Δεκτή από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου γίνεται αυτή την ώρα η Καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ στο πλαίσιο της τελευταίας επίσημης επίσκεψής της στην Ελλάδα.
Η κυρία Μέρκελ έφτασε ακριβώς στις 10:15 στο προεδρικό Μέγαρο όπου την υποδέχθηκε η κυρία Σακελλαροπούλου.
Υποδεχόμενη την Γερμανίδα Καγκελάριο η Πρόεδρος της Δημοκρατίας έκανε λόγο για μια σπουδαία πολιτικό, που διαμόρφωσε σε μεγάλο μέρος την πολιτική της Γερμανίας αλλά και της Ευρώπης, σχεδόν για δυο δεκαετίες.
Όπως ανέφερε η κ. Σακελλαροπούλου, η παραμονή της στο τιμόνι μιας σημαντικής ευρωπαϊκής δύναμης για 16 χρόνια, την έφερε αντιμέτωπη με πολλές κρίσεις και προκλήσεις, αλλά της προσέφερε και την ικανοποίηση να συμβάλει προσωπικά στην αντιμετώπιση καταστάσεων δύσκολων για την ευρωπαϊκή μας οικογένεια.
Την ευχαρίστησε, επίσης, προσωπικά για την προσπάθεια που κατέβαλε για την ενίσχυση και τη διαφύλαξη των διμερών μας σχέσεων και για την σταθερά φιλοευρωπαϊκή της στάση, σε μια σειρά από ζητήματα, που έθεσαν σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή συνοχή.
«Yπήρξαν βεβαίως στιγμές δυσκολίας και έντασης. Η οικονομική κρίση, που αντιμετώπισαν πολλές χώρες της Ευρώπης, έφερε κυρίως σε δύσκολη θέση την Ελλάδα, που κλήθηκε να πληρώσει ένα βαρύ τίμημα. Ήταν μια πρωτόγνωρη κατάσταση τόσο σε πραγματικό, όσο και σε θεσμικό επίπεδο. Και στην Ελλάδα αισθανθήκαμε, πολλές φορές, δικαιολογημένα μόνοι» τόνισε η κυρία Σακελλαροπούλου.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι «το διάστημα που κύλησε και οι εμπειρίες που βιώσαμε σε αυτή την περίοδο, συνέβαλαν στην αλληλοκατανόηση και στην άντληση χρήσιμων συμπερασμάτων για το παρόν και το μέλλον».
Ειδικότερα, τόνισε πόσο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Ευρώπη διατήρησε τη συνοχή της και αυτό καταδείχθηκε και στη διαχείριση της πανδημίας και στη λειτουργία του Ταμείου Ανάκαμψης.
Αναφερόμενη στις διμερείς σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας η κυρία Σακελλαροπούλου επισήμανε ότι «έχουν στέρεες βάσεις και φυσικά υπάρχει ένα περιθώριο ενίσχυσης και ενδυνάμωσής τους σε παρά πολλούς τομείς, όχι μόνο στον οικονομικό, εμπορικό και στον τουρισμό αλλά κυρίως στην αντιμετώπιση προβλημάτων όπως είναι η διαχείριση της Μετανάστευσης, η Κλιματική Αλλαγή και βέβαια η ενίσχυση του διαλόγου για το μέλλον της Ευρώπης, με την Κοινωνία των Πολιτών και ιδίως στους νέους, στους οποίους ανήκει και το μέλλον».
Ειδική αναφορά έκανε και στα εθνικά μας θέματα υπογραμμίζοντας: «Προσβλέπουμε πάντα στη στήριξη της Γερμανίας και στα εθνικά μας θέματα. Η Ελλάδα είναι πιστή στην Ευρώπη και πιστεύει στον διάλογο, στις σχέσεις καλής γειτονίας, με σεβασμό πάντα στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο». Ωστόσο, τόνισε ότι «ο διάλογος, βέβαια, προϋποθέτει την καλή διάθεση και της άλλης πλευράς. Δεν μπορεί να είναι μονομερής».
Από την πλευρά της, η Καγκελάριος Μέρκελ, αφού ευχαρίστησε την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, για τη θερμή υποδοχή, τόνισε ότι χαίρεται ιδιαίτερα που μια γυναίκα βρίσκεται στην Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας, σημειώνοντας ότι θα αποτελέσει κανονικότητα αυτό, σιγά σιγά να υπάρχουν γυναίκες στην πολιτική.
Ακολούθως σημείωσε, ότι οι σχέσεις μας έζησαν κάποια σκαμπανεβάσματα, αλλά εδράζουν σε πολύ στέρεες βάσεις και υπογράμμισε, ότι ο διάλογος υπήρξε πάντα το κλειδί προς αναζήτηση και εξεύρεση λύσης.
Αναφερόμενη στις προκλήσεις, τόνισε ότι ήταν διαφορετικές κάθε φορά. «Είχαμε τη σταθεροποίηση του ευρώ από τη μια πλευρά, είχαμε φυσικά μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που ήταν απαραίτητες να γίνουν σε όλες τις χώρες και στην Ελλάδα και νομίζω ότι το μεγαλύτερο θέμα ήταν το Μεταναστευτικό, όπου η Γερμανία και η Ελλάδα μπόρεσαν να συνεργαστούν εποικοδομητικά».
Σχετικά με την πανδημία, τη χαρακτήρισε, μια τελείως διαφορετικού τύπου πρόκληση, και υποστήριξε ότι ήταν πολύ σημαντική η δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, ιδιαίτερα για χώρες, όπως η Ελλάδα, που είχαν ήδη υποφέρει από μια δύσκολη κατάσταση. «Θεωρώ ότι είναι πολύ καλό το γεγονός ότι δημιουργήσαμε αυτά τα ταμεία, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης ή το Next Generation Fund» πρόσθεσε.
Τόνισε, επίσης, ότι «Αυτό που μας έδωσε δύναμη, κατά την άποψή μού, αυτό το διάστημα, μεταξύ πολιτικών, γυναικών και ανδρών, Γερμανίας και Ελλάδας, ήταν το γεγονός ότι πάντα είχαμε την αίσθηση ότι ανήκουμε μαζί και αυτή παραμένει η βασική αίσθηση και για τις προκλήσεις που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε και στο μέλλον».
Κλείνοντας τόνισε ότι, για το υπόλοιπο της ζωής της, θα παραμείνει ένα πολιτικό άτομο, αλλά θα παραδώσει την ευθύνη.