Του Δημήτρη Καιρίδη
Η άνοδος του επιτοκίου των ελληνικών ομολόγων υπενθυμίζει τις δυσκολίες που έχει ακόμα μπροστά της η Ελλάδα, παρά τις κυβερνητικές προσπάθειες να πανηγυριστεί η έξοδος από τα μνημόνια. Από ότι φαίνεται η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να βγει και να δανειστεί από τις αγορές μέσα στο 2018 και, προς το παρόν, θα πρέπει να αρκεστεί στο μαξιλάρι ασφαλείας που έχει δημιουργηθεί για την αναχρηματοδότηση του χρέους της.
Σημειωτέον ότι ακόμα κι αν πέσει το επιτόκιο των δεκαετών ομολόγων κάτω από το 4%, αυτό θα παραμείνει 3,5% πάνω από το γερμανικό. Αυτό σημαίνει ότι, με ένα δημόσιο χρέος της τάξης των 320 δισεκατομμυρίων ευρώ, η Ελλάδα θα χρειαστεί 11 δισεκατομμύρια ευρώ επιπλέον κάθε χρόνο για την εξυπηρέτηση του χρέους της, σε σχέση με ότι θα χρειαζόταν αν είχε την εμπιστοσύνη των αγορών, όπως την έχει η Γερμανία.
Με άλλα λόγια, η έλλειψη εμπιστοσύνης, η οποία επιδεινώθηκε δραματικά το πρώτο εξάμηνο του 2015, κοστίζει στη χώρα, στην καλύτερη περίπτωση, τουλάχιστον 11 δισεκατομμύρια ως προς το δημόσιο χρέος και αρκετά ακόμα ως προς τον υπόλοιπο εθνικό δανεισμό μας. Δηλαδή, το αναξιόπιστο ελληνικό πολιτικό σύστημα, το οποίο είναι έτοιμο να γίνει ακόμα πιο αναξιόπιστο καθώς οδεύουμε προς μια σκληρή προεκλογική περίοδο, κοστίζει στους Έλληνες τουλάχιστον 11+ δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο ή το ¼ των συνολικών ετήσιων φορολογικών εσόδων. Ένα στα τέσσερα ευρώ φόρους που πληρώνουμε πηγαίνει για την αναξιοπιστία μας, παρά τη δραματική προσπάθεια που καταβάλαμε τα τελευταία οκτώ χρόνια, μιας και μεγάλο μέρος αυτής της προσπάθειας το αυτο-ακυρώσαμε με τις επιλογές που ενδιαμέσως κάναμε.
Στο μεταξύ, οι έλεγχοι κεφαλαίων παραμένουν, σημάδι ότι η εμπιστοσύνη αργεί να επιστρέψει, και οι τράπεζες, παρά τη σχετική βελτίωση, είναι πολύ μακριά από εκεί που ήταν το 2014. Με άλλα λόγια, η χώρα σέρνεται και αυτό εκλαμβάνεται ως βελτίωση σε σχέση με την καταβαράθρωση της περιόδου 2011-2012. Όμως, το σύρσιμο είναι χειρότερο από την καταβαράθρωση στο βαθμό που εγκλωβίζει τη χώρα σε μια μακροπρόθεσμη στασιμότητα, την ώρα που η γήρανση του ελληνικού πληθυσμού μειώνει αναπόφευκτα τις αναπτυξιακές της προοπτικές.
Αυτό που καταρχήν χρειάζεται είναι άμεση ανάταξη της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι το μείζον εθνικό ζήτημα κι αν δεν αντιμετωπιστεί μπορεί να μας εκθέσει σε νέους σοβαρούς κινδύνους, καθώς το κλίμα επιβαρύνεται εξαιτίας των διεθνών εξελίξεων, συμπεριλαμβανομένου με ότι συμβαίνει στους δυο σημαντικότερους γείτονές μας, την Τουρκία και την Ιταλία.