Του Δημήτρη Καιρίδη
Η καταδίκη για διαφθορά μερικών υψηλόβαθμων στελεχών του κυβερνώντος Λαϊκού Κόμματος απέδειξε ότι στην Ισπανία η ανεξάρτητη δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου λειτουργούν. Η υπερψήφιση της πρότασης μομφής εναντίον της κεντροδεξιάς κυβέρνησης μειοψηφίας και η αποπομπή του Μαριάνο Ραχόι από την πρωθυπουργία ήταν η φυσική κατάληξη του σκανδάλου διαφθοράς και συντελέσθηκε με υποδειγματικό τρόπο στο ισπανικό κοινοβούλιο, όπως προβλέπει το σύνταγμα της χώρας.
Η ανάληψη, ωστόσο, της πρωθυπουργίας από τον αρχηγό των Σοσιαλιστών, Πέντρο Σάντσεθ, είναι εξαιρετικά προβληματική και προσβάλει τη λαϊκή κυριαρχία που είναι το θεμέλιο κάθε σύγχρονης δημοκρατίας. Οι Σοσιαλιστές ελέγχουν μόλις το 24% των εδρών και ήταν οι μεγάλοι ηττημένοι των διπλών εκλογών του 2015. Ο Σάντσεθ ηγείται μια ετερόκλητης συμμαχίας με τους Ποδέμος και μερικά μικρά εθνικιστικά κόμματα με αντικρουόμενα προγράμματα.
Με 84 μόνο έδρες, το κόμμα του είναι μειοψηφία εντός της νέας κυβερνητικής πλειοψηφίας των 180 εδρών, στις 350 που διαθέτει συνολικά η ισπανική βουλή. Ο Σάντσεθ δήλωσε ότι θα εφαρμόσει τον προϋπολογισμό του Ραχόι, τον οποίο όμως οι σημερινοί σύμμαχοί του καταψήφισαν. Ακόμα πιο αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Σάντσεθ συνεργάστηκε με τον Ραχόι στην αντιμετώπιση της συνταγματικής κρίσης που προκάλεσε το αυτονομιστικό δημοψήφισμα στην Καταλονία τον περασμένο φθινόπωρο. Σήμερα συμμαχεί με τους Ποδέμος και τους εθνικιστές που αναγνωρίζουν στους Καταλανούς το δικαίωμα σε ένα αποσχιστικό δημοψήφισμα, παρότι κάτι τέτοιο παραβιάζει το ισπανικό σύνταγμα.
Ο Σάντσεθ ανέλαβε την πρωθυπουργία γιατί αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να εκδιωχθεί ο Ραχόι χωρίς την προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Ο Ραχόι δεν διευκόλυνε τα πράγματα, αρνούμενος να παραιτηθεί, όπως μπορούσε, πριν την υπερψήφιση της πρότασης μομφής εναντίον του, γιατί κι αυτός δεν θέλει πρόωρες εκλογές, καθώς μέρος της εκλογικής του βάσης μετακινείται προς τους κεντρώους μεταρρυθμιστές Ciudadanos.
Με άλλα λόγια, οι ηγέτες των δυο παραδοσιακών κομμάτων, που κυβέρνησαν την Ισπανία από την πτώση του Φράνκο μέχρι σήμερα, αρνούνται τη μόνη λύση σε μια δημοκρατία, που είναι η προσφυγή στις κάλπες, και προτιμούν να ευτελίσουν τον κοινοβουλευτισμό. Ταυτόχρονα, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες αλληλοσυγχαίρονται που απέφυγαν μια νέα κρίση στον ευρωπαϊκό νότο, παραβλέποντας ότι η τακτική τους τροφοδοτεί την αντι-συστημικότητα και τον λαϊκισμό. Στο μεταξύ, η Ισπανία, η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, απέκτησε μια απολύτως δυσλειτουργική κυβέρνηση που επιτείνει τη σύγχυση όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας αλλά και στην Ευρώπη.