Η Κίνα πρόκειται να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες κατά 7,2%, δηλαδή στα 1,67 τρισεκατομμύρια γιουάν, το 2024, σύμφωνα με όσα αναφέρει έκθεση προϋπολογισμού που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα από το υπουργείο Οικονομικών, στο πλαίσιο των ετήσιων κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων στο Πεκίνο.
Το Πεκίνο έχει προχωρήσει σε συνεχόμενες αυξήσεις των αμυντικών δαπανών τα τελευταία χρόνια, με τα επίσημα στοιχεία να αναφέρουν ότι ο στρατιωτικός προϋπολογισμός αυξήθηκε κατά 6,6% το 2020, κατά 6,8% το 2021, κατά 7,1% το 2022 και κατά 7,2% το 2023, γεγονός που αποδεικνύει την προσήλωση αλλά και την σημασία της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ωστόσο, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός έχει αντιμετωπίσει αρκετά θέματα το τελευταίο χρονικό διάστημα, με σημείο αναφοράς την εκτεταμένη έρευνα κατά της διαφθοράς που διενήργησαν οι αρμόδιες αρχές με εντολή του Προέδρου Σι Τζινπίνγκ, που είχε ως αποτέλεσμα να καρατομηθεί ο τέως Υπουργός Άμυνας Λι Σανγκφού, ενώ τον Ιούλιο του 2023 «άλλαξε χέρια» η διοίκηση των Στρατηγικών Πυραυλικών Δυνάμεων, που είναι υπεύθυνη για το κινεζικό πυρηνικό οπλοστάσιο.
Σε ό,τι αφορά μάλιστα τον συγκεκριμένο τομέα, η Κίνα πραγματοποίησε το 2023 «μια σειρά από σημαντικές προμήθειες, συμπεριλαμβανομένης μιας σημαντικής αύξησης στον αριθμό των πυρηνικών κεφαλών» όπως δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Τζέιμς Τσαρ, αναλυτής στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο «Nanyang» της Σιγκαπούρης, με εξειδίκευση στις κινεζικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Από την άλλη, το σουηδικό κέντρο μελετών Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI) αναφέρει ότι η Κίνα ενίσχυσε το πυρηνικό της οπλοστάσιο, καθώς από τις 350 πυρηνικές κεφαλές που διέθετε το 2022, το 2023 είχε 410, ωστόσο υστερούν σημαντικά σε σύγκριση με τις 3.708 των ΗΠΑ και τις 4.489 της Ρωσίας. Αναλυτές τονίζουν επίσης, ότι οι κινεζικές αμυντικές δαπάνες ενδέχεται να είναι μεγαλύτερες και να μην παρουσιάζονται με ακρίβεια, για ευνόητους λόγους, από τον επίσημο προϋπολογισμό.
Με πληροφορίες από: CNBC / Defense Post | Φωτογραφίες αρχείου Reuters