Tης Μαρίας Κατσουνάκη- ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Τελικώς, ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης ποιον συνάντησε; Τον δήμαρχο της Istanbul Kadir Topbas ή τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Καντίρ Τοπμπάς; Διότι, αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις που προκάλεσε ένα δελτίο Τύπου του Δήμου Αθηναίων, πρόκειται για δύο διαφορετικά πρόσωπα.
Ο πρώτος, είναι σχεδόν ανεπιθύμητος. Οχι μόνο για το 5% των Αθηναίων που ψήφισε τον κ. Μιχαλολιάκο της Χρυσής Αυγής δημοτικό σύμβουλο, αλλά για αρκετούς ακόμη που για «δικούς τους λόγους» (η κατηγορία είναι διευρυμένη και περιλαμβάνει διάφορες -γραφικές- εκδοχές ως επιχειρήματα) θα προτιμούσαν ο χρόνος να είχε παγώσει το 330 μ. Χ. και να μην είχε μεσολαβήσει το 1930, οπότε μετονομάστηκε επίσημα, διεθνώς, σε ιστάνμπουλ.
Ο δεύτερος, είναι οριακά αποδεκτός. Δεν έχει σημασία ότι πρόκειται για τον επικεφαλής ενός μητροπολιτικού δήμου, με πληθυσμό περίπου 12 εκατομμυρίων κατοίκων, που αποτελεί σημαντικό πολιτισμικό και οικονομικό κέντρο. Ούτε ότι ο κ. Τοπμπάς ως πρόεδρος του Δικτύου Ενωμένων Πόλεων αλλά και ως αρχιτέκτονας ο ίδιος διαθέτει «τεχνογνωσία σε θέματα αναπλάσεων και διαχείρισης της κυκλοφορίας και των μεταφορών σε ιδιαίτερης δυσκολίας αστικά περιβάλλοντα», όπως διαβάζουμε. Σημασία έχουν μόνο τα στερεότυπα. Βάσει αυτών πορευόμαστε, συζητάμε, αντιδράμε, λειτουργούμε εν τέλει ως λαός.
Η ονομασία (ιστάνμπουλ ή Κωνσταντινούπολη) απασχόλησε ορισμένους εκλεγμένους εκπροσώπους στην προχθεσινή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Αθήνας και όχι η ουσία της επίσκεψης. Αν δηλαδή η, τυπική, συνάντηση θα μπορούσε να έχει περιεχόμενο και να θέσει αρχές συνεργασίας, όχι πτερόεσσες και γενικόλογες, αλλά συγκεκριμένες, συστηματικές και ωφέλιμες για τις δύο πόλεις. Ομως η ιστάνμπουλ παραπέμπει στα τραύματα που δεν μπορούμε να λησμονήσουμε, ενώ η Κωνσταντινούπολη συνδέεται με την Πόλη που διατηρούμε αλώβητη.
Για το εχθρικό κλίμα δεν ευθύνεται, ασφαλώς, μόνο η ελληνική πολιτική. Αλλά η τριβή και η ένταση που προκλήθηκε, στη μικροκλίμακα μιας τρέχουσας δραστηριότητας της δημοτικής αρχής, δηλώνει την επιρροή ενός ποικίλως τροφοδοτούμενου εθνικισμού που πυροδοτείται και με νέες «σπίθες». Κινήσεις πολιτών που διατυπώνουν την αγωνία τους για την κρίση με καταγγελτικά παραληρήματα τα οποία γυρνούν τη χώρα πίσω ολοταχώς.
Από τη μια προωθούμε την ελληνοτουρκική «φιλία και συνεργασία», από την άλλη το άκουσμα και μόνο της λέξης ιστάνμπουλ ηχεί ως απειλή της εθνικής κυριαρχίας. Χρεώνεται ως διπλωματικό, τουλάχιστον, ολίσθημα η αναφορά στη διεθνή ονομασία της πόλης. Το δίλημμα αν θα αλλάξουμε ή θα βουλιάξουμε έπεται. Προέχει το… ερώτημα: ιστάνμπουλ ή Κωνσταντινούπολη;
ΤΟ ONALERT ΜΕ ΧΑΡΑ ΘΑ ΑΝΕΒΑΣΕΙ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΣΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ.