*Του Κώστα Σαρικά
H φράση «ολημερίς το χτίζανε το βράδυ γκρεμιζόταν» φαίνεται ότι αντιπροσωπεύει απόλυτα την εξέλιξη του πιο προβληματικού εξοπλιστικού προγράμματος των Ενόπλων Δυνάμεων, το οποίο αφορά τα τέσσερα συν ένα ενδιάμεσης λύσης Αεροσκάφη Ναυτικής Συνεργασίας P3B ORION.
To πρόγραμμα, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί από το 2022. Ωστόσο κανένας πλέον από τους αρμόδιους δεν μπορεί να δώσει ξεκάθαρη απάντηση ακόμα και στο ερώτημα αν και πότε το πρώτα από τα τέσσερα υπό αναβάθμιση αεροσκάφη θα μπορέσει να αρχίσει και κυρίως να ολοκληρώσει τις δοκιμές στο έδαφος και στον αέρα, ώστε να αποδοθεί επιχειρησιακό στο Πολεμικό Ναυτικό.
Και ενώ οι δοκιμές του πρώτου αναβαθμισμένου P3 θα έπρεπε να είχαν ήδη προχωρήσει, σύμφωνα με τον σχεδιασμό που έγινε στην αρχή της χρονιάς από την ΕΑΒ και την κατασκευάστρια εταιρεία Lockheed Martin, μια σειρά από νέα προβλήματα κρατούν το αεροσκάφος καθηλωμένο, στο οποίο πάντως ολοκληρώθηκε – επίσης με πολύ μεγάλη καθυστέρηση – η ιδιαίτερα απλή εργασία βαφής.
Ωστόσο, η πρώτη προσπάθεια εκκίνησης των κινητήρων στο έδαφος χαρακτηρίστηκε ως «falt», καθώς προέκυψε σοβαρό πρόβλημα συνεργασίας των μηχανολογικών με τα ηλεκτρονικά συστήματα του αεροσκάφους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αναγκαστούν τα τεχνικά συνεργεία να «ξηλώσουν» συστήματα, αισθητήρες, πλακέτες και καλωδιώσεις και να ξεκινήσουν πολλές εργασίες από την αρχή. Όλη η διαδικασία πραγματοποιείται με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, καθώς το προσωπικό που εργάζεται στο πρόγραμμα αναβάθμισης είναι εξαιρετικά περιορισμένο, ενώ η απουσία ακόμα και ενός τεχνικού σε πολλές περιπτώσεις βάζει «φρένο» στην εξέλιξη των εργασιών.
Τα ζητήματα που ήδη έχουν προκύψει έχουν προκαλέσει νέο έντονο προβληματισμό για την εξέλιξη του προγράμματος. Με το ερώτημα που προκύπτει να είναι πότε υπό αυτές τις προυποθέσεις θα δοθεί το «πράσινο φως» για την πρώτη πτήση του αεροσκάφους, με δεδομένο ότι θα απαιτηθούν έως και 30 πτητικές δοκιμές για το πρώτο αναβαθμισμένο P3B ORION, μέχρι να ελεγχθούν και να πιστοποιηθούν όλα του τα συστήματα από το κλιμάκιο των Αμερικανών του US NAVY και της Lockheed Martin.
Οι τελικοί έλεγχοι και δοκιμές στο πρώτο αναβαθμισμένο ΑΦΝΣ χαρακτηρίζονται ως το πλέον κρίσιμο και κομβικό στάδιο των εργασιών, καθώς κάθε πρόβλημα όχι μόνο «φρενάρει» τη διαδικασία έως την παράδοση, αλλά «παγώνει» και όλες τις ανάλογες εργασίες στα υπόλοιπα τρία P3B ORION. Ούτως ή άλλως, πάντως, το ποσοστό ολοκλήρωσης των εργασιών στο δεύτερο αεροσκάφος βρίσκεται κάτω από το 70%, ενώ εκκρεμούν καίριες εργασίες οι οποίες απαιτούν χρόνο και προσωπικό. Πολύ πιο πίσω και σχεδόν σε αρχικό στάδιο βρίσκονται οι εργασίες στα υπόλοιπα δύο ΑΦΝΣ.
Στο πρόγραμμα των P3 απασχολείται υποπολλαπλάσιος αριθμός τεχνικών σε σχέση με τον προβλεπόμενο, με την έμφαση να έχει δοθεί από την ΕΑΒ στο πρόγραμμα αναβάθμισης των VIPER, στο οποίο επίσης παρατηρούνται πλέον σημαντικές καθυστερήσεις. Με αυτά τα δεδομένα θεωρείται πλέον αδύνατο να έχουν ολοκληρωθεί με επιτυχία οι πτητικές δοκιμές στο πρώτο αναβαθμισμένο αεροσκάφος εντός του 2024 με αποτέλεσμα να προβλέπεται νέα καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του προγράμματος. Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμα και στο αεροσκάφος ενδιάμεσης λύσης, το οποίο έχει ήδη παραδοθεί στο Πολεμικό Ναυτικό, συχνά καταγράφονται προβλήματα παρά το γεγονός ότι δεν έχουν τοποθετηθεί καινούργια συστήματα.
Έτσι, η καθυστέρηση ήδη φαίνεται να ξεπερνά την πενταετία για ένα πρόγραμμα συνολικού κόστους 499.843.145 δολαρίων, το οποίο ήδη έχει εξοφληθεί σχεδόν αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας, πριν καν το Πολεμικό Ναυτικό παραλάβει έστω ένα από τα τέσσερα αεροσκάφη. Το πόσο έχει καταβληθεί μέσω του προϋπολογισμού του ΥΠΕΘΑ για τις εξοπλιστικές δαπάνες σε επτά δόσεις από το 2015 έως και το 2021. Χρήματα τα οποία – όπως τονίζουν πηγές από το Πολεμικό Ναυτικό – θα μπορούσε τότε να χρησιμοποιήσει ο Στόλος για τον εκσυγχρονισμό των τεσσάρων φρεγατών ΜΕΚΟ κλάσης «ΥΔΡΑ» ή να καλύψει άλλες άμεσες ανάγκε,ς όπως η αγορά τορπιλών και αντιμέτρων για τα υποβρύχια κλάσης «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ».
Η διακρατική συμφωνία μέσω της γνωστής διαδικασίας FMS ολοκληρώθηκε το 2015 εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Η σχετική σύμβαση υπεγράφη μεταξύ της Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων και του US NAVY με ανάδοχο την εταιρεία Lockheed Martin και εκτέλεση των εργασιών αναβάθμισης από την Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία. Από τότε, αρκετές ήταν οι φωνές ακόμα και εντός του Πολεμικού Ναυτικού που έκαναν λόγο για πρόγραμμα το οποίο δεν αποτελούσε προτεραιότητα και ενώ οι ετήσιες δόσεις πληρώνονταν κανονικά και στην ώρα τους. Με το ζητούμενο πλέον για την ΕΑΒ είναι όχι το «πότε» θα ολοκληρωθεί το πρόγραμμα αλλά η υλοποίηση του.