της Tatiana Stanovaya (*)
Aυτά που συμβαίνουν στη Ρωσία δεν έχουν σχέση μόνο με τον «παράγοντα Ναβάλνι». Για πολλούς καθημερινούς Ρώσους, ο Ναβάλνι εξακολουθεί να είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Οι λόγοι για τους οποίους μειώνεται η στήριξη στον Πούτιν είναι ευρύτεροι: έξι συνεχόμενα χρόνια μείωσης των εισοδημάτων, επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών, αλλά και τέλος της ευφορίας από την προσάρτηση της Κριμαίας.
Ένα τρίτο των Ρώσων εκτιμάται ότι αντιτίθενται σήμερα στο καθεστώς. Δεν είναι πια κάτι περιθωριακό. Ο,τι και να κάνει το Κρεμλίνο με τον Ναβάλνι, αυτή η δυσαρέσκεια δεν θα υποχωρήσει. Πόσο μάλλον που η εξουσία του δεν στηρίζεται πλέον τόσο στη λαϊκή του νομιμότητα και στην πειθώ, αλλά τον αυταρχισμό και την καταστολή.
Για να καταλάβουμε τους λόγους πίσω από τη δηλητηρίαση και τη φυλάκιση του Ναβάλνι, πρέπει να αναλύσουμε αυτό που έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια στην κορυφή του κράτους, και ιδιαίτερα τη βαθμιαία αποστασιοποίηση του Πούτιν από τη διαχείριση των καθημερινών προβλημάτων. Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, έπαψε να ασχολείται με τους φόρους και τα χρηματοοικονομικά, για να συγκεντρωθεί στα πραγματικά του πάθη, τη γεωπολιτική, την ιστορία, τα όπλα, το διάστημα…
Από το 2017-2018, έτσι, ο χειρισμός της μη συστημικής αντιπολίτευσης πέρασε στην FSB. Η τελευταία δεν θεώρησε τον Ναβάλνι μια πολιτική απειλή, όπως γινόταν μέχρι τότε, αλλά μια απειλή για την εθνική ασφάλεια. Και τον μεταχειρίστηκε αναλόγως. Η κατάσταση ξέφυγε όμως και η δηλητηρίαση του Αυγούστου του 2020 αποτέλεσε σημείο μη επιστροφής. Ο Ναβάλνι αντεπιτέθηκε στην FSB και έγινε ο προσωπικός της αντίπαλος. Όταν κατέστησε σαφές λοιπόν ότι θα επιστρέψει στη Ρωσία, η φυλάκισή του ήταν αναπόφευκτη. Πρόκειται για έναν πόλεμο αμοιβαίας εξόντωσης.
Οι κινητοποιήσεις που συγκλονίζουν το τελευταίο διάστημα τη Ρωσία ανήκουν σε ένα νέο είδος. Για καιρό, οι διαδηλώσεις ήταν είτε «φιλελεύθερες», στις μεγάλες πόλεις, με έμφαση στα πολιτικά δικαιώματα, είτε «κοινωνικές», με έμφαση σε τοπικά προβλήματα. Τώρα έχουμε ένα ασυνήθιστο μείγμα. H κοινωνική δυσαρέσκεια έχει πάρει και πολιτικό και εθνικό χρώμα. Πόλεις που θεωρούνταν πιστές στο Κρεμλίνο, όπως το Κρασνοντάρ, συμμετέχουν κι αυτές στις κινητοποιήσεις.
Η άλλη ένδειξη αλλαγής είναι ο τεράστιος αριθμός καινούργιων διαδηλωτών: το 38% των διαδηλωτών στη Μόσχα και το 47% στην Πετρούπολη κατεβαίνουν στο δρόμο για πρώτη φορά. Οι πολύ νέοι έχουν μικρότερη παρουσία απ’ό,τι δείχνουν οι δραστηριότητές τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ένα άλλο καινούργιο στοιχείο είναι η αποδοχή του Ναβάλνι ως προσωπικότητας της αντιπολίτευσης: ως τώρα θεωρείτο ένας φιλοδυτικός τυχοδιώκτης, που ήθελε να βλάψει τη Ρωσία.
Η υποστήριξη προς το πρόσωπο του Πούτιν παραμένει υψηλή. Σύμφωνα με το ινστιτούτο δημοσκοπήσεων Levada, αν γίνονταν σήμερα προεδρικές εκλογές θα τις κέρδιζε από τον πρώτο γύρο με 55%. Όμως ο χαρακτήρας αυτής της υποστήριξης αλλάζει, γίνεται πιο αρνητικός: ο φόβος της αποσταθεροποίησης ή της επιστροφής στις κρίσεις της δεκαετίας του 1999. «Αν όχι ο Πούτιν, ποιος;» αναρωτιούνται οι πολίτες, καθώς το καθεστώς έχει κάνει τα πάντα για να αποκλείσει οποιαδήποτε εναλλακτική λύση.
Οι πεισμένοι οπαδοί του Πούτιν αποτελούν άλλο ένα τρίτο του πληθυσμού. Είναι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας που ενημερώνονται από την τηλεόραση. Μένει ένα τρίτο του πληθυσμού, που αποτελείται από τους «πραγματιστές», τους απολίτικους και τους αδιάφορους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ένα τεράστιο μέρος του πληθυσμού εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα από το κράτος. Εξ ου και το Κρεμλίνο σκύβει στα κοινωνικά ζητήματα αντί να επενδύει σε νέα γεωπολιτικά σχέδια.
Η FSB έχει περιθωριοποιήσει τις άλλες υπηρεσίες. Εκείνη ενημερώνει τον Πούτιν και τροφοδοτεί τα αντιφιλελεύθερα και αντιδυτικά του αισθήματα. Οποιαδήποτε προσπάθεια να αμφισβητηθούν οι μεγάλες επιλογές που αποφασίζονται στην κορυφή αντιμετωπίζεται με καχυποψία. Τον Αύγουστο του 2019, ένας άνθρωπος που βρισκόταν πολύ κοντά στον Πούτιν, ο πρόεδρος της Rostec (κρατικός οργανισμός για τις υψηλές τεχνολογίες) Σεργκέι Τσεμέζοφ, είπε ότι θα ήταν λάθος να εμποδιστεί η αντιπολίτευση να λάβει μέρος στις εκλογές. Γρήγορα αναγκάστηκε να ανακαλέσει.
Η οικονομική ελίτ είναι πολύ πιστή στον πρόεδρο, με εξαίρεση τους επιχειρηματίες που τα συμφέροντά τους δεν ταυτίζονται με εκείνα του Πούτιν. Αυτό δεν εμποδίζει τις διαφωνίες γύρω από ένα κεντρικό ζήτημα: ποιος είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη σταθερότητα του συστήματος, ο Ναβάλνι και η δράση του ή οι αδέξιες προσπάθειες των υπηρεσιών ασφαλείας να τον κάνουν να σωπάσει;
- Η Τατιάνα Στανόβαγια είναι διευθύντρια του ερευνητικού ιδρύματος R.Politik και συνεργάτις του κέντρου Carnegie της Μόσχας.
(Πηγή: συνέντευξη στη Monde)