Του Δημήτρη Καιρίδη
Την προσεχή Κυριακή, 28 Οκτωβρίου, διεξάγονται τοπικές εκλογές στο γερμανικό κρατίδιο της Έσσης. Το κρατίδιο έχει σήμερα μια κυβέρνηση συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Πρασίνων. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, τόσο οι Χριστιανοδημοκράτες όσο και οι Σοσιαλδημοκράτες αναμένεται να χάσουν περίπου το ένα τρίτο των ψήφων που έλαβαν στις προηγούμενες εκλογές το 2014 και από 30%+ να περιοριστούν στο 20%+.
Σε αντίθεση με τη Βαυαρία, όπου η πτώση των Χριστιανοκοινωνιστών έπληξε μεν την Άνγκελα Μέρκελ αλλά έπληξε, ακόμα περισσότερο, τους Βαυαρούς ανταγωνιστές της, τόσο στο Βερολίνο όσο και στο Μόναχο, τυχόν πτώση των Χριστιανοδημοκρατών στην Έσση θα πλήξει τον στενό της σύμμαχο, Φόλκερ Μπούφιερ, πρωθυπουργό του κρατιδίου σήμερα, και την ίδια προσωπικά, αφού συμμετείχε ενεργά στην προεκλογική του εκστρατεία.
Ανάλογα με το μέγεθος της ήττας θα είναι και η σφοδρότητα του πλήγματος που θα δεχτεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, της οποίας η δημοτικότητα φθίνει διαρκώς. Οι Σοσιαλδημοκράτες βλέπουν τους μορφωμένους ψηφοφόρους τους, στις μεγάλες πόλεις, να διαρρέουν προς τους Πράσινους και την εργατική ψήφο να στρέφεται προς την ακροδεξιά. Αντίστοιχες διαρροές, τόσο προς τα αριστερά όσο και προς τα δεξιά τους, έχουν και οι Χριστιανοδημοκράτες, σε πιο ελεγχόμενο, προς το παρόν, βαθμό.
Όλα αυτά αποσταθεροποιούν την κυβέρνηση στο Βερολίνο και, συχνά, μετατρέπουν την όποια διαφωνία σε υπαρξιακή κρίση. Ο πιο στενός συνεκτικός δεσμός της κυβέρνησης σήμερα είναι ο φόβος των δυο κυβερνητικών εταίρων για νέες εκλογές, καθώς ξέρουν ότι θα τα παν πολύ χειρότερα από ότι πέρσι.
Όλα αυτά επηρεάζουν άμεσα την ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή συνολικά αφού η Γαλλία του Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν δεν βρίσκει συνομιλητή στο Βερολίνο. Η αποδυναμωμένη Μέρκελ αδυνατεί να παίξει τον ρόλο του ισορροπιστή των αντιτιθέμενων ευρωπαϊκών συμφερόντων και να καταλήξει στους συμβιβασμούς που είναι απαραίτητοι για την προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η αδυναμία του Βερολίνου επηρεάζει και το ελληνικό δράμα που αναζητεί αλλά δεν έχει ακόμα βρει λύτρωση.