Ο ΥΕΘΑ Νίκος Παναγιωτόπουλος παραχώρησε συνέντευξη στην εφημερίδα «Τα Νέα» όπου και αναφέρθηκε σε μια σειρά ζητημάτων που αφορούν τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, τα εξοπλιστικά προγράμματα που δρομολογεί το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και προφανώς την επίκαιρη ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία, που υπερψηφίστηκε πριν λίγες ημέρες στο ελληνικό Κοινοβούλιο.
Οι νέες ψηφιακές φρεγάτες Belharra που θα αποκτήσει το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, καθώς και τα έξι ακόμα Rafale που θα αποκτήσει η ελληνική Πολεμική Αεροπορία, όπως το ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από τη ΔΕΘ, αδιαμφισβήτητα ενισχύουν τις επιχειρησιακές ικανότητες των Ενόπλων Δυνάμεων, ωστόσο ακόμα υπάρχουν ερωτήματα, σχετικά με τις κορβέτες τύπου Gowind.
Τι γίνεται με τις κορβέτες
Ως προς αυτό το ζήτημα, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος απάντησε: «Μην προτρέχετε. Αυτές οι αποφάσεις προϋποθέτουν μήνες εντατικών διαβουλεύσεων και διαπραγματεύσεων, μεταξύ διαφορετικών παραγόντων (στρατιωτικών και οικονομικών επιτελείων, εταιρειών, κυβερνήσεων) στο πλαίσιο κάλυψης των αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων και του οικονομικού σχεδιασμού, βάσει των δημοσιονομικών δυνατοτήτων. Άρα, πρόκειται για μία διαδικασία σύνθετη και χρονοβόρα. Επιπλέον, μετά την ανακοίνωση για τις φρεγάτες και τα Rafale, αρχίζει η κυρίως διαπραγμάτευση ώστε να οδηγηθούμε σύντομα στην υπογραφή των συμβάσεων αγοράς, πιθανότατα μέχρι το τέλος του χρόνου. Αυτή είναι η προτεραιότητά μας αυτή τη στιγμή. Η αγορά κορβετών ως εναλλακτική λύση της αγοράς της τέταρτης φρεγάτας θα μας απασχολήσει στο μέλλον, αλλά όχι ακόμα»
«Μπλόκαρε» κανείς τη συμφωνία με την Γαλλία ;
Σε ερώτηση αναφορικά με το χρονικό της διαπραγμάτευσης με την Γαλλία για την αμυντική συμφωνία και για τις φρεγάτες Belharra και για το αν κάποια χώρα επιχείρησε να «μπλοκάρει» τα παραπάνω, ο ΥΕΘΑ ήταν κατηγορηματικός λέγοντας ότι: «Η αγορά καινούργιων φρεγατών δεν είναι απλή υπόθεση. Η Belharra έχει προταθεί ως λύση από τους Γάλλους ήδη από το Φεβρουάριο 2016, πριν καν οριστικοποιηθεί η τελική διαμόρφωση του πλοίου από την κατασκευάστρια εταιρεία. Οι διαπραγματεύσεις για την αγορά δύο πλοίων είχαν διάρκεια τεσσάρων και πλέον ετών. Όταν τον Αύγουστο του 2020 κρίναμε ότι η τελική προσφορά ήταν οικονομικά ασύμφορη με βάση τις δυνατότητες και το σχεδιασμό μας, παγώσαμε τη διαπραγμάτευση και αναζητήσαμε και άλλες προτάσεις από άλλες χώρες, πάντοτε με γνώμονα τις απαιτήσεις του Πολεμικού Ναυτικού. Αυτός ο άτυπος ανταγωνισμός είχε ως τελικό αποτέλεσμα μία επιλογή ιδανική για τις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού και ιδιαίτερα ελκυστική ως προς το τελικό τίμημα και το χρονοδιάγραμμα παράδοσης των πλοίων. Δεδομένου δε ότι όλες οι χώρες που συμμετείχαν στην διαδικασία είναι σύμμαχοι και εταίροι της Ελλάδας σε Ευρώπη και ΝΑΤΟ, είναι προφανές ότι δεν υπήρξε κανένα παιχνίδι «κάτω από το τραπέζι». Καταλήξαμε στην επιλογή που κρίθηκε καταλληλότερη για τις ανάγκες μας από τους ειδικούς του Πολεμικού Ναυτικού».
Μπαίνουμε σε «κούρσα εξοπλισμών» με την Τουρκία ;
Για το αν η Ελλάδα έχει «μπει» σε μια κούρσα εξοπλισμών με την Τουρκία, γεγονός που μπορεί να εκτροχιάσει την χώρα οικονομικά, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας ήταν ξεκάθαρος: «Όπως είπα και στην συζήτηση στη Βουλή προ ημερών, δεν κάνουμε ανταγωνισμό εξοπλισμών με την Τουρκία, αλλά αγώνα δρόμου για να καλύψουμε κενά πολλών ετών στην ανανέωση και αναβάθμιση των οπλικών συστημάτων, προκειμένου να ενισχύεται η συνολική αποτρεπτική ισχύς των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Οι δαπάνες για τα εξοπλιστικά γίνονται σύμφωνα με τη νέα δομή δυνάμεων 2020-2025, σύμφωνα με το Ενιαίο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Αμυντικών Εξοπλισμών τρέχουσας περιόδου και το συνολικό δημοσιονομικό σχεδιασμό της κυβέρνησης για τα επόμενα χρόνια. Έχουμε υποβάλλει συνολικό κοστολογημένο και προτεραιόποιημενο σχέδιο στον Πρωθυπουργό. Έχουμε λάβει την έγκρισή του και βάσει αυτού κινούμαστε, σε συνεργασία με το οικονομικό επιτελείο του Υπουργείου Οικονομικών. Επιπλέον, κάνουμε προσαρμογές όπου και όποτε χρειαστεί. Έτσι, για παράδειγμα, απορρίψαμε ως οικονομικά ασύμφορη την προσφορά για δύο φρεγάτες Belhara έναντι 3,3 δις τον Αύγουστο 2020 και δε μετανιώσαμε γι’αυτό».
Ο εκνευρισμός της Άγκυρας και το ενδεχόμενο «θερμού χειμώνα»
Σχετικά με τον εκνευρισμό και τις αντιδράσεις της Τουρκίας στην ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία, που δυνητικά μπορούν να δοηγήσουν σε ένα «θερμό» χειμώνα με αύξηση της τουρκικής προκλητικότητας, ο ΥΕΘΑ απάντησε ότι: «Ο εκνευρισμός της Τουρκίας δε μας αφορά. Καθήκον μας και αποστολή μας είναι η θωράκιση της χώρας έναντι κάθε απειλής σε ένα ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον με ανησυχητικές τάσεις αστάθειας. Αυτή τη θωράκιση την επιδιώκουμε και σε ένα βαθμό την επιτυγχάνουμε μέσω, αφενός της αμυντικής διπλωματικής προσπάθειας που ενισχύει και αναβαθμίζει συμμαχίες με φίλες χώρες, και αφετέρου μέσω ενός οργανωμένου σχεδίου ενίσχυσης της συνολικής αποτρεπτικής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων που υλοποιείται ταχύτατα και αποτελεσματικά εδώ και δύο χρόνια. Όσο για πιθανές εντάσεις με την Τουρκία στο μέλλον, επιμένω στην άποψη ότι με τέτοια προοπτική δεν είναι προς το συμφέρον κανενός».
Η σημασία της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας με τις ΗΠΑ
Αναφορικά με την ανανέωση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) με τις ΗΠΑ και την πιθανή εμπλοκή σε τοποθεσίες, όπως η Σκύρος και το Πετροχώρι Ξάνθης, ο ΥΕΘΑ απάντησε πως: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής είναι και θα είναι βασικός στρατηγικός εταίρος της Ελλάδας. Η συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας αποτυπώνει ακριβώς αυτή τη σχέση, η οποία τα τελευταία χρόνια αναβαθμίζεται συνεχώς. Σε λίγες μέρες ο Υπουργός εξωτερικών θα μεταβεί στην Ουάσιγκτον για να υπογράψει την αναθεωρημένη συμφωνία, ενώ παράλληλα θα λάβει χώρα και ο στρατηγικός διάλογος μεταξύ των δύο πλευρών. Ως προς τις τοποθεσίες, επιλέγουμε από κοινού με την αμερικανική πλευρά να επενδύσουμε ακόμα περισσότερο στις ήδη υπάρχουσες τέσσερις, στις οποίες αναπτύσσονται πολύ σημαντικές συνεργασίες σε επίπεδο αμυντικής συνέργειες Ελλάδας- ΗΠΑ. Εκτιμώ ότι σ’ αυτή τη φάση η εμβάθυνση της συνεργασίας είναι πιο σημαντική από την διερεύνηση σε άλλες τοποθεσίες. Αυτή η θέση εκφράζει και τις δύο πλευρές προφανώς».
Γιατί πρέπει να στείλουμε στρατό στο Σαχέλ
Στην ερώτηση γιατί είναι απαραίτητη η ελληνική παρουσία στο Σαχέλ, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας διευκρίνισε τα εξής: «Η περιοχή της υποσαχάριας Αφρικής και η κατάσταση εκεί αποτελεί δυνητική απειλή αστάθειας για ζωτικά γεωπολιτικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω γειτνίασης με την βόρεια Αφρική και τη Μεσόγειο. Οι εκκολαπτόμενες εστίες αστάθειας με ομάδες τρομοκρατικών οργανώσεων και Τζιχαντιστών που αναλαμβάνουν δράση στην περιοχή, δεν έχει σχέση με κάποιο αποικιοκρατικό παρελθόν, αλλά με ένα ζοφερό μέλλον αστάθειας και απειλών ασφαλείας. Η Γαλλία ηγείται της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας στήριξης κυβερνήσεων των χωρών της περιοχής απέναντι σε αυτή την απειλή, αναπόφευκτα και με στρατιωτικά μέσα. Συμμετέχουν ήδη 9 ευρωπαϊκές χώρες με μέσα και προσωπικό, ενώ έχουν δηλώσει πρόθεση συμμετοχής άλλες 13, ανάμεσα τους και η Ελλάδα. Συνεπώς η πρωτοβουλία συγκεντρώνει ευρύτατη υποστήριξη από ευρωπαϊκές χώρες. Στο πλαίσιο της -ιδιαίτερα αναβαθμισμένης πλέον- συμμαχικής σχέσης με τη Γαλλία. Εκτιμούμε ότι και η Ελλάδα πρέπει να συνεισφέρει στηρίζοντας την φίλη Γαλλία, αλλά και την προσπάθεια επίτευξης της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην πράξη και όχι στα λόγια».
Πότε «έρχεται» το εθνικό τυφέκιο
Για το αν θα δούμε το εθνικό τυφέκιο στην παρέλαση, ο ΥΕΘΑ είπε πως: «Το εθνικό τυφέκιο είναι άλλο ένα πρόγραμμα που έχει εξαγγελθεί προς υλοποίηση, όχι όμως εντός του τρέχοντος έτους. Αυτή τη στιγμή αξιολογούνται από τους επιτελείς του Γενικού Επιτελείου Στρατού οι προτάσεις οκτώ εταιρειών του εξωτερικού. Η ελληνική πλευρά αξιώνει ως δεσμευτική προϋπόθεση την συμπαραγωγή του τυφεκίου στην Ελλάδα, με μεταφορά τεχνογνωσίας στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Εκτιμώ ότι θα εισέλθουμε στην τελική φάση επιλογής εντός του ερχόμενου έτους».