Η απόφαση αγοράς 170 αρμάτων LEO 2HEL το 2002 αντιμετωπίστηκε από πολλούς στο εσωτερικό της χώρας με οξεία κριτική. Βασικό επιχείρημά τους ήταν το υψηλό κόστος, που ξεπέρασε τα €1,7 δις. Οι επικριτές της απόφασης εκείνης υποστήριζαν ότι με ένα τέτοιο κονδύλιο οι Ένοπλες Δυνάμεις θα μπορούσαν να προμηθευτούν άλλα οπλικά συστήματα (π.χ. μαχητικά αεροσκάφη 4ης γενιάς), που θα της «παρείχαν» περισσότερη μαχητική ισχύ-αποτροπή. Οι επικριτές του προγράμματος ισχυρίζονταν, επίσης, ότι καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν αγόραζε άρματα εκείνη την περίοδο.
Ευτυχώς για τον Ελληνικό Στρατό τα επιχειρήματά τους δεν εισακούστηκαν, τόσο από την τότε κυβέρνηση που (το 2003) προχώρησε στην υπογραφή της σχετικής σύμβασης, όσο και από την επόμενη που υλοποίησε το πρόγραμμα προμήθειας αρμάτων της «ενδιάμεσης λύσης» (Π&Δ 372, «Φάκελος Εξοπλισμοί, Η αλήθεια για το πρόγραμμα Leopard 2HEL· μια 20ετής αναζήτηση»). Το δεύτερο συμβασιοποιήθηκε ως διακρατική συμφωνία το 2005 και απέδωσε 183 μεταχειρισμένα LEO 2A4 και 150 LEO 1A5. Σήμερα οι δύο αυτές προμήθειες έχουν καταστήσει τη χώρα μας τον μεγαλύτερο χρήστη αρμάτων LEO 2 ανά τον κόσμο, με σύνολο 353 άρματα μάχης, τα οποία και αποτελούν μια εξαιρετικά αξιόλογη «προίκα» γι’ αυτά που εξελίσσονται στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια.
Το ευρωπαϊκό περιβάλλον
Η υπογραφή της συνθήκης CFE (Conventional Forces Europe) το 1990 και η κατάρρευση του συμφώνου της Βαρσοβίας το 1991 έθεσαν το πλαίσιο -ψευδαίσθηση όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια- στους ευρωπαϊκούς λαούς ότι η ήπειρος εισέρχεται σε μακρά ειρηνική περίοδο χωρίς τις ψυχροπολεμικές εντάσεις που βίωνε η Ευρώπη από τα τέλη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σημαντικό και απτό αποτέλεσμα των δύο παραπάνω γεγονότων ήταν η σταδιακή αλλά σημαντικότατη μείωση των στόλων αρμάτων των χωρών της Δυτικής Ευρώπης, με πρώτο αυτό της (ενωμένης πλέον) Γερμανίας.
Η Bundeswehr, από έναν ενεργό στόλο 3.500 αρμάτων περίπου στα τέλη της δεκαετίας του 80 αποτελούμενο από 2.225 LEO 2A4 και 1.300 LEO 1A5, μείωσε το 2011 το αρματικό της δυναμικό σε μόλις 225 ενεργά άρματα.
Τα γεγονότα όμως της Ουκρανίας το 2014 και η κατακόρυφη κλιμάκωση της έντασης μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας άλλαξαν έκτοτε σημαντικά το τοπίο. Η Ευρώπη ξαναμπήκε, αργά αλλά σταθερά, σε έναν ανταγωνισμό εξοπλισμών, χαμηλού ρυθμού προς το παρόν. Πρώτες «σέρνουν τον χορό» κάποιες από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που έχουν ιστορικές μνήμες σύγκρουσης με τη Ρωσία -πρώην Σοβιετική Ένωση- όπως η Πολωνία, η Ρουμανία, η Φινλανδία και οι χώρες της Βαλτικής, ενώ σταδιακά ακολουθούν και άλλες.
Το Πρόγραμμα του European Defense Agency
Στις αρχές του 2017 και κατόπιν απόφασης του συμβουλίου των υπουργών Άμυνας, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας-EDA (European Defense Agency) ενεργοποίησε το σχετικό πρόγραμμα «Optimization of the Main Battle Tank Capability in Europe with Initial Focus On LEOPARD 2» OMBT-Leo2(Βελτιστοποίηση των Δυνατοτήτων σε Κύρια Άρματα Μάχης στην Ευρώπη με αρχική εστίαση στα άρματα LEO 2). Συνοπτικά, το πρόγραμμα είναι μια πρωτοβουλία στην οποία προωθείται η καινοτόμος ιδέα της «συγκέντρωσης και κοινής χρήσης» (Pooling & Sharing) του αρματικού δυναμικού ανάμεσα στους χρήστες του τύπου στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Πιο συγκεκριμένα, η πρόταση αφορά την αποδέσμευση και διάθεση αριθμού αρμάτων από κάποιους ευρωπαϊκούς στρατούς χωρών-μελών του EDA, προκειμένου να εκμισθωθούν/παραχωρηθούν επί δανεισμώ σε άλλες ένοπλες δυνάμεις που έχουν τέτοιες ανάγκες έναντι οικονομικού τιμήματος. Η εκμίσθωση/δανεισμός θα έχει συγκεκριμένη διάρκεια με δυνατότητα περαιτέρω χρονικής επέκτασης, στο τέλος της οποίας οι εμπλεκόμενες πλευρές θα έχουν την επιλογή είτε επιστροφής των αρμάτων στους αρχικούς κατόχους είτε πώλησής τους στους εκμισθωτές/δανειζόμενους.
Στη διαδικασία προτείνεται (όπως θα δούμε παρακάτω) η αναβάθμιση όλων των εμπλεκόμενων Leopard 2A4 στο τυποποιημένο πρότυπο 2A7 (το πλέον σύγχρονο που υφίσταται σήμερα), κάτι που σημαίνει την άμεση εμπλοκή της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Η πρόταση του EDA όμως πέραν της «συγκέντρωσης και κοινής χρήσης» στο υλικό προβλέπει και συνέργεια σε άλλους τομείς όπως η εκπαίδευση, η συντήρηση, η τεχνική υποστήριξη και η χρήση παρελκόμενων αρμάτων «οικογένειας» (περισυλλογής, γεφυροφόρα, Μηχανικού, εκπαίδευσης κ.ά.), που θα μειώσει περαιτέρω το κόστος αξιοποίησης/χρήσης των τυποποιημένων αρμάτων του «κοινού ευρωπαϊκού προτύπου».
Τον Σεπτέμβριο του 2017 εκδόθηκε και σχετικό RFI προς την Ευρωπαϊκή Βιομηχανία. Η κατάσταση, όσον αφορά στα τεχνικά χαρακτηριστικά, είναι προς το παρόν αρκετά συγκεχυμένη, με τα διαφορετικά κέντρα συμφερόντων να δίνουν μάχη για την επικράτηση της δικής τους πρότασης. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, άρματα μέσω του προγράμματος του EDA ενδιαφέρονται ήδη να αποκτήσουν οι: Ρουμανία (περί τα 50), Τσεχία (περί τα 40) και Ουγγαρία (περί τα 30). Στο πρόγραμμα συμμετέχει και η Αυστρία με κύριο ενδιαφέρον την αναβάθμιση των 40 ενεργών LEO 2A4 που διαθέτει αποβλέποντας στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας για τον κατά το δυνατόν περιορισμό του κόστους.
H συμμετοχή της Ελλάδας
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η συμμετοχή της Ισπανίας και της Ελλάδας στο πρόγραμμα. Σκοπός των Ισπανών είναι η παραχώρηση αριθμού αρμάτων LEO 2A4 σε άλλη/ες χώρες με στόχο την εμπλοκή της ισπανικής βιομηχανίας στην αναβάθμιση-εργοστασιακή συντήρηση των αρμάτων. Η Ελλάδα συμμετέχει στο πρόγραμμα για τους δικούς της λόγους. Εν πολλοίς, προτίθεται να παραχωρήσει έναν «εύλογο» αριθμό αρμάτων, προκειμένου αυτό να καταστήσει οικονομικά εφικτή την αναβάθμιση μέρους ή και του συνόλου του υπόλοιπου στόλου των LEO 2A4 που διαθέτει.
Η ουσιαστική συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας είναι προφανής σε περίπτωση ευόδωσης ενός τέτοιου εγχειρήματος. Θα ήταν ακόμη περισσότερα τα πλεονεκτήματα, αν η σημερινή κυβέρνηση δεν είχε εμμέσως σαμποτάρει την ιδιωτικοποίηση της ΕΛΒΟ το περασμένο καλοκαίρι, για την οποία είχαν επιδείξει σχετικό ενδιαφέρον οι γερμανοί της KMW (Π&Δ 376, «Φάκελος ΕΛ.Β.Ο.,Η πραγματική ιστορία ενός διαχρονικού «θρίλερ»).
Τα ελληνικά LEO 2A4 φαίνεται να έχουν καταστεί «μήλο της έριδος», γιατί είναι άρματα πλήρως ενεργά, ενσωματώνουν πληθώρα τεχνικών τροποποιήσεων και τα τελευταία απ’ αυτά εξήλθαν από τη γραμμή παραγωγής του 304 ΠΕΒ (Προκεχωρημένο Εργοστάσιο Βάσεως) στο Βελεστίνο μόλις το 2011, έπειτα από εργοστασιακή αξιοποίηση. Αντιθέτως τα ισπανικά παραμένουν όπως παραδόθηκαν το 1996 και βρίσκονται εδώ και αρκετά χρόνια σε μακρά αποθήκευση. Η κυρίαρχη θέση της Ελλάδας, ως του μεγαλυτέρου χρήστη LEO 2 παγκοσμίως, και η τεράστια εμπειρία των Ελλήνων στον τύπο αναγνωρίστηκαν από τον EDA με την ανάθεση τη προεδρίας της συγκεκριμένης ομάδας εργασίας σε Έλληνα επιτελή της Διεύθυνσης Τεθωρακισμένων του ΓΕΣ.
Χρειάζονται εκσυγχρονισμό τα LEO 2A4;
Βεβαίως απαιτείται άμεσα εκσυγχρονισμός, γιατί η τεχνολογική τους εξέλιξη έχει σταματήσει στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Με άλλα λόγια, ενσωματώνουν τεχνολογία 30ετίας, με σημαντικότερο πρόβλημα τη μη υποστήριξη ηλεκτρονικών και λοιπών μονάδων του πύργου από τη γερμανική βιομηχανία. Η Ελλάδα απέκτησε τα LEO 2A4 προκειμένου -κατά πρώτον- να καλύψει τα επιχειρησιακά της κενά σε άρματα μάχης τρίτης γενιάς και -κατά δεύτερον- να τα εκσυγχρονίσει σταδιακά στο επίπεδο των LEO 2HEL. Ας μην ξεχνάμε ότι τα γερμανικά και όχι μόνο LEO 2A5/2A6/Α6Μ/2A7/A7V προέρχονται από εκσυγχρονισμό παλαιότερων LEO 2A4.
Μετά το 2000 και την ολοκλήρωση των προγραμμάτων Ελλάδας (LEO 2HEL) και Iσπανίας (LEO 2E) καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν προμηθεύτηκε νέα άρματα, απλά απέκτησαν και αναβάθμισαν γερμανικά ή ολλανδικά LEO 2A4. Συνεπώς, τα συγκεκριμένα άρματα αποτελούν πολύτιμο εθνικό κεφάλαιο που θα πρέπει με κάθε τρόπο να αξιοποιηθεί.
Τι επιδιώκει ο Ελληνικός Στρατός
Όπως ήδη αναφέρθηκε, τελευταία σημαντική εξέλιξη στον τομέα της τεχνολογίας αρμάτων έγινε το «μακρινό» 2005 με την υπογραφή της «ενδιάμεσης λύσης» και την απόκτηση μεταξύ άλλων 183 LEO 2A4. Η δε τεχνική διαμόρφωση του LEO 2A6 «κλείδωσε» το 2004. Επομένως, καμία τεχνολογική εξέλιξη ή προσθήκη στο δυναμικό των ελληνικών αρμάτων μάχης δεν συνέβη τα τελευταία 13 χρόνια! Στο μεταξύ, η τεχνολογία των ηλεκτροοπτικών συστημάτων -και όχι μόνο- «καλπάζει».
Ο Ελληνικός Στρατός αναζητά τρόπους για τη βέλτιστη αντιμετώπιση της υφιστάμενης τουρκικής απειλής (LEO 2A4, M60 SABRA), αλλά κυρίως της επερχόμενης (ALTAY, LEO 2NG;). Αναζητά τρόπους ώστε (σε μαχητική ισχύ τουλάχιστον) να αντιπαρατίθεται «στα ίσα» και γιατί όχι να αποκτήσει κάποια μικρά αλλά κρίσιμα τεχνολογικά πλεονεκτήματα. Άρα, η μελλοντική έκδοση του ελληνικού LEO 2A4 δεν θα υστερεί σε μαχητική ισχύ από τους αντιπάλους του στο πεδίο της μάχης. Η τεχνολογία παρέχει πολλές λύσεις και επιλογές και θεωρούμε ότι το ελληνικό δαιμόνιο και πάλι θα τα καταφέρει. Άλλωστε, στον τομέα των αρμάτων μάχης, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 70, υπερτερούμε του εχθρού τεχνολογικά πάντα και όχι αριθμητικά. Αυτό το «momentum» δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανατραπεί τώρα.
Το Κόστος του Εκσυγχρονισμού
Όταν οι Πολωνοί σκοπεύουν να ξοδέψουν €550,8 εκ. για να εκσυγχρονίσουν 128 άρματα LEO 2A4 σε επίπεδο υποδεέστερο του LEO 2HEL και οι Γερμανοί θα επενδύσουν από €500-€800 εκ. για να αναβαθμίσουν 103 άρματα σε επίπεδο LEO 2A7V (τα 20 μάλιστα από αυτά είναι ήδη της έκδοσης LEO 2A7 και αλλά 16 της έκδοσης LEO 2A6), τότε γίνεται κατανοητό ότι η σοβαρή αναβάθμιση των 183 Ελληνικών LEO 2A4 σε επίπεδο παρόμοιο των LEO 2A7V θα μπορούσε να κοστίσει πάνω από €1,5 δις.
Αυτά τα χρήματα δεν υπάρχουν, ούτε πρόκειται να υπάρξουν την επόμενη δεκαετία. Συνεπώς, ορθά η Ελλάδα επιχειρεί μέσα από διεθνείς συνέργειες να μειώσει το κόστος και ορθότατα (!) εξετάζει την περίπτωση να «θυσιάσει»-παραχωρήσει έναν αριθμό αρμάτων, για να συρρικνώσει το κόστος εκσυγχρονισμού των υπολοίπων.
Οι χαμένες ευκαιρίες
Τα τελευταία χρόνια δόθηκε στην Ελλάδα, τουλάχιστον δυο φορές, η ευκαιρία να αποκτήσει επιπλέον LEO 2Α4 από τη Γερμανία, έπειτα από ενέργειες του ΓΕΣ. Η πρώτη φορά ήταν τα έτη 2006-2008, όταν οι Γερμανοί μεταξύ άλλου υλικού πρόσφεραν και 26 LEO 2A4. Τη δεύτερη φορά ήταν την περίοδο 2010-2011, όταν οι Γερμανοί και πάλι προσέφεραν 41 LEO 2A4 από αυτά που επέστρεφαν από τη Σουηδία. Και στις δυο περιπτώσεις κάποιοι δεν ήθελαν να ακούσουν για επιπλέον μεταχειρισμένα άρματα. Ήταν οπαδοί της αγοράς νέου υλικού, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό.