Οι ΗΠΑ ενδέχεται να δοκιμάσουν ένα νέο πύραυλο εδάφους στις προσεχείς εβδομάδες, η πρώτη δοκιμή του συγκεκριμένου όπλου από τότε που η χώρα αποχώρησε από τη συμφωνία-ορόσημο για τις Πυρηνικές Δυνάμεις μέσου βεληνεκούς (INF) νωρίτερα αυτό το έτος.
Τον Μάρτιο, αξιωματούχοι του Πενταγώνου δήλωσαν σε δημοσιογράφους ότι σκοπεύουν να δοκιμάσουν ένα «τρομερό» πύραυλο κάποια στιγμή το Νοέμβριο. Στο ετήσιο συνέδριο Αμυντικής Ενημέρωσης τον Σεπτέμβριο, ο Robert Soofer, αναπληρωτής βοηθός γραμματέας για την πολιτική πυρηνικής και πυραυλικής άμυνας, επιβεβαίωσε ότι το Πεντάγωνο «είναι σχεδόν έτοιμο για τη δοκιμή αυτή».
«Πιστεύω πως θα καταφέρουμε να δοκιμάσουμε τον πύραυλο μας πριν από το τέλος του έτους», είπε τότε.
Όταν ρωτήθηκε το Πεντάγωνο σχετικά με την τοποθέτηση του Σούφερ, ο εκπρόσωπος τύπου Ρόμπερτ Κάρβερ δήλωσε ότι δεν μπορεί ούτε να επιβεβαιώσει, ούτε να αρνηθεί ότι μία δοκιμασία θα λάβει χώρα εντός του Νοέμβρη.
«Δεν είμαι αρμόδιος να παρέχω λεπτομέρειες σχετικά με τον χρόνο και τον χώρο, πρόσθεσε», σύμφωνα με το Defence News.
Αν πραγματοποιηθεί δοκιμασία, ο βαλλιστικός πύραυλος αναμένεται να έχει εμβέλεια που κυμαίνεται μεταξύ των 3.000 και 4.000 χιλιομέτρων, σημειώνει το Defence news.
Γιατί οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν από τη συμφωνία
Τον Οκτώβριο του 2018, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την πρόθεση των Ηνωμένων Πολιτειών να αποσυρθούν από τη συνθήκη INF, επικαλούμενος τη μη συμμόρφωση της Ρωσίας. Επίσης, πρότεινε οι ΗΠΑ να επαναδιαπραγματευτούν τη συνθήκη, προκειμένου να περιληφθεί σε αυτή και η Κίνα.
Ειδικότερα, οι ΗΠΑ κατηγορούν τη Ρωσία ότι ανέπτυξε τον πύραυλο 9M729, ο οποίος είναι ικανός να φέρει πυρηνική κεφαλή και έχει, σύμφωνα με την Ουάσιγκτον και το ΝΑΤΟ, βεληνεκές μεγαλύτερο των 500 χλμ. και συνεπώς παραβιάζει τη συνθήκη.
Έδωσαν τότε στη Ρωσία προθεσμία 50 ημέρων για να διαλύσει τους πυραύλους που, σύμφωνα με τις ΗΠΑ, παραβιάζουν τη συνθήκη που απαγορεύει τους πυραύλους βεληνεκούς από 500 έως 5.000 χλμ. Η Ρωσία δεν υπέκυψε και η συμφωνία βρέθηκε στον αέρα!
Σύμφωνα με πληροφορίες που χρονολογούνται από την εποχή διακυβέρνησης του Μπαράκ Ομπάμα, κατά τη διάρκεια της κρίσης στην Ουκρανία, το 2014, οι ΗΠΑ κατηγόρησαν τη Ρωσία ότι παραβίασε τη συνθήκη κάνοντας χρήση απαγορευμένων τακτικών πυρηνικών όπλων, σχεδιασμένων για να εκφοβίσουν την Ευρώπη και τα πρώην σοβιετικά κράτη που έχουν ευθυγραμμιστεί με τη Δύση.
Ο Ομπάμα ενημέρωσε προσωπικά τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν με επιστολή τότε, στην οποία του εξέφραζε τη άποψη ότι οι ΗΠΑ θεωρούσαν ότι η Ρωσία παραβίασε τη συνθήκη, αλλά ότι σε κάθε περίπτωση επιθυμία των ΗΠΑ ήταν να διασφαλιστεί η συμφωνία και να επιλυθεί το ζήτημα μέσω του διαλόγου.
Η θέση της Ρωσίας
Η Ρωσία, η οποία διαβεβαιώνει πως επιθυμεί τη διαφάνεια και αρνείται αυτές τις κατηγορίες. Κατηγορεί με τη σειρά της την Ουάσιγκτον ότι παραβίαζε τη συνθήκη κυρίως μέσω του συστήματος αντιπυραυλικής άμυνάς της που εγκατέστησε στη Ρουμανία και στην Πολωνία.
«Δεν παραβιάζουμε τη συνθήκη. Προτείναμε επανειλημμένα στους Αμερικανούς να αποδείξουν τις κατηγορίες τους», είχε δηλώσει τότε ο Ρώσος υφυπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριάμπκοφ κατηγορώντας τις ΗΠΑ ότι επιδιώκουν «την οικονομική εξάντληση» της Ρωσίας «μέσω μιας νέας κούρσας των εξοπλισμών».
Σύμφωνα με πληροφορίες από: Defense News