Είναι πλέον επίσημο, οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις γυρίζουν σελίδα. 6 βασικούς πυλώνες αναβάθμισης ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη, με την απόκτηση 18 γαλλικών Rafale να ξεχωρίζει.
Η απόφαση για την απόκτηση Rafale ικανοποιεί πάγιες επιχειρησιακές απαιτήσεις της Πολεμικής μας Αεροπορίας για ένα σύγχρονο δικινητήριο μαχητικό με μεγάλη ακτίνα δράσης, μεταφοράς οπλικού φορτίου και τελευταίας γενιάς αισθητήρες και ηλεκτρονικά που δίνουν σαφές πλεονέκτημα ελληνοτουρκική διαμάχη.
Τα Dassault Rafale (Ντασσό Ραφάλ) σχεδιάστηκαν και κατασκευάζονται από την Dassault Aviation. Το αεροσκάφος έχει αποδείξει την αξία του σε ρόλους αεροπορικής υπεροχής και κρούσεως για τη Γαλλική Αεροπορία και το Ναυτικό.
Η απαρχή του Rafale μπορεί να τοποθετηθεί στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν η Πολεμική Αεροπορία της Γαλλίας καθώς και το Πολεμικό Ναυτικό της έκριναν απαραίτητη την αντικατάσταση των αεροσκαφών F-8 Crusader και SEPECAT Jaguar, καθώς ήταν πλέον εμφανές ότι ήταν πεπαλαιωμένης τεχνολογίας. Πολλές δυτικοευρωπαϊκές αεροπορίες (μεταξύ των οποίων η Αγγλική, Γερμανική, Ιταλική και Ισπανική) αναζητούσαν ένα σύγχρονο αντικαταστάτη των κύριων μαχητικών αεροσκαφών τους, τα πιο πολλά από τα οποία αποτελούσαν λύσεις της δεκαετίας του 1950, υστερώντας ξεκάθαρα έναντι αεροσκαφών όπως το MiG-23 και το μελλοντικό Su-27 (υπό ανάπτυξη εκείνη την εποχή).
Έτσι αρχικά η Γαλλία συνεργάστηκε με το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία στο πρόγραμμα Future European Fighter Aircraft, το οποίο στη συνέχεια θα εξελισσόταν στο Eurofighter Typhoon. Εντούτοις, σύντομα διαπιστώθηκε ότι οι γαλλικές απαιτήσεις δεν μπορούσαν να υλοποιηθούν στο συγκεκριμένο πρόγραμμα. Το Eurofighter δεν σχεδιαζόταν με τη σκέψη να επιχειρεί και από αεροπλανοφόρα, ενώ η Γαλλία δεν ήθελε να προχωρήσει στην αγορά δύο διαφορετικών τύπων αεροσκαφών για τις δυνάμεις της. Επίσης, ενώ το Eurofighter προγραμματιζόταν να είναι μαχητικό αεράμυνας, η Γαλλία αναζητούσε ένα αεροσκάφος πολλαπλού ρόλου μεν, αλλά με κύρια αποστολή του την κρούση. Έτσι, στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η γαλλική πλευρά αποχώρησε από το πρόγραμμα ευρωπαϊκής συνεργασίας, και άρχισε να εξελίσσει ένα δικό της αεροσκάφος. Ανάδοχος του προγράμματος ήταν η Dassault, το οποίο παρουσίασε το Rafale ως κόνσεπτ το 1985.
Στις 4 Ιουλίου 1986, το πρωτότυπο Rafale A έκανε την παρθενική του πτήση, δύο χρόνια μόλις μετά την αρχή της μελέτης. Η γαλλική κυβέρνηση προχώρησε στην αγορά των πρώτων Rafale το 1988.
Το οπλοστάσιο
Το Rafale είναι δικινητήριο μαχητικό πολλαπλού ρόλου. Αυτό σημαίνει πως μπορεί να εκτελεί ταυτόχρονα αποστολές διαφορετικού τύπου, όπως εναέριας υπεροχής, κρούσης, αναγνώρισης κλπ.
Φέρει συνδυασμό πτέρυγας τύπου Δέλτα και πτερυγίων ελιγμών (canards), κάτι που του δίνει εξαιρετική ευελιξία και παράλληλα διατηρεί τη σταθερότητα κατά τη διάρκεια της πτήσης.
Μπορεί δε να απογειωθεί από μικρούς αεροδιαδρόμους της τάξης των 400 μέτρων, όπως επίσης και από αεροπλανοφόρα. Αυτό καθίσταται δυνατό αλλάζοντας περίπου το 20% των μερών του αεροσκάφους με άλλα, υψηλότερης αντοχής, στο Rafale M.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του Rafale ακολουθούν την πεπατημένη για τα σύγχρονα μαχητικά. Καθοδηγούμενο από ένα σύστημα ελέγχου το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνολογία fly-by-wire τριών ψηφιακών διαύλων και ενός αναλογικού, επιτρέπεται στο αεροσκάφος να είναι αεροδυναμικά ασταθές για να πετυχαίνει τη μέγιστη δυνατή ελιξιμότητα. Τα όρια επιταχύνσεων του αεροσκάφους είναι +9g/-3.2g.
Αν και χωρίς καθαρές βλέψεις να χαρακτηριστεί stealth, το Rafale έχει σχεδιαστεί από απόψεως σχήματος και υλικών κατασκευής ώστε να έχει όσο το δυνατόν χαμηλότερο ίχνος ραντάρ. Τμήμα της σχεδίασης αυτής αποτελέι το σύστημα αυτοπροστασίας και ηλεκτρονικού πολέμου SPECTRA.
Η κατηγοριοποίηση της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται ως άκρως απόρρητη και η άρνηση της Thales να επιτρέψει τη χρήση του σε άλλα αεροσκάφη, έχει προκαλέσει την ανάπτυξη φημολογίας ότι το σύστημα χρησιμοποιεί τεχνολογία ενεργής ακύρωσης για να εξουδετερώνει τα εισερχόμενα σήματα ραντάρ.
Σε συνέχεια του ηλεκτρονικού του εξοπλισμού, το αεροσκάφος φέρει το ραντάρ RBE2 της Thales, το οποίο είναι ικανό να ιχνηλατεί ταυτόχρονα πολλαπλούς στόχους στον αέρα. Παράλληλα μπορεί να δημιουργεί τρισδιάστατους χάρτες εδάφους για πλοήγηση ή στοχοποίηση σε πραγματικό χρόνο.
Επίσης, εάν απαιτείται από την αποστολή, το Rafale έχει την ικανότητα να ιχνηλατήσει ένα στόχο και να εξαπολύσει πύραυλο αέρος-αέρος χωρίς να χρειαστεί να αποκαλύψει τη θέση του, χάρη στο σύστημα OSF της Thales. Το συγκεκριμένο σύστημα είναι πλήρως ενσωματωμένο στο αεροσκάφος και λειτουργεί με τεχνολογία υπέρυθρης ακτινοβολίας.
Επίσης, τα Rafale είναι πιστοποιημένα στους AM.39 Exocet, ενώ δεν θα είχαν πρόβλημα να μεταφέρουν τα ASTAC. Φυσικά, τα ελληνικά Rafale θα ήταν “οπλισμένα” από την ώρα μηδέν, καθώς η ΠΑ έχει στο οπλοστάσιό της ικανό αριθμό MICA ER/IR.
Για την διαχείριση των συστημάτων του, το Rafale χρησιμοποιεί ένα πλήρως «γυάλινο πιλοτήριο», με τρις οθόνες πολλαπλών λειτουργιών (MFDs), ολογραφικό HUD καθώς και πλευρικό χειριστήριο HOTAS. Παρομοίως με το Eurofighter, υπάρχει η δυνατότητα φωνητικών εντολών (Direct Voice Input).
Για την πρόωσή του το Rafale χρησιμοποιεί δύο στροβιλοπροωθητήρες SCECMA M88-2 με μετάκαυση με συνολική ωθητική δύναμη 150 kN.
Το Rafale σε πόλεμο
Λόγω της πρόσφατης εισαγωγής του σε υπηρεσία με τις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις, το Rafale δεν έχει χρησιμοποιηθεί εκτενώς σε πολεμικές επιχειρήσεις, με εξαίρεση κάποιες συνοδείες αεροσκαφών πάνω από το Αφγανιστάν το 2004, όπου αεροσκάφη της ναυτικής αεροπορίας παρείχαν προστασία σε αεροσκάφη υψηλής επιχειρησιακής αξίας. Επίσης συνδεδεμένες με τις εκεί επιχειρήσεις είναι κάποιες ρίψεις βομβών ακριβείας που πραγματοποιήθηκαν σε υποστήριξη δυνάμεων εδάφους. Καθώς το αεροσκάφος δεν έχει ακόμα κάποιον συμβατό σκοπευτήρα λέιζερ, είναι απαραίτητο οι στόχοι του να φωτίζονται από άλλα αεροσκάφη, όπως το Μιράζ 2000 ή ακόμα και τα παλαιά Super Étendard, ένα γεγονός το οποίο αποτελεί τροχοπέδη για την περαιτέρω επιχειρησιακή χρήση του τύπου.
Η μόνη απώλεια Rafale έως το 2008 είναι η πτώση, λόγω ατυχήματος, ενός Rafale C στην κεντρική Γαλλία, η οποία είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο του πιλότου.