Του Δημήτρη Καιρίδη
Η επανεκλογή του Ταγίπ Ερντογάν στην Προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας θεωρείται προδιαγεγραμμένη ακόμα, κι αν χρειαστεί, πράγμα μάλλον δύσκολο, ένας δεύτερος γύρος, δυο εβδομάδες μετά τον πρώτο στις 24 Ιουνίου 2018.
Η προσοχή είναι στραμμένη στις βουλευτικές εκλογές. Αν το φιλο-κουρδικό κόμμα HDP επαναλάβει την επιτυχία του 2015, ξεπεράσει το όριο του 10% και μπει στη βουλή, τότε ο σχηματισμός κυβερνητικής πλειοψηφίας από τη συμμαχία των ισλαμιστών-εθνικιστών του Ερντογάν καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής.
Η επόμενη τουρκική βουλή θα είναι έτσι κι αλλιώς περισσότερο πολυκομματική από όλες τις προηγούμενες, εξαιτίας μιας αλλαγής στον εκλογικό νόμο της τελευταίας στιγμής, προκειμένου να διασωθεί ο σύμμαχος του Ερντογάν, ο εθνικιστής Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ο οποίος διαφορετικά κινδύνευε να μείνει εκτός βουλής. Η αλλαγή αυτή επιτρέπει να εκπροσωπηθούν στη βουλή κόμματα με ποσοστά μικρότερα του 10%, αν συμμετέχουν σε εκλογικές συμμαχίες που έχουν λάβει άνω του 10% των ψήφων. Δυο τέτοιες συμμαχίες κατεβαίνουν στις προσεχείς εκλογές: η Λαϊκή του Ερντογάν και η Εθνική των Κεμαλιστών, της Μεράλ Ακσενέρ και των συμμάχων τους. Το HDP είναι το μόνο μεγάλο κόμμα που κατεβαίνει αυτόνομο στις εκλογές.
Είναι δύσκολο να φανταστεί κάνεις τον Ερντογάν να προεδρεύει, συνυπάρχοντας με μια εχθρική βουλή. Άλλωστε, ο Ερντογάν δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Πέρα από την παράταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, χρησιμοποιεί ανενδοίαστα τα ΜΜΕ και τον κρατικό μηχανισμό υπέρ του. Ο αρχηγός και υποψήφιος του HDP, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, διεξάγει την προεκλογική του εκστρατεία από τη φυλακή. Για κάθε μία ώρα τηλεοπτικού χρόνου κάλυψης της εκστρατείας του Ερντογάν, o Μουχαρέμ Ιντσέ των Κεμαλιστών έχει πέντε λεπτά, η Ακσενέρ ένα και ο Ντεμιρτάς 5-10 δευτερόλεπτα.
Είναι προφανές ότι οι εκλογές στην Τουρκία έχουν πάψει από καιρό να είναι δίκαιες. Απομένει να φανεί αν θα είναι ανόθευτες. Οι περισσότεροι αντικειμενικοί παρατηρητές προεξοφλούν μια νοθεία της τάξης του 5%, αλλά θεωρούν ότι οτιδήποτε περαιτέρω, ιδίως στις πόλεις, είναι πολύ δύσκολη.
Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι αναμένουν από τον Ερντογάν να επαναπροσεγγίσει τη Δύση μετά τις εκλογές. Ο ίδιος, εκτός από τα εξωτερικά, θα πρέπει να ασχοληθεί και με την προσγείωση της οικονομίας σε χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, σταθεροποίηση και μείωση της έκθεσης της στη ξένη χρηματοδότηση, προκειμένου να αποφευχθεί μια προσφυγή στο ΔΝΤ, η οποία, όπως και η προηγούμενη προσφυγή της Τουρκίας το 2001, δεν μπορεί παρά να προκαλέσει πολιτικές εξελίξεις.