Του Δημήτρη Καιρίδη
Εκ πρώτης όψης, ο νικητής του δημοψηφίσματος της περασμένης Κυριακής στην ΠΓΔΜ ήταν η αποχή, αφού 2 στους 3 εκ των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων δεν πήγαν να ψηφίσουν. Αυτό έχει δημιουργήσει την αίσθηση ότι η προσπάθεια του Ζόραν Ζάεφ να ολοκληρώσει τη Συμφωνία που υπέγραψε με την Ελλάδα απέτυχε ή, τουλάχιστον, περιπλέχθηκε.
Όμως ο αριθμός των εγγεγραμμένων είναι παραπλανητικός και, σίγουρα, μεγαλύτερος από τον αριθμό των διαβιούντων στην ΠΓΔΜ σήμερα. Ξεπερνάει το 1,8 εκατομμύρια ενώ οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ υπολογίζονται σε 1,5-1,6 εκατομμύρια μετά από πολλά χρόνια διαρκούς μετανάστευσης στο εξωτερικό και μη εκκαθάρισης των εκλογικών καταλόγων από τους θανόντες. Οι πραγματικοί ψηφοφόροι δεν πρέπει να ξεπερνούν το 1,3 εκατομμύρια.
Ο καλύτερος τρόπος να εκτιμήσει κανείς πως ψήφισαν οι πολίτες της ΠΓΔΜ την περασμένη Κυριακή είναι να συγκρίνει το αποτέλεσμα με αυτό των πιο πρόσφατων βουλευτικών εκλογών της 11ης Δεκεμβρίου 2016. Οι εκλογές αυτές διεξήχθησαν μέσα σε κλίμα έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης και κατέληξαν στην ανατροπή του καθεστώς Γκρουέφσκι. Άρα, η συμμετοχή στις εκλογές αυτές θα έπρεπε να είναι μεγάλη. Ωστόσο, το σύνολο των ψηφισάντων στις εκλογές αυτές ήταν λίγο λιγότερο από 1,2 εκατομμύρια. Το VMRO πρώτευσε με 450 χιλιάδες ψήφους ενώ το σύνολο των ψήφων των Σοσιαλδημοκρατών και των αλβανικών κομμάτων ήταν λίγο λιγότερες από 650 χιλιάδες. Πιο συγκεκριμένα, ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός έλαβε 550 χιλιάδες περίπου ψήφους.
Την περασμένη Κυριακή το «ναι» έλαβε 610 χιλιάδες ψήφους που αντιστοιχεί στο 55% περίπου των έγκυρων ψηφοδελτίων του 2016. Εντύπωση προκαλεί ότι το νούμερο αυτό ξεπερνά τις ψήφους του κυβερνητικού συνασπισμού και αντιστοιχεί κατά 90% περίπου στο άθροισμα των ψήφων των Σοσιαλδημοκρατών και όλων των αλβανικών κομμάτων του 2016 ενώ και η αυξημένη αποχή συμπίπτει κατά 90% περίπου με τους ψηφοφόρους του VMRO. Με άλλα λόγια, ο πολιτικός (αριστερά-δεξιά) και ο εθνοτικός (Σλαβομακεδόνες-Αλβανοί) διχασμός επιβεβαιώθηκε σχεδόν απόλυτα στο δημοψήφισμα της Κυριακής.
Με βάση τα στοιχεία αυτά, το «ναι» δεν τα πήγε τόσο άσχημα. Αν μάλιστα δεν είχε επικρατήσει η χαλαρότητα της ψήφου και η αίσθηση ότι τελικά το δημοψήφισμα δεν μετράει, είναι συμβουλευτικό και όχι δεσμευτικό και ότι τελικά θα αποφασίσει η βουλή, τότε ίσως το «ναι» να είχε πάει κάπως καλύτερα.
Σε κάθε περίπτωση όλα θα κριθούν από την προσπάθεια του Ζάεφ να διασπάσει το VRMRO και να αποσπάσει την πλειοψηφία των 2/3 του αριθμού των βουλευτών που χρειάζεται. Στη συνέχεια, θα πάει σε εκλογές έτσι κι αλλιώς προκειμένου να αυξήσει την ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία του και να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία. Βιάζεται, ωστόσο, να ολοκληρώσει τη συμφωνία και να πετάξει το μπαλάκι στην ελληνική πλευρά προκειμένου να δημιουργήσει τετελεσμένα ενώπιον του διεθνούς παράγοντα. Ο Ζάεφ υποπτεύεται τον «φίλο» του, Αλέξη Τσίπρα, ότι μπορεί και να αφήσει τη συμφωνία αψήφιστη αν αυτό τον εξυπηρετεί πολιτικά και, δικαίως από την πλευρά του, θέλει να περιορίσει τα περιθώρια ελιγμών της επόμενης κυβερνητικής πλειοψηφίας στην επόμενη ελληνική βουλή.