Όλα τα είχαν στο ΓΕΕΘΑ ,η εμπλοκή στην δίκη με κατηγορούμενους τους Γιάννη Σμπώκο και Αντώνη Κάντα τους έλειπε! Πως εμπλέκεται το ΓΕΕΘΑ; Μέσω ενός εγγράφου για το οποίο “κατηγορείται” ότι απέκρυψε με αποτέλεσμα αυτό να έχει επίπτωση στην υπερασπιστική γραμμή Σμπώκου.
Πως έχει η ιστορία
Στο Ε΄ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων συνεχίζεται, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, η δίκη που αφορά το Εξοπλιστικό Πρόγραμμα της Επέκτασης του Προγράμματος Επικοινωνιών του Στρατού, το γνωστό με την ονομασία «ΕΡΜΗΣ». Όσο προχωρά η εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας τόσο αναδεικνύονται σημαντικά στοιχεία, άγνωστα μέχρι τώρα, τα οποία θέτουν ερωτήματα για το κατηγορητηριο και την ύπαρξη υπερκοστολόγισης στην σύμβαση που υπογράφτηκε το 1999 με την κρατική Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ Α.Ε.).
Να θυμίσουμε ότι στο εδώλιο κάθονται τέσσερις κατηγορούμενοι με πρώτους και καλύτερους τον Γ. Σμπώκο και τον Αντ. Κάντα. Η κατηγορία κατά των τεσσάρων κατηγορουμένων είναι για «συνέργεια σε απιστία» . Ο Α. Τσοχατζόπουλος, στον οποίο χρεώνεται το βασικό αδίκημα της απιστίας δεν είναι στο εδώλιο του κατηγορουμένου, λόγω του ακαταδίωκτου με βάσει το νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Ο άλλος μεγάλος απών είναι ο Μ. Χριστοφοράκος Διευθύνων Σύμβουλος τότε της SIEMENS, που διαβιεί ανενόχλητος στην Γερμανία.
Όπως είναι γνωστό όλα τα στελέχη της SIEMENS, που στο ίδιο κατηγορητήριο είχαν κατηγορηθεί για απάτη κατά του δημοσίου για το πρόγραμμα «ΕΡΜΗΣ», απηλλάγησαν με το βούλευμα του Συμβούλιο Εφετών, με βάσει το οποίο γίνεται η δίκη, συμπεριλαμβανομένου και του Μ. Χριστοφοράκου.
Το ίδιο έγινε και με όλα τα στελέχη της ΕΑΒ, που στο ίδιο κατηγορητήριο είχαν κατηγορηθεί για απάτη κατά του δημοσίου.
Τα όσα αναφέρονται παρακάτω δεν αφορούν τις κατηγορίες για παθητική δωροδοκία και ξέπλυμα μαύρου χρήματος, που έχει στη συγκεκριμένη δίκη μόνο ο Α. Κάντας, αλλά αφορούν μόνο την κατηγορία για «συνέργια σε απιστία», που αφορά και μόνο τον Γ. Σμπώκο και τους υπόλοιπους τρείς κατηγορούμενους.
Αλλά ας μπούμε τώρα στις καταλυτικές αποκαλύψεις που έγιναν τις προηγούμενες μέρες στη δίκη.
Το κατηγορητήριο, κατά το στάδιο της ανάκρισης, αλλά και το Βούλευμα, για να στοιχειοθετήσει ζημία του Ελληνικού Δημοσίου και συνεπακόλουθα την κατηγορία της «συνέργειας σε απιστία» παρουσίασε υπερκοστολόγιση στη σύμβαση, η οποία ουσιαστικά στηρίχτηκε στις μαρτυρικές καταθέσεις του μονίμου υπαλλήλου της Διεύθυνσης Διαβιβάσεων του ΓΕΣ κ. Δ. Καλομοίρη, οποίος χειρίστηκε το Πρόγραμμα από το 1998 έως το 2012 οπότε μετατέθηκε στο ΓΕΕΘΑ.
Εντύπωση προκάλεσε στο Δικαστήριο η συμμετοχή του κ. Καλομοίρη σε είκοσι επτά (27)! κύριες επιτροπές, που αφορούσαν το πρόγραμμα «ΕΡΜΗΣ» ενώ η σχετική νομοθεσία περί προμηθειών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας το απαγόρευε.
Ήταν μέλος σε επιτροπές, που τους είχε ανατεθεί από τον τρόπο υλοποίησης του προγράμματος, την εκπόνηση των προδιαγραφών του, τις διαπραγματεύσεις και τη κατάρτιση των συμβάσεων και τις τροποποιήσεις αυτών, την παραλαβή υλικών, τις δοκιμές αποδοχής του συστήματος, έως στην παρακολούθηση του προγράμματος στο σύνολό του κλπ. Παντού το ίδιο πρόσωπο με ανελλιπή διαχρονική παρουσία. Ό
Ο κ. Καλομοίρης ήταν μέλος της Επιτροπής Τεχνικοοικονομικής Αξιολόγησης και Διαπραγματεύσεων με την ΕΑΒ που ομόφωνα εισηγήθηκε την κατακύρωση του Προγράμματος στην ΕΑΒ. Παρόλα αυτά «χρησιμοποιήθηκε» (αφού εξαιρέθηκε από τις κατηγορίες) για να «τεκμηριώσει» την -ανύπαρκτη όπως υποστηρίζει η υπεράσπιση Σμπώκου- υπερκοστολόγιση στη σύμβαση με τη χρήση συντελεστών από διαγωνισμούς του ΝΑΤΟ που, όπως αποκαλύφθηκε στο Δικαστήριο, αφενός μεν δεν ίσχυαν στην συγκεκριμένη περίπτωση του Προγράμματος «ΕΡΜΗ» και αφετέρου εφαρμόστηκαν λάθος.
Να σημειωθεί ότι το Εξοπλιστικό Πρόγραμμα «ΕΡΜΗΣ» αφενός μεν δεν ήταν πρόγραμμα που χρηματοδοτούσε το ΝΑΤΟ, για να έχουν εφαρμογή οι Νατοϊκές διαδικασίες για την χρηματοδότηση Έργων και αφετέρου δεν ήταν Έργο αλλά Προμήθεια και ως εκ τούτου εφαρμόστηκαν οι εθνικές και όχι οι Νατοϊκές νομοθεσίες και διαδικασίες περί προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Εντύπωση επίσης προκάλεσε στο Δικαστήριο η απόσπαση του κ. Καλομοίρη στο γραφείου του Επίκουρου Ανακριτή της υπόθεσης επί εβδομάδες για την υποστήριξη του κατηγορητηρίου, παρόλη την παραπάνω τεράστια διαχρονική εμπλοκή του στις διαδικασίες του Προγράμματος και ιδιαίτερα στις διαπραγματεύσεις με την ΕΑΒ.
Τα ποσοστά από Νατοϊκούς διαγωνισμούς, που χρησιμοποιήθηκαν στην ανάκριση και στη συνέχεια στο παραπεμπτικό Βούλευμα, προέκυψαν από απαντητικό έγγραφο του ΓΕΕΘΑ της 16/7/2013 σε επιστολή του Επίκουρου Ανακριτή. Το έγγραφο αυτό του ΓΕΕΘΑ στηρίχτηκε σε Εγχειρίδιο του ΝΑΤΟ (NSIP Manual, IS-NOR), το οποίο αναφέρεται ως (α) σχετικό και παρόλο που αναγράφεται ότι διαβιβάζεται συνημμένα στον Ανακριτή, εν τούτοις απεστάλησαν μόνο 2 σελίδες ενός κεφαλαίου του.
Εδώ και μέρες οι συνήγοροι του κ. Σμπώκου είχαν υποβάλει αίτημα να ζητήσει το Δικαστήριο από το ΓΕΕΘΑ να αποστείλει ολόκληρο το Εγχειρίδιο του ΝΑΤΟ. Υποστήριξαν ότι η μη αποστολή των υπολοίπων σελίδων από το ΓΕΕΘΑ υποκρύπτει σκοπιμότητα και ότι από άλλο σχετικό Εγχειρίδιο του ΝΑΤΟ που κατέθεσαν, αποδεικνύεται ότι τα στοιχεία μου δεν απεστάλησαν οδηγούν στην κατάρρευση της κατηγορίας της συνέργειας σε απιστία και συνακόλουθα στην αθώωση του κ. Σμπώκου.
Την Τετάρτη 24/9/2014 οι συνήγοροι του κ. Σμπώκου βρήκαν και κατέθεσαν στο Δικαστήριο και τις υπόλοιπες σελίδες του Εγχειριδίου του ΝΑΤΟ, που δεν είχαν σταλθεί.
Από το ολοκληρωμένο κείμενο που κατατέθηκε προέκυψε με απόλυτη σαφήνεια ότι τα ποσοστά του ΝΑΤΟ, που το παραπεμπτικό Βούλευμα χρησιμοποίησε ως ανώτατα διεθνώς καθιερωμένα όρια, δεν είναι τέτοια αλλά, ακόμα και στους Νατοϊκούς διαγωνισμούς αποτελούν μόνο κατευθυντήριες γραμμές και δεν αποτελούν ούτε ανώτατο ούτε κατώτατο όριο.
Επίσης τα ποσοστά που χρησιμοποιήθηκαν αφορούν άλλες κατηγορίες υπηρεσιών και όχι αυτές που παρουσιάστηκαν στις καταθέσεις του κ. Καλομοίρη και στο Βούλευμα. Η σωστή εφαρμογή, ακόμη και των αναρμοδίως χρησιμοποιηθέντων ποσοστών του ΝΑΤΟ, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, όχι μόνο δεν υπήρξε υπερκοστολόγηση στη σχετική σύμβαση και ζημία του Δημοσίου, αλλά απεναντίας η σύμβαση είναι οικονομικότερη και από το αν γινόταν με διαδικασίες Νατοϊκού διαγωνισμού.
Με τα παραπάνω δεδομένα ζητήθηκε από το Δικαστήριο να αποστείλει τα πρακτικά της Δίκης στον εισαγγελέα, προκειμένου να επιληφθεί για τις μεθοδεύσεις και τις παράνομες ενέργειες που έγιναν (ψευδορκία, απόκρυψη και παραποίηση στοιχείων και παραπλάνηση της Δικαιοσύνης) και να ελεγχτούν δικαστικά όλοι όσοι ενεπλάκησαν σε αυτές τις μεθοδεύσεις.