνικών συμφερόντων στην Ανατολική Μεσόγειο, οι φρεγάτες του Στόλου αλλά και το σύνολο των Μονάδων Επιφανείας του Πολεμικού Ναυτικού, εκτός από τα τουρκικά drones και τους αντιπλοικους πυραύλους εγχώριας κατασκευής Atmaca, θα έχουν να αντιμετωπίσουν την τουρκική Αεροπορία, η οποία διαθέτει και όπλα και ατρακτίδια στοχοποίησης πλοίων. Επιπλέον, τα ελληνικά πλοία απέναντι θα βρουν τις υπέρτερες αριθμητικά τουρκικές φρεγάτες και κορβέτες, τα ταχέα σκάφη κατευθυνόμενων βλημάτων, τα αναπτυσσόμενα USV των γειτόνων αλλά και τα τουρκικά υποβρύχια, μεταξύ των οποίων έξι καινούργια πανίσχυρα τύπου «214».
Κατά συνέπεια μόνο εύκολη δεν θα είναι η αποστολή του ελληνικού Στόλου, πόσο μάλλον Μονάδων με ξεπερασμένη τεχνολογία. Είναι αμφίβολο αν οι τρεις ποιοτικά μακράν υπέρτερες Belharra θα καταφέρουν να επικρατήσουν παρά την τεράστια τεχνολογική υπεροχή τους, καθώς θεωρείται δεδομένο ότι θα αποτελέσουν τους κύριους στόχους συνδυασμένων εχθρικών δυνάμεων. Έτσι, η ανάγκη για απόκτηση επιπλέον καινούργιων Μονάδων Κρούσης υψηλής τεχνολογίας δείχνει να είναι επιτακτική, με ταυτόχρονο εκσυγχρονισμό τόσο των ΜΕΚΟ και των Ταχέων Περιπολικών Κατευθυνόμενων Βλημάτων όσο και των υποβρυχίων του Στόλου.