Του Δημήτρη Καιρίδη
Η τουρκική λίρα περνάει δύσκολες μέρες. Μόνον μέσα στον Μάιο έχασε περί το 20% της αξίας της έναντι του δολαρίου και του ευρώ. Οι δηλώσεις του Προέδρου Ερντογάν στο Λονδίνο υπήρξαν η αφορμή για την επιτάχυνση της διολίσθησής της. Το διεθνές κλίμα έχει επιβαρυνθεί από την άνοδο των αμερικανικών επιτοκίων και της τιμής του πετρελαίου. Η Τουρκία δεν έχει δικό της πετρέλαιο και εξαρτάται σχεδόν απολύτως από τις εισαγωγές. Μέχρι προχθές, η Κεντρική Τράπεζα, υπό την πίεση του Ερντογάν, είχε διατηρήσει τα επιτόκια σταθερά. Αναγκάσθηκε να τα αυξήσει κατά 3%, αύξηση που θεωρείται ανίκανη να σταματήσει το κακό.
Τελικά, η οικονομία αποδεικνύεται η αχίλλειος πτέρνα της διακυβέρνησης Ερντογάν και έχει αρνητικό αντίκτυπο στην δημοτικότητά του ενόψει των εκλογών της 24ης Ιουνίου. Η υποτίμηση καθιστά τα εισαγόμενα προϊόντα, που λατρεύει η διευρυνόμενη μεσαία τάξη, πανάκριβα, αυξάνει τον πληθωρισμό και καθιστά τα δάνεια σε συνάλλαγμα δυσβάστακτα. Εάν η σημερινή πορεία συνεχιστεί, η φυσική κατάληξη είναι η προσφυγή στο ΔΝΤ. Μια τέτοια προσφυγή θα ταπεινώσει τον Ερντογάν και ενδεχομένως να προκαλέσει πολιτική αλλαγή. Είναι, βέβαια, ακόμα νωρίς και κάθε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη. Η Τουρκία έχει αρκετά περιθώρια να προσγειώσει την οικονομία της ομαλά, αν και αυτά μέρα με τη μέρα στενεύουν.
Στο μεταξύ, η τουρκική ηγεσία και τα ελεγχόμενα ΜΜΕ συνεχίζουν να αναπαράγουν παιδαριώδεις θεωρίες συνωμοσίας και να επιστρατεύουν τον τουρκικό εθνικισμό για να δικαιολογήσουν τις κυβερνητικές αποτυχίες αλλά και τις ασυνάρτητες οικονομικές δοξασίες στις οποίες αρέσκεται ο ίδιος ο Ερντογάν. Η αναπάντεχη καλή προεκλογική παρουσία του Μουχαρέμ Ιντσέ, του προεδρικού υποψηφίου της κεμαλικής αντιπολίτευσης, επιτείνει τον εκνευρισμό του Ερντογάν. Την ίδια ώρα, όσοι Τούρκοι μπορούν ανοίγουν τραπεζικούς λογαριασμούς σε συνάλλαγμα στο εξωτερικό, κάποιοι και στην Ελλάδα, για να προστατευτούν από την περαιτέρω διολίσθηση της λίρας.