Του Δημήτρη Καιρίδη
Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της Τουρκίας στη Συρία συνοδεύονται από τις καθημερινές επιθετικές κορώνες του Ερντογάν. Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν προσπαθεί να επιβάλει ένα νεο-Οθωμανικό ιδεολόγημα μέσω του οποίου να κυριαρχήσει πολιτικά στην Τουρκία ενόψει των κρίσιμων εκλογών του 2019. Ο νεο-Οθωμανισμός του Ερντογάν βασίζεται σε δυο πυλώνες: τον ισλαμικό εθνικισμό και τη δυναμική εξωτερική πολιτική στην περιοχή της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Μέσω του πρώτου, οι ισλαμιστές του Ερντογάν πίστεψαν ότι μπορούν να λύσουν το Κουρδικό, αφού το σουνιτικό Ισλάμ ενώνει τους Τούρκους με τους Κούρδους. Μέσω της δεύτερης, η νέα Τουρκία του Ερντογάν θέλει να εγκαταλείψει τις όποιες αναστολές της κεμαλικής Τουρκίας υπέρ μιας παρεμβατικής πολιτικής στη γειτονιά της, η οποία να συνάδει με την αυξανόμενη οικονομική και στρατιωτική της ισχύ.
Ο νεο-Οθωμανισμός του Ερντογάν έχει εσωτερική, κυρίως, στόχευση όμως χρήζει εξωτερικής επιβεβαίωσης. Κι αυτή επιδίωξε ο Ερντογάν στη Συρία. Όμως, παρά την κατάληψη του Αφρίν, η συριακή περιπέτεια της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής αποδεικνύει περισσότερο τα όρια και τις αντιφάσεις του νεο-Οθωμανισμού παρά τις δυνατότητές του.
Πρώτον, η προσέγγιση με τους Κούρδους έχει πάει περίπατο. Η πολιτική του Ερντογάν έχει αυξήσει κατακόρυφα την ένταση στη νοτιοανατολική Τουρκία αλλά και την εχθρότητα των Κούρδων συνολικά προς της Τουρκία, την ίδια ώρα που το βόρειο Ιράκ και η βορειοανατολική Συρία ελέγχονται ολοκληρωτικά από αυτούς.
Δεύτερον, ακόμα και σε μια γειτονική και διαλυμένη χώρα όπως η Συρία, η Τουρκία δεν μπορεί να επιβάλει τη θέλησή της. Απέτυχε να ανατρέψει τον Άσαντ, αναγκάσθηκε να τα βρει με τη Ρωσία και η όποια επόμενη κίνησή της θα πρέπει να περάσει μέσα από τις συμπληγάδες της αμερικανικής και της ρωσικής παρουσίας στη Συρία για να μη συντριβεί. Παρά την αυθάδειά του προς τη Δύση, ο Ερντογάν έχει πολύ μικρότερα περιθώρια ελιγμών από ότι εμφανίζει στην τουρκική κοινή γνώμη.