Πόσο κινδυνεύει η δημοκρατία;

Του Δημήτρη Καιρίδη,

Η δημοκρατία περνάει κρίση. Κάποιες χώρες, όπως, για παράδειγμα, η γειτονική Τουρκία διέρχονται φάση απο-δημοκρατικοποίησης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να ενεργοποιήσει τη διαδικασία του άρθρου 7 (της Συνθήκης της Λισσαβόνας) εναντίον δυο μελών της, της Πολωνίας και της Ουγγαρίας, για παραβίαση του δημοκρατικού κεκτημένου. Ακόμα και στις αναπτυγμένες δημοκρατίες της Δύσης, η άνοδος αντι-συστημικών, λαϊκιστικών και εθνικιστικών δυνάμεων, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, προβληματίζει.

Η πίεση της παγκοσμιοποίησης, της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης, της αύξηση των ανισοτήτων και της κυριαρχίας των νέων μέσων «ενημέρωσης» των fake news προκαλούν τεκτονικές αλλαγές στην πολιτική διεθνώς. Σε λίγα χρόνια, η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη θα είναι η Κίνα, ένα σκληρό αυταρχικό καθεστώς, επιβεβαιώνοντας ότι η δημοκρατία δεν είναι προϋπόθεση της ευημερίας. Όλες αυτές οι εξελίξεις κάνουν πολλούς να βρίσκουν χρήσιμο τον παραλληλισμό της σημερινής εποχής με τη δεκαετία του 1930 και την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη, η οποία οδήγησε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο παραλληλισμός αυτός είναι τουλάχιστον υπερβολικός και, εν πολλοίς, ανιστόρητος. Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που το δημοκρατικό πολίτευμα, στη μεταπολεμική περίοδο, περνάει μεγάλες δοκιμασίες. Μια σύντομη ματιά, στο όχι και τόσο απώτερο παρελθόν, είναι πάντα χρήσιμη για να τοποθετήσει τις τρέχουσες εξελίξεις στο σωστό ιστορικό πλαίσιο.

Το 1963 ο Πρόεδρος των Η.Π.Α., Τζων Κένεντυ, δολοφονήθηκε. Πέντε χρόνια αργότερα το ίδιο έγινε με τον αδελφό του και βασικό διεκδικητή της αμερικανικής προεδρίας, Ρόμπερτ Κένεντυ. Την ίδια χρονιά, το 1968, το Συνέδριο των Δημοκρατικών στο Σικάγο σχεδόν διαλύθηκε, μέσα σε ένα όργιο διαδηλώσεων και αστυνομικής βίας. Έξι χρόνια αργότερα, το 1974, ένας άλλος Αμερικάνος Πρόεδρος, ο Ρίτσαρντ Νίξον, παραιτήθηκε υπό το βάρος του σκανδάλου Watergate, στη μεγαλύτερη συνταγματική κρίση που γνώρισαν οι Η.Π.Α. από την εποχή του εμφυλίου πολέμου τους. Σε όλη αυτή την περίοδο, η πόλωση ήταν ακραία και αρκετοί φοβόντουσαν μια εμφύλια σύγκρουση μεταξύ των οπαδών και των αντιπάλων του πολέμου στο Βιετνάμ.

Αλλά και η Δυτική Ευρώπη πέρασε πολλά. Η Γαλλία βίωσε ένα πραξικόπημα το 1958 που οδήγησε στην αντικατάσταση της Τέταρτης από την Πέμπτη Δημοκρατία. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1968, η χώρα συγκλονίστηκε από διαδηλώσεις και απεργίες κατά τη διάρκεια του Παρισινού Μάη. Η Ιταλία αλλά και, σε έναν βαθμό, η Γερμανία ταλαιπωρήθηκαν από την τρομοκρατία, σε όλη τη δεκαετία του 1970. Ένα Ιταλός πρώην πρωθυπουργός, ο Άλντο Μόρο, δολοφονήθηκε το 1978 και πολλοί Ιταλοί, την εποχή εκείνη, θεωρούσαν τη χώρα τους ακυβέρνητη.

Αυτό δεν σημαίνει ότι ο σύγχρονος φιλελευθερισμός, η κυρίαρχη ιδεολογία στη Δύση, δεν διέρχεται κρίσης και δεν χρήζει ανανέωσης. Όμως, θα ήταν λάθος, και, πάντως, πρόωρο αυτή η κρίση να θεωρηθεί ως επιστροφή στη μαύρη δεκαετία του 1930. Η εκλογή Μακρόν αλλά και πολλά άλλα εκλογικά αποτελέσματα ανά την Ευρώπη αλλά και σε διάφορες πολιτείες των Η.Π.Α. δείχνουν ότι τα πολιτικά συστήματα βρίσκουν τρόπους να εξελίσσονται και να ισορροπούν ξανά.

Η γειτονιά μας προσφέρει μερικά αισιόδοξα παραδείγματα. Στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, ένα αυταρχικό καθεστώς ανατράπηκε ειρηνικά μέσα από την κάλπη και τις προβλεπόμενες συνταγματικές διαδικασίες και οι δημοκρατικές ελευθερίες ανέκαμψαν.

Στην Ελλάδα, μετά από μια μεγάλη και με τεράστιο κόστος περιπλάνηση στα αδιέξοδα του εθνικο-λαϊκισμού, το πολιτικό σύστημα επιστρέφει στο κέντρο. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, πρώτη πολιτική δύναμη αυτή τη στιγμή είναι η Νέα Δημοκρατία, το πιο «συστημικό», υπό μια έννοια, κόμμα της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας αφού εκείνη τη θεμελίωσε, ενώ και ο ΣΥΡΙΖΑ, που ακολουθεί δημοσκοπικά, περισσότερο άλλαξε από τη σύγκρουση με την Ευρώπη, παρά την άλλαξε, όπως ευαγγελίζονταν μέχρι το 2015.

Στη χώρα μας, που πολλοί στην Ευρώπη θεωρούσαν ότι θα οπισθοδρομήσει όχι μόνον οικονομικά αλλά και πολιτικά, εξαιτίας της μεγάλης κρίσης, η δημοκρατία άντεξε και η πολιτική φαίνεται να επανέρχεται σε μια αισιόδοξη κανονικότητα. Υπό αυτή την έννοια, οι προσέχεις ελληνικές εκλογές αποκτούν ευρύτερη ευρωπαϊκή σημασία.