Του Δημήτρη Καιρίδη
«Επικυρώνοντας τη συμφωνία με την προσφάτως μετανομασθείσα Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, η Ελλάδα αναγνώρισε εμμέσως την ύπαρξη μακεδονικής γλώσσας και εθνότητας». Με τη φράση αυτή ξεκινά το μακροσκελές ρεπορτάζ του BBC για τη «μακεδονική μειονότητα» στην ελληνική Μακεδονία. Με τίτλο «Οι Σλάβοι Μακεδόνες: Η αόρατη μειονότητα της Ελλάδας» εμφανίστηκε χθες στην πρώτη σελίδα του ιστοτόπου του BBC στο διαδίκτυο, τoν οποίo επισκέπτονται καθημερινά εκατομμύρια αναγνώστες από όλον τον κόσμο.
Το ρεπορτάζ αναφέρεται με μελανά χρώματα στην κακομεταχείριση της «μακεδονικής μειονότητας» από τις ελληνικές αρχές, από τότε που τμήμα της οθωμανικής επαρχίας της Μακεδονίας περιήλθε στην ελληνική κυριαρχία το 1912. Το ρεπορτάζ ανεβάζει στους 100.000 τους «Μακεδόνες» στην ελληνική Μακεδονία και κλείνει αναφέροντας πως η δεξιά αντιπολίτευση στην Ελλάδα κατηγορεί την κυβέρνηση για προδοσία και ότι οι Έλληνες Σλαβόφωνοι, παρόλο που για χρόνια δεν έχουν επιδιώξει τίποτα άλλο παρά την ελευθερία στην έκφραση της πολιτιστικής τους ιδιαιτερότητας, είναι αναγκασμένοι να παραμείνουν στη σκιά.
Το λιγότερο, το ρεπορτάζ θα έπρεπε να είχε αναφέρει ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απέφυγε ακραίους χαρακτηρισμούς περί προδοσίας, σε αντίθεση με τον πρώην κυβερνητικό εταίρο, ο οποίος με ευκολία χρησιμοποιεί τέτοιες εκφράσεις, όπως έκαναν, στο παρελθόν, και τα περισσότερα στελέχη του Σύριζα, στο πλαίσιο του αντι-μνημονιακού αγώνα.
Επιπλέον, η επίσημη Ελλάδα, ως σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου, δεν στερεί από κανέναν πολίτη της σήμερα την ελεύθερη έκφραση της όποιας ιδιαιτερότητάς του. Άλλωστε, υπήρξε ακόμα και η σχετική σλαβόφιλη πολιτική κίνηση του «Ουράνιου Τόξου», η οποία κατέβηκε σε σειρά εκλογικών αναμετρήσεων, με πενιχρότατα αποτελέσματα για τους εμπνευστές της και προς απογοήτευση όσων σήμερα επιμένουν να μιλούν για καταπίεση μιας μεγάλης μειονότητας.
Το ρεπορτάζ είναι απόλυτα μονόπλευρο και παραπλανητικό, μιας και, για παράδειγμα, ενώ αναφέρεται στον ελληνικό εμφύλιο, προσπερνά τον ρόλο του διεθνούς κομουνιστικού κινήματος στη μεταμόρφωση του σύγχρονου Μακεδονικού ζητήματος, με την αμέριστη και επιθετική υποστήριξη που πρόσφερε στον μακεδονισμό (αλλά και τον θρακισμό, που όμως δεν περπάτησε).
Το ρεπορτάζ αποσιωπά τις απειλές που έχει κατά καιρούς δεχτεί η Ελλάδα σε βάρος της εθνικής της κυριαρχίας από τους Σλάβους βόρειους γείτονές της. Το εξωφρενικό είναι ότι το ρεπορτάζ αποφεύγει να εντάξει την «ιστορία» που έχει επιλέξει να διηγηθεί στο ευρύτερο πλαίσιο της εθνικής ομογενοποίησης από το οποίο διήλθε συνολικά η Ανατολική Ευρώπη κατά τον 20ο αιώνα, σε μια διαδικασία κατά την οποία οι Έλληνες υπήρξαν περισσότερο τα θύματα παρά οι θύτες.
Ειδικά, η νοτιοανατολική Ευρώπη έχει βιώσει αρκετή βία, διώξεις, εκτοπίσεις και ανταλλαγές πληθυσμών σε βάρος μειονοτήτων που βρέθηκαν στη λάθος πλευρά όταν χαράχθηκαν τα εθνικά σύνορα. Εν τέλει, το πως και το ποια συγκεκριμένη «ιστορία» διώξεων επιλέγει να προβάλει κανείς είναι μια πολιτική επιλογή με πολιτικές συνέπειες στο παρόν, τις οποίες θα αναλύσουμε στο αυριανό σημείωμα, μαζί με τις σχεδόν κωμικές οδηγίες του Υπουργείου Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας για τη σωστή χρήση και αναφορά στη Μακεδονία που μόλις δημοσιεύτηκαν.