Του Δημήτρη Καιρίδη
Η γερμανική κυβέρνηση κλυδωνίζεται πια με το παραμικρό. Η πρόσφατη διαμάχη, για την αντικατάσταση του Χανς Γκέοργκ Μάασεν, από αρχηγό της γερμανικής υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας, και, τώρα, η καταψήφιση του εκλεκτού της, Φόλκερ Κάουντερ, από την κοινοβουλευτική ομάδα των Χριστιανοδημοκρατών για τη θέση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου, αποδεικνύει την εξάντληση του πολιτικού κεφαλαίου της άλλοτε κραταιάς Άνγκελας Μέρκελ. Μικρής σημασίας διαφωνίες διογκώνονται και απειλούν την ίδια τη συνοχή της κυβέρνησης συνασπισμού.
Οι Χριστιανοδημοκράτες πιέζονται από την άνοδο της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» στα δεξιά τους και πρέπει να φροντίσουν για τον συνεταιρισμό τους με τους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας, οι οποίοι οδεύουν προς την απώλεια της πλειοψηφίας τους. Στις προσεχείς τοπικές εκλογές, αναμένεται ότι θα καταγράψουν τη χειρότερη εκλογική τους επίδοση μεταπολεμικά, με εξαίρεση τις εκλογές του 1950. Οι Χριστιανοκοινωνιστές έχουν υπάρξει το πιο πετυχημένο εκλογικά κόμμα της Ευρώπης, αφού έχουν καταφέρει να κυβερνήσουν με απόλυτη πλειοψηφία τη Βαυαρία από το 1966 μέχρι σήμερα, με εξαίρεση την περίοδο 2008-2013, όταν χρειάστηκε να συμμαχήσουν με τους Φιλελεύθερους.
Από την άλλη πλευρά, οι Σοσιαλοδημοκράτες βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση, ακολουθώντας την πορεία των Ευρωπαίων σοσιαλιστών (Γαλλία, Ελλάδα και λιγότερο Ιταλία, Σουηδία κ.ο.κ.). Για τρίτη φορά μέσα σε μια δεκαπενταετία συμμαχούν με τους Χριστιανοδημοκράτες, νοθεύοντας το πολιτικό πρόγραμμα και μήνυμα τους, για χάρη της κυβερνητικής σταθερότητας ενώ παραδοσιακοί ψηφοφόροι τους μεταναστεύουν στην άκρα δεξιά.
Η Μέρκελ συμπληρώνει 13 χρόνια στην καγκελαρία. Φαίνεται πως κούρασε και κουράστηκε και πως οι Γερμανοί είναι έτοιμοι για μια αλλαγή. Πιο συγκεκριμένα, η ιστορία δείχνει ότι αρέσκονται στην εναλλαγή: από τον εγκεφαλικό Χέλμουτ Σμιτ στον γήινο Χέλμουτ Κολ, στον ανατρεπτικό Γκέρχαρντ Σρέντερ, στη σταθερή αλλά μονότονη Μέρκελ. Τώρα ίσως ψάχνουν κάτι πιο φρέσκο και πολύχρωμο από την ασφάλεια της Μέρκελ.
Η ειρωνεία είναι πως η Γερμανία δεν ήταν ποτέ τόσο καλά όσο σήμερα. Χάρη στις μεταρρυθμίσεις του Σρέντερ αλλά και στην επιμονή της Μέρκελ, ο πρώην ασθενής είναι και πάλι η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας, με τεράστια πλεονάσματα, μεγάλη ανάπτυξη και ελάχιστη ανεργία. Όμως, ο μέσος Γερμανός δεν είναι ευχαριστημένος και αισθάνεται ότι τα καλύτερα χρόνια είναι πίσω παρά μπροστά του. Η εισροή μεταναστών εντείνει τις αγωνίες του και τον εκνευρίζει αφάνταστα ο εφησυχασμός των ελίτ των κυβερνητικών κομμάτων.
Μέχρι σήμερα, το γερμανικό πολιτικό σύστημα επέδειξε αξιοσημείωτες αντοχές. Την ώρα που όλα άλλαζαν στη Γαλλία και την Ιταλία, η Γερμανία ακολουθούσε την πεπατημένη. Όμως κι εκεί έχουν σημειωθεί μεγάλες αλλαγές, αφού τα δυο πρώτα κόμματα αντί για το 80% λαμβάνουν τώρα μόλις το 50% των συνολικών ψήφων και η γερμανική ομοσπονδιακή βουλή των 3 κομμάτων της δεκαετίας του 1970 (Χριστιανοδημοκράτες/Χριστιανοκοινωνιστές+Σοσιαλδημοκράτες+Φιλελεύθεροι), των 4 κομμάτων στη δεκαετία του 1980 (+Πράσινοι), των 5 στη δεκαετία του 1990 (+Αριστερά/Die Linke) έχει γίνει των 6 κομμάτων σήμερα (+Η εναλλακτική) καθιστώντας τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης μια πολύ δύσκολη εξίσωση.
Ήδη, τα πρωτοκλασάτα στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών τοποθετούνται ενόψει της ενδεχόμενης διαδοχής της Μέρκελ, μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019. Η παράταση της εκκρεμότητας θίγει το κύρος της και την κληρονομιά της. Μια ομαλή διαδοχή είναι κρίσιμης σημασίας για την κυβερνητική σταθερότητα στην πιο ισχυρή χώρα της Ευρώπης, η οποία παραδοσιακά δίνει τον τόνο για τις ευρύτερες ευρωπαϊκές εξελίξεις. Τέλος, όλα αυτά επηρεάζουν άμεσα τους σχεδιασμούς της ελληνικής κυβέρνησης και δυσκολεύουν την προσπάθειά της να επαναδιαπραγματευθεί μέρος των συμφωνημένων περικοπών ενόψει των προσεχών ελληνικών εκλογών.
Φωτογραφία αρχείου EPA