Του Κώστα Αλατζά
Μετά από μία μακρά περίοδο στασιμότητας στις αμυντικές δαπάνες το κράτους, η ελληνική κυβέρνηση, επικαλούμενη την έκτακτη κατάσταση που έχει διαμορφώσει η τουρκική προκλητικότητα στη νοτιανατολική Μεσόγειο, εμφανίζεται διατεθειμένη να ξαναμπεί στον χορό των αμυντικών εξοπλισμών με σκοπό την αύξηση της αμυντικής και αποτρεπτικής δύναμης της.
Η Γενική Διεύθυνσης Αμυντικών Επενδύσεων και Εξοπλισμών (ΓΔΑΕΕ) έχει καταρτίσει πενταετές εξοπλιστικό πρόγραμμα, κατά τα πρότυπα των γνωστών ΕΜΠΑΕ των δεκαετιών του 1990 και του 2000, το οποίο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, μπορεί να ξεπεράσει τα 7 δισ. ευρώ. Εντούτοις, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές στο OnAlert, το τελικό ύψος των εξοπλιστικών δαπανών ακόμη δεν έχει προσδιοριστεί.
Στο εξοπλιστικό πρόγραμμα προτεραιότητα φαίνεται ότι έχουν τα γαλλικά οπλικά συστήματα ένεκα της ελληνογαλλικού αμυντικού συμφώνου που προωθούν από τις αρχές του έτους Αθήνα και Παρίσι. Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική κυβέρνηση εδώ και καιρό εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο απόκτησης δύο γαλλικών φρεγατών BELH@RRA, προωθείται, όπως έχει γράψει το OnAlert, η αναβάθμιση και η παράταση του μέσου όρου ζωής των πυραύλων SCALP, ενδεχομένως και η προμήθεια επιπλέον βλημάτων που θα μπορούν να εκτοξεύονται από τα γαλλικά αεροσκάφη Mirage. Σε αυτή τη λογική εντάσσεται και το σενάριο απόκτησης των Rafale.
Βέβαια, όπως σημειώνουν πηγές του Υπουργείου Άμυνας «το εξοπλιστικό πρόγραμμα δεν αφορά μόνο τις γαλλικά οπλικά συστήματα». Η ΓΔΑΕΕ δέχεται και εξετάζει προτάσεις που αφορούν στην κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών των ενόπλων δυνάμεων.
Επικοινωνία Παναγιωτόπουλου-Παρλί
Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος είχε χθες τηλεφωνική επικοινωνία με την Γαλλίδα ομόλογό του, Φλοράνς Παρλί. Στο επίκεντρο της συνομιλίας βρέθηκε η τουρκική προκλητικότητα, οι τελευταίες εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο και φυσικά οι προοπτικές της αμυντικής συμφωνίας μεταξύ των δυο χωρών. «Είμαστε κοντά και συνάμα μακριά για την επίτευξη αμυντικής συμφωνίας στο σκέλος των εξοπλισμών. Χρειάζεται πολύ δουλειά και ο χρόνος πιέζει», ανέφερε στο OnAlert ανώτατη πηγή του Υπουργείου Άμυνας.
Η ελληνογαλλική συμφωνία, που επεξεργάζονται τους τελευταίους μήνες τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας, πάγωσε στα μέσα του καλοκαιριού. Οι λόγοι επισήμως δεν έγιναν γνωστοί . Ωστόσο, εκείνο που διέρρευσε από κυβερνητικά στελέχη ως λόγος αναβολής της υπογραφής της συμφωνίας , ήταν το υπέρογκο κόστος των 3 δισ. ευρώ που κρίθηκε απαγορευτικό μετά την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ για την καταβολή των αναδρομικών στους συνταξιούχους.
Συνάντηση Μητσοτάκη-Μακρόν
Όμως, από ό,τι φαίνεται οι τουρκικές αδιάκοπες στρατιωτικές δραστηριότητες στη Μεσόγειο, η έξοδος του Oruc Reis για σεισμικές έρευνες εντός της ελληνικής και κυπριακής υφαλοκρηπίδας και η επιθετική και προσβλητική ρητορική της Άγκυρας εναντίον της Αθήνας, της Λευκωσίας και των Παρισίων επαναφέρουν στο προσκήνιο την ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία.
Η ελληνική πλευρά επιθυμεί μία συμφωνία που εκτός από την αμυντική ενίσχυση σε οπλικά συστήματα θα περιλαμβάνει σημεία που θα προβλέπουν την υποστήριξη της Γαλλίας σε περίπτωση απειλής της Ελλάδας.
Όπως πληροφορείται το OnAlert οι επιτελείς του υπουργείου Εξωτερικών εργάζονται πυρετωδώς προς αυτή την κατεύθυνση. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, οι διαβουλεύσεις για την αμυντική συμφωνία δεν αποκλείεται να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τις 10 Σεπτεμβρίου, οπότε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρεθεί στην Κορσική για τη Σύνοδο των επτά Μεσογειακών κρατών της ΕΕ, όπου θα συναντηθεί με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν.
Το οικονομικό ζήτημα και η κοινή γνώμη
Σε ό,τι αφορά την οικονομική διάσταση της υλοποίησης του μεσοπρόθεσμου προγράμματος αμυντικών επενδύσεων το οποίο θα περιλαμβάνει και σχέδιο ενίσχυσης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, όπως έγραψε το ΟnAlert, θα υπάρξει επιμερισμός των δαπανών σε βάθος πενταετίας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι σημερινές αποφάσεις θα δεσμεύουν τους προϋπολογισμούς των επόμενων ετών.
Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι έως τώρα, πέραν ορισμένων δηλώσεων των υπουργών Οικονομικών και Επικρατείας για επικείμενες αυξήσεις στις αμυντικές δαπάνες, ουδείς αρμόδιος από την κυβέρνηση δεν έχει μιλήσει επισήμως για αγορά αεροσκαφών Rafale ή φρεγατών BELH@RRA. Παρόλα αυτά, τα Μέσα Ενημέρωσης βούιξαν για τη νέα «αγορά του αιώνα».
Άλλωστε, η αγορά οπλικών συστημάτων είναι ιδιόμορφη και ξεχωριστή σε σχέση με άλλες προμήθειες. Όχι μόνο λόγω της γεωστρατηγικής της σημασίας, του πολιτικού αντίκτυπου της και του μεγάλου οικονομικού κόστους, αλλά γιατί η υλοποίηση της προϋποθέτει, κατά τρόπον τινά, τη συγκατάθεση της κοινής γνώμης. Ίσως έτσι εξηγείται ο ντόρος των τελευταίων ημερών. Από κει και πέρα, πώς θα αντιδράσει η κοινή γνώμη στην αγορά νέων όπλων, θα φανεί. Όπως επίσης θα φανούν και οι τελικές αποφάσεις της κυβέρνησης.