*Του Δημήτρη Καιρίδη
Πριν από 40 χρόνια το Ιράν ζούσε τον θρίαμβο μιας επανάστασης που όχι μόνο θα άλλαζε τη χώρα αλλά και θα επηρέαζε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, τον ευρύτερο μουσουλμανικό κόσμο και τις σχέσεις του με τη Δύση και την υπόλοιπη ανθρωπότητα.
Έχουμε συνηθίσει, εξαιτίας του δυτικο-κεντρισμού μας, να σηματοδοτούμε την ιστορία με γεγονότα που έχουν να κάνουν με εμάς εδώ στη Δύση και όχι με αυτούς εκεί στην Ανατολή. Το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα σημαδεύτηκε από το 1989, τη χρονιά που έπεσε το τείχος του Βερολίνου και ο ανατολικο-ευρωπαϊκός κομουνισμός.
Όμως, εξίσου σημαντικό, για την παγκόσμια ιστορία, αποδεικνύεται το 1979, τη χρονιά που ξεκίνησαν οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην Κίνα και εγκαθιδρύθηκε το πρωτόγνωρο καθεστώς της Ισλαμικής Δημοκρατίας στο Ιράν.
Η ιρανική επανάσταση ήταν το προϊόν της λαϊκής αντίδρασης στην καταπίεση, τη φαυλότητα, τη διαφθορά, τη ξενοδουλία αλλά και τον ατελή και αντιφατικό εκσυγχρονισμό που επέβαλε το καθεστώς του Σάχη.
Πάσχοντας από καρκίνο, που τον οδήγησε στον θάνατο λίγο αργότερα, ο Ιρανός μονάρχης αποδείχτηκε άβουλος και ανίκανος να διαχειριστεί την εξέγερση του λαού του, παρά τον πλούτο, τα οπλικά συστήματα και την αμερικανική υποστήριξη που διέθετε.
Απέναντί του είχε έναν χαρισματικό ηγέτη, τον Αγιατολάχ Χομεϊνί. Σε συνέχεια προηγούμενων αναζητήσεων στον μουσουλμανικό κόσμο από τα τέλη του 19ου αιώνα, ο Χομεϊνί συνδύασε το σιϊτικό Ισλάμ με τα σύγχρονα κοσμικά αιτήματα για κοινωνική δικαιοσύνη, εθνική χειραφέτηση και δημοκρατία και τέθηκε επικεφαλής ενός λαϊκού μετώπου που συμπεριλάμβανε τόσο τους κομουνιστές όσο και τους φιλελεύθερους των μεγάλων πόλεων μαζί με τους μικρεμπόρους του «παζαριού» και τις θρησκευόμενες και συντηρητικές μάζες της περιφέρειας.
Την 1η Φεβρουαρίου 1979, ο Χομεϊνί επέστρεψε στο Ιράν και έντεκα μέρες αργότερα ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο της εξουσίας, καθώς η τελευταία κυβέρνηση του Σάχη διαλύθηκε και ο στρατός αυτο-αδρανοποιήθηκε.
Ο Χομεϊνί έκανε σιγά-σιγά πέρα όλους όσους δεν συμμερίζονταν το στενό ισλαμιστικό του όραμα και δεν δίστασε να έρθει σε ρήξη ακόμα και με τους ανώτατους κληρικούς της χώρας, οι οποίοι θεώρησαν βλασφημία τις δοξασίες του για έναν ενεργό πολιτικό ρόλο των κληρικών, με τον ίδιο επικεφαλή μιας πολιτικο-θρησκευτικής πολιτείας που όμοιά της δεν είχε υπάρξει ποτέ στο παρελθόν.
Στην πορεία, ο Χομεϊνί χρησιμοποίησε την κρίση των Αμερικάνων ομήρων και, στη συνέχεια, τον πόλεμο με το Ιράκ για να εκκαθαρίσει τους μετριοπαθείς και όσους διαφωνούσαν μαζί του και να εμπεδώσει ένα σκληρό, αυταρχικό καθεστώς που, παρά τις αντιξοότητες και τις προβλέψεις, έχει διατηρηθεί στην εξουσία μέχρι σήμερα.
Το Ιράν είναι μια χώρα αντιφάσεων. Ο Πρόεδρος και το κοινοβούλιο εκλέγονται αλλά η ουσιαστική εξουσία βρίσκεται στα χέρια μιας κλίκας κληρικών και του δικτύου των Φρουρών της Επανάστασης. Η ιρανική κοινωνία ουδέποτε ήταν πιο κοσμική και καχύποπτη απέναντι στις καταχρήσεις και την υποκρισία των θρησκόληπτων ισλαμιστών.
Ο πληθυσμός έχει υπερδιπλασιαστεί και οι περισσότεροι επιθυμούν διακαώς την ευημερία και την ανάπτυξη, όμως το καθεστώς περιορίζεται στην αναδιανομή και αδυνατεί να δημιουργήσει νέο πλούτο. Το άλλοτε πλουσιότερο Ιράν έχει το μισό ΑΕΠ της Τουρκίας.
Παρά τις αποτυχίες του στο εσωτερικό, το Ιράν έχει καταφέρει να διεκδικεί ηγεμονικό ρόλο στη Μέση Ανατολή, εξαιτίας των λαθών των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους στην περιοχή.
Το Ιράν αλλάζει αλλά η δυτική άποψη για το Ιράν έχει παγώσει στον χρόνο και κυριαρχείται από την εικόνα του Χομεϊνί να καταγγέλλει τον «Μεγάλο Σατανά». Αυτό είναι ίσως και το σημαντικότερο συμπέρασμα: οι Ιρανοί μουλάδες ήταν τυχεροί και, μάλλον, συνεχίζουν να είναι τυχεροί στους αντιπάλους τους.